Κατάφεραν να τους εξοργίσουν, να τους κάνουν να φωνάζουν στο δικαστήριο «καταραμένοι, δεν έχετε τσίπα», «το δικαστήριό σας είναι προσβολή στους νεκρούς», «ντροπή, παιδιά δεν έχετε;» και να πετάνε καρέκλες στο άκουσμα των ποινών-«χάδι».
«Από το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018 είχε γίνει μια τεράστια προσπάθεια συγκάλυψης», δήλωσε ο Α. Χερουβείμ, ο οποίος έχασε στην κόλαση της φωτιάς μητέρα, αδελφή και τις δύο 5χρονες ανιψιές του. Ενώ άλλος συγγενής θύματος, ο Γ. Καΐρης, είπε «το ελληνικό κράτος δολοφόνησε 104 ανθρώπους και είχε 60 εγκαυματίες – όλα αυτά έχουν όνομα, όλα αυτά έγιναν όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κράτησε ανοιχτή τη Βουλή και άλλαξε τον Ποινικό Κώδικα από κακούργημα να πάει σε αμέλεια». Είναι ένα πολύ μικρό απάνθισμα από τις οργισμένες αντιδράσεις ανθρώπων που έχασαν ανθρώπους, οι οποίοι έχασαν τις ζωές τους με φρικτό τρόπο, λιώνοντας αργά και βασανιστικά μέσα στις αδηφάγες φλόγες.
Μόνο πέντε στελέχη της Πυροσβεστικής και ο εμπρηστής που προκάλεσε τη φωτιά καταδικάστηκαν σε εξαγοράσιμες ποινές και αφέθηκαν ελεύθεροι. Το δικαστήριο είναι προφανές ότι δίκασε με βάση το τεχνηέντως διαμορφωθέν Δίκαιο (αλλαγμένος Π.Κ. νύκτωρ) και με το προανακριτικό υλικό που συνελέχθη. Και πιθανώς με αυτά τα δεδομένα δεν θα μπορούσε να δικάσει πολύ διαφορετικά. Ο αρμόδιος ανακριτής κράτησε στα χέρια του την υπόθεση για πάρα πολύ χρόνο. Και οι προσπάθειές του να μετατραπούν οι κατηγορίες από πλημμελήματα σε κακουργήματα έπεσαν κατ’ επανάληψη στο κενό. Ενώ στη διάρκεια της δίκης καταγγέλθηκε ότι χάθηκαν στοιχεία και, το σημαντικότερο, ελέχθη -και ουδείς το αρνήθηκε- ότι αν λειτουργούσε το «112», θα είχαν σωθεί πολλές ζωές.
«Νεκροί»-«έγκλημα»-«δολοφονία»-«συγκάλυψη»-«ποινικές ευθύνες πολιτικών»-«ατιμωρησία». Λέξεις που κάνουν ευθεία τη διασύνδεση των δύο τραγωδιών στο Μάτι και τα Τέμπη. Είναι πάρα πολλές οι ομοιότητες των δύο υποθέσεων, κυρίως ως προς την πολιτική διαχείρισή τους. Υπάρχουν, όμως, και κάποιες κρίσιμες διαφορές, πέραν της μείζονος, ότι η δίκη για Τέμπη δεν έχει γίνει ακόμα.
Τότε κανένα κόμμα δεν ζήτησε Προανακριτική Επιτροπή, έχοντας μάλιστα έτοιμο το κατηγορητήριο πριν διαβιβασθεί δικογραφία στη Βουλή. Τότε δεν υπήρξαν πρόθυμοι «Αρβανίτηδες» ευρωβουλευτές να τους πάρουν από το χέρι και να τους χρησιμοποιούν στην Ευρώπη για να πλήξουν την κυβέρνηση και να διασύρουν διεθνώς τη χώρα. Τότε μαζεύτηκαν μόλις 3.000 υπογραφές. Τότε υπήρξε πολύ έντονη κριτική, αλλά δεν επιχειρήθηκε παρέμβαση στη Δικαιοσύνη. Καταλογίστηκαν πολύ σκληρές πολιτικές ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα, αλλά δεν ζητήθηκε, και μάλιστα εξωθεσμικά, ο καταλογισμός ποινικών ευθυνών. Ούτε στον Α. Τσίπρα, που προήδρευσε στην πιο άθλια θεατρική παράσταση που δόθηκε ποτέ. Ούτε στον Ν. Τόσκα, που είχε το θράσος να πει «ψάχνω το λάθος που έγινε και δεν βρήκα τίποτα, όλα θα τα έκανα ξανά με τον ίδιο τρόπο». Αλλά και ήταν εκείνος που, σύμφωνα με καταγγελίες σε άλλη δίκη, έδωσε τις εντολές στον συντονιστή για τη «χρήση» των στοιχείων με στόχο την παραπλάνηση των Αρχών. Ούτε στον Π. Πολάκη, που έκρυβε τους σάκους για τα πτώματα που έστειλε το ΚΕΕΛΠΝΟ και είπε την πιο κυνική ατάκα που μπορούσε να διανοηθεί να πει άνθρωπος, «αποτελεσματικά λειτούργησε το σύνολο των μηχανισμών του κράτους, όσο κι αν Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ “ΘΟΛΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ’’». Ούτε σε μετέπειτα υπουργούς, οι οποίοι κατηγορήθηκαν πως έδωσαν εντολές για αλλοίωση του λογισμικού Engage, το οποίο καταγράφει τη θέση και την κίνηση των πυροσβεστικών οχημάτων. Ενώ η Ρ. Δούρου -«έτυχε η στραβή στη βάρδια μου» για τη Μάνδρα- αθωώθηκε πανηγυρικά.
Αντιθέτως, τώρα με τα Τέμπη, είναι όλα αλλιώς. Eχουν στηθεί λαοδικεία, έχουν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις, έχουν διακινηθεί οι πιο απίθανες θεωρίες συνωμοσίας με «μπαζώματα», «ξεμπαζώματα» και «ξυλόλια». Ευτυχώς η Δικαιοσύνη τρέχει με γρήγορους ρυθμούς και η δίκη για τα Τέμπη θα γίνει πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι έγινε η δίκη για το Μάτι. Και η ελπίδα είναι ότι θα αποδοθεί δικαιοσύνη, αλλά και ότι οι αποφάσεις της δεν συνεχίσουν να γίνονται καλές ή κακές αλά καρτ, ανάλογα με το αν βολεύουν πολιτικά αφηγήματα.
Το Μάτι δεν είχε ποινικό κόστος για πολιτικά πρόσωπα. Είχε όμως τεράστιο πολιτικό κόστος. Γιατί στη βουβή συλλογική συνείδηση της κοινωνίας γράφτηκε ανεξίτηλα -και δεν ξεγράφεται- η καταδίκη του ΣΥΡΙΖΑ για τα 104 θύματα και τους δεκάδες εγκαυματίες.
ΑΙΧΜΗ
ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΗ, ΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΑΙ Τ’ ΑΛΛΑ ΠΑΙΔΙΑ…
Οσοι γνώριζαν τι συνέβαινε από το 2014, και κυρίως από το 2019, δεν εξεπλάγησαν καθόλου με τις νέες μεταγραφές του Στ. Κασσελάκη, του Α. Σπηλιωτόπουλου και του Γ. Λούλη, στο επικοινωνιακό επιτελείο του κόμματός του. Ο εκτοπισμός του ΣΥΡΙΖΑ από το «κόμμα Κασσελάκη» ήθελε τον «καραμανλισμό» του. Και για να είμαι πιο ακριβής, ήθελε πρόσωπα τα οποία αυτοαναφέρονται στον Κ. Καραμανλή ερήμην του.
Ο πρώτος διδάξας ήταν ο Ευ. Αντώναρος, ο οποίος κατάφερε να πάρει το χρίσμα που δεν κατάφερε να πάρει ο Α. Σπηλιωτόπουλος ούτε το 2019 ούτε το 2023. Εντάχθηκε με τις ευλογίες του Α. Τσίπρα στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές, σημειώνοντας παταγώδη αποτυχία, αφού πήρε λίγες χιλιάδες σταυρούς. Και κατάφερε να ενταχθεί και στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ εν όψει των ευρωεκλογών. Αντιθέτως, ο Α. Σπηλιωτόπουλος, παρότι είχε ανταποκριθεί από το 2019 στο κάλεσμα του Α. Τσίπρα για διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει δεκτός από το αριστερό ιερατείο του κόμματος. Τώρα που αυτό το ιερατείο έχει αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ και οι ελάχιστοι που έχουν παραμείνει δεν έχουν την παραμικρή επιρροή στο «κόμμα Κασσελάκη», ο «κάπτεν Στέφανος» άνοιξε διάπλατες τις πόρτες του νέου κόμματός του στους άλλοτε στενούς συνεργάτες του Κ. Καραμανλή, Α. Σπηλιωτόπουλο και Γ. Λούλη.
Πρόκειται για δύο παράγοντες οι οποίοι έχουν στενή σχέση συνεργασίας από το 2004, όταν η Ν.Δ. κέρδισε τις εκλογές με τον περίφημο «μεσαίο χώρο». Ο Στ. Κασσελάκης, ο οποίος δεν κρύβει πλέον την «απεύθυνσή» του σε κεντροδεξιά κοινά, προφανώς πιστεύει -όπως και ο Κ. Βελόπουλος- ότι μπορούν να διεκδικήσουν «φέτα» των «καραμανλικών» ψηφοφόρων της Ν.Δ. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν προκύπτει από κανένα δημοσκοπικό εύρημα ότι ο Στ. Κασσελάκης έχει πιάσει επαφή ακόμα και με τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της Ν.Δ. Οι διαρροές της Ν.Δ. παραμένουν προς τους αναποφάσιστους, την αποχή και σε κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της.
Τόσο ο Α. Σπηλιωτόπουλος όσο και ο Γ. Λούλης, αλλά ο Ευ. Αντώναρος, είναι πολιτικές προσωπικότητες πολύ χαμηλού βεληνεκούς για να εκπληρώσουν τις πολιτικές φαντασιώσεις του Στ. Κασσελάκη. Ή, όπως θα έλεγε και ο Γ. Λούλης, είναι «φθαρμένα πολιτικά προϊόντα».
ΑΠΟΡΙΕΣ-1
Πόσο επιπόλαιος μπορεί να είναι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να λέει ότι το πριμ παραγωγικότητας στους δημοσίους υπαλλήλους είναι «πριν» (προεκλογικό), αφού θα δοθεί μετά τις εκλογές;
ΑΠΟΡΙΕΣ-2
Μπορεί, άραγε, η έφεση που θα γίνει για τη δίκη για το Μάτι να αποκαταστήσει το οργισμένο αίσθημα αδικίας των συγγενών των θυμάτων;
ΑΠΟΡΙΕΣ-3
Διαφέρουν τελικά σε κάτι Κασσελάκης και Βελόπουλος; Εφτασαν στο σημείο και οι δυο να αμφισβητούν την εγκυρότητα των εκλογών και να ζητούν «διεθνείς παρατηρητές».