Πρώτη έρχεται η εικόνα του Τσίπρα, ως πρωθυπουργού, και δίπλα του καθισμένοι οι υπουργοί του και άλλοι όρθιοι, ως τηλεοπτικού σκηνικού γλάστρες, και αυτός στη μέση ήρεμος μας καθησυχάζει ότι η ζημιά ελέγχεται, ότι το κράτος λειτούργησε, ότι οι άνθρωποί μας προστατεύθηκαν από τις πανταχού παρούσες κρατικές δυνάμεις, τις επιφορτισμένες με την ασφάλεια του πολίτη. Κι επειδή ήταν νύχτα βαθιά, την άλλη μέρα που θα έπεφτε ο αέρας, όπως ρωτούσε ο πρωθυπουργός τον μετεωρολόγο, θα μπορούσαν οι αρμόδιοι να καταμετρήσουν αμέσως τις ζημιές. Ετσι έλεγε ο αθεόφοβος, ξέροντας ότι οι «οι κίτρινοι σάκοι» με το περιεχόμενο που θα αποκτούσε όνομα, μόνο μετά από εξέταση DNA, έφταναν στα νοσοκομεία, γεμίζοντας τους νεκροθάλαμους…
Κάθε μέρα λέω στον εαυτό μου: Σήμερα, άσε τις καταθέσεις των μαρτύρων στο δικαστήριο και μην τις διαβάσεις και μαυρίσει η ψυχή σου. Πώς τα διδυμάκια «σκεπάστηκαν» από το σώμα της γιαγιάς και του παππού, μήπως τα σώσουν από τις φλόγες που κυνηγούσαν να τα αρπάξουν. Μη διαβάσεις τις εξομολογήσεις των χαροκαμένων ανθρώπων ότι τώρα είναι σαν ζωντανοί-πεθαμένοι.
Ετσι λέω και μετά διαβάζω όλα τα λόγια τους, βλέπω τα δάκρυα στα πρόσωπά τους κι εκείνο το αναπάντητο «γιατί», για τα παιδιά, τους γονείς, τους παππούδες, τα εγγόνια, τους φίλους, τους γείτονες. Για όλους εκείνους που έφυγαν τόσο άδικα, τόσο έξαφνα, τόσο σκληρά, και οι μαρτυρίες των επιζώντων είναι σαν μνημόσυνο αγάπης στη μνήμη τους.
Αυτές οι ακροάσεις στο δικαστήριο δεν αντέχονται. Τόσος πόνος δεν αντέχεται. Αυτή η τραγωδία στο Μάτι δεν αντέχεται. Και μην τολμήσουν οι υπεύθυνοι να σταθούν ενώπιόν τους θέλοντας να αποσείσουν τις ευθύνες τους, να τις ρίξει ο ένας στον άλλον και κυρίως να βρουν δικαιολογίες: η κλιματική αλλαγή, η κλιματική κρίση, ο δυνατός αέρας που φυσούσε, τα ελικόπτερα που δεν μπορούσαν να πετάξουν, τα γουόκι τόκι που δεν δούλευαν, οι πυροσβέστες που δεν ήξεραν κατά πού να πάνε, οι αστυνομικοί που τους έστελναν πίσω στο Μάτι, από τη Μαραθώνος, και τους γύριζαν στη φωτιά, η περιφερειάρχης που της έτυχε στη βάρδια της η στραβή, ο δήμαρχος που από τη Μύκονο παρακολουθούσε, ο πρωθυπουργός που αναρωτιόταν πότε θα πετάξουν «αύριο» τα ελικόπτερα για να σβήσουν τη σβησμένη φωτιά.
Η Δικαιοσύνη είναι η μόνη που μπορεί να στάξει μία σταγόνα φάρμακο σε τέτοιες πληγές, σε τόσο πόνο.