ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι η κυβέρνηση από το 41% βρέθηκε στο 28,3% χάνοντας ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους σε σχέση με τις τελευταίες εθνικές εκλογές. Που είτε (στη συντριπτική πλειονότητά τους) δεν πήγαν να ψηφίσουν, άλλοι για να στείλουν μήνυμα δυσαρέσκειας και άλλοι θεωρώντας ότι δεν τίθεται ζήτημα πολιτικής σταθερότητας, είτε (μερικές δεκάδες χιλιάδες) μετακινήθηκαν δεξιότερα.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
ΤΙ ΗΤΑΝ αυτό που κόστισε στην κυβέρνηση; Πρώτα από όλα η ακρίβεια, που είναι αλήθεια ότι παρά τις (όποιες) προσπάθειες, δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, κυρίως στα τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης. Αλλά και το λάθος με το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, που δεν εκτιμήθηκαν σωστά οι συνέπειές του και οδήγησε σε σημαντικές διαρροές προς μικρότερα κόμματα στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Φυσικά, από εκεί και πέρα, στοίχισαν επίσης στην κυβέρνηση ζητήματα όπως η φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, η Υγεία, η εγκληματικότητα, η ανεπαρκής στήριξη των εισοδημάτων, τα αναδρομικά των συνταξιούχων, η τραγωδία στα Τέμπη, οι υποδομές κ.ά.
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να ξεχνάμε όμως ποιος κέρδισε τις εκλογές. Γιατί με τον τρόπο που γίνεται η συζήτηση και η ισοπεδωτικού τύπου κριτική στην κυβέρνηση, ακόμα και εσωτερικά, για τη μείωση της εκλογικής της δύναμης κατά σχεδόν δεκατρείς μονάδες, θα μπορούσε να νομίσει κάποιος που δεν γνωρίζει τα πολιτικά δρώμενα ότι η Νέα Δημοκρατία ηττήθηκε στις εκλογές. Τι θα έπρεπε να πουν τότε για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ που δεν κατάφεραν να αποκομίσουν κανένα όφελος από την κυβερνητική φθορά και έχουν οδηγήσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς σε πεδίο πολεμικών συγκρούσεων, εσωκομματικών, αλλά και μεταξύ των κομμάτων που την απαρτίζουν.
ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ είναι τώρα να λειτουργήσει η κυβέρνηση με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα σε όλους τους τομείς, με την εφαρμογή πολιτικών που θα δίνουν μεγαλύτερο βάρος στα ζητήματα καθημερινότητας που απασχολούν την κοινωνία, στη στήριξη των εισοδημάτων, την ενίσχυση των υποδομών, τη βελτίωση της Υγείας και της ποιότητας ζωής, αλλά και χωρίς να ανοίγονται άλλα θέματα που μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα της παράταξης.