«Λέγε ό,τι θέλεις για μένα, αρκεί να λες σωστά το όνομά μου». Γνωστή η ρήση, αγαπημένη από τους επικοινωνιολόγους ανά τον κόσμο, αλλά στην περίπτωση Κασσελάκη δεν δείχνει να δουλεύει. Αν και ο ντόρος που έχει δημιουργηθεί γύρω από το «φαινόμενο» είναι πρωτοφανής, εντούτοις δεν απολαμβάνει τους καρπούς της εκρηκτικής δημοσιότητας. Τουλάχιστον δημοσκοπικά, αφού οι μετρήσεις δείχνουν την επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του Στέφανου Κασσελάκη όλο και πιο χαμηλά. Το κόμμα εμφανίζεται να πέφτει στην τρίτη θέση, ενώ υπήρξε και δημοσκόπηση που το δείχνει να φλερτάρει ακόμα και με την τέταρτη, αν το ΚΚΕ αυξήσει και άλλο τα ποσοστά του. Την ίδια ώρα και ο νέος πρόεδρος σημειώνει από τα χαμηλότερα ποσοστά δημοφιλίας.
Οι υποστηρικτές της νέας ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν πως οι χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις οφείλονται στο θόρυβο που προκαλείται από τον εμφύλιο πόλεμο και τις καταγγελίες των αποχωρούντων στελεχών, ο οποίος σκεπάζει τις πρωτοβουλίες και δράσεις του Στέφανου Κασσελάκη. Ισως να υπάρχει ένα ψήγμα αλήθειας σε αυτό, αλλά την ίδια στιγμή μια δεύτερη σκέψη έρχεται να ακυρώσει την πρώτη: Μήπως αν δεν υπήρχε όλη αυτή η φασαρία και ακούγονταν καθαρά οι θέσεις του νέου ΣΥΡΙΖΑ η πτώση ήταν ακόμα μεγαλύτερη;
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Διότι σε περιβάλλον «ηρεμίας» ακούγονται αυτά που έχουν μεγαλύτερη σημασία. Οπως θα ήταν για παράδειγμα οι θέσεις του νέου προέδρου για την οικονομία, για την αγορά εργασίας, για τις επενδύσεις, για τα Ελληνοτουρκικά, για το μεταναστευτικό, για την ακρίβεια, για το φορολογικό. Μόνο που όλα αυτά είτε δεν έχουν ακουστεί ακόμα είτε όταν αναφέρθηκαν κάποια προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση και νέο γύρο αντιπαραθέσεων (βλ. μαξιλάρι ασφαλείας, stock options κ.ά.).
Ομως θα ήταν ελλιπής η πρώτη ανάγνωση των δημοσκοπήσεων αν εξαντλούνταν μόνο στον παράγοντα Κασσελάκη και τον τρέχοντα εμφύλιο, για τον απλό λόγο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε πορεία ντόμινο από την εποχή Τσίπρα. Τα προβεβλημένα στελέχη, που τώρα φεύγουν ο ένας πίσω από τον άλλον, ήταν μέχρι χθες ηγετικά μέλη του κόμματος που είτε είχαν μερίδιο στην περίοδο διακυβέρνησης από τη θέση ευθύνης που κατείχαν είτε είχαν καίριο λόγο και ρόλο στην περίοδο που ασκούσε αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα όλων των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων, από τον Ιούλιο του 2019 έως και τις πλέον πρόσφατες, ήταν κάθε φορά και πιο αρνητικό. Η έλλειψη σοβαρής αντιπολιτευτικής πρότασης, η τοξικότητα, η ισοπεδωτική υποτίμηση του κυβερνητικού έργου, η στάση που κράτησε στην εποχή της πανδημίας, η «εμμονή» σε έναν πολιτικό λόγο που ταίριαζε στο 2013 και όχι στο 2023 είναι μερικές από τις απαντήσεις που εξηγούν την πτώση.