Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που επιστρέφουν στις εκλογικές τους περιφέρειες για τις ημέρες του Πάσχα εξοπλίσθηκαν με ένα ισχυρό εφόδιο, όπως είναι η εντυπωσιακή αύξηση του βασικού μισθού, απόφαση που δεν έχει σχέση μόνο με την αρνητική συγκυρία λόγω της ακρίβειας, αλλά είναι αποτέλεσμα της μεθοδικότητας του πρωθυπουργού.
«Πρώτα δημιουργείς εισοδήματα και μετά τα μοιράζεις», είναι ο βασικός κανόνας που ακολουθεί ο Μητσοτάκης, γνωρίζοντας ότι μόνο έτσι μπορεί να λειτουργήσει η οικονομία. Ο Τσίπρας, το 2015 επιχείρησε το αντίστροφο, θέλησε να μοιράσει αυξήσεις σε ανύπαρκτη οικονομική βάση και η πολιτική του κατέρρευσε σαν ανάστροφη πυραμίδα. Το ίδιο είχε προσπαθήσει ο Γιώργος Παπανδρέου, με το «λεφτά υπάρχουν» και τις πρώτες εξαγγελίες για αυξήσεις συντάξεων, που ακολουθήθηκαν από την προσφυγή στο ΔΝΤ με τις γνωστές εισοδηματικές περικοπές.
Και η υποτιθέμενη δέσμευση του πρώτου πρωθυπουργού της Αριστεράς για βασικό μισθό 751 ευρώ, με το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησής του τον Ιανουάριο του 2015, μετατράπηκε στην καθιέρωση της μερικής απασχόλησης και των μισθών των 300 ευρώ, αποτέλεσμα της καταστροφικής, αλλά «περήφανης διαπραγμάτευσης».
Ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε κατώτατο μισθό στα 713 ευρώ, ο Τσίπρας το ανέβασε στα 800 και πάλι λίγα έταξε, μάλλον πιστεύει ότι οι πολίτες ξέχασαν τόσο σύντομα την αξιοπιστία των υποσχέσεών του. Ο πρωθυπουργός υλοποίησε μία βασική προεκλογική δέσμευση , επιστρέφοντας στην κοινωνία και δη στους οικονομικά ασθενέστερους το μέρισμα της ανάπτυξης.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Η Ελλάδα το 2021 πέτυχε ανάπτυξη άνω του 8,3%, σβήνοντας την ύφεση λόγω πανδημίας του 2020. Παράλληλα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ανάπτυξη και φέτος θα είναι άνω του 3,5%, που σημαίνει ότι η οικονομία, παρά τις επιπτώσεις του πολέμου και το πληθωριστικό κύμα που πλήττει Ευρώπη και ΗΠΑ, θα συνεχίσει να δημιουργεί εισοδήματα και θέσεις εργασίας.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού φέρνει πλέον την Ελλάδα στην πρώτη δεκάδα των χωρών της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο κριτήριο, ενώ για πρώτη φορά σε 12μηνη βάση οι βασικές αποδοχές του ιδιωτικού τομέα είναι υψηλότερες από τις αντίστοιχες του Δημοσίου.
Ο Μητσοτάκης στέλνει ένα μήνυμα και προς τους επιχειρηματίες, οι οποίοι γκρινιάζουν ότι δεν μπορούν να βρουν προσωπικό, αλλά δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη, ώστε να προσφέρουν αξιοπρεπείς μισθούς για να προσελκύσουν εργαζομένους. Για παράδειγμα, στον τουρισμό, παράγοντες του κλάδου παραπονιούνται ότι δεν βρίσκουν εργαζομένους σε top προορισμούς, μόνο που οι συνθήκες εργασίας είναι χαμηλές, σε σχέση με τις top υπηρεσίες που αναζητούν.
Η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας πριμοδότησε την αγορά, για να την κρατήσει ζωντανή, με επιστρεπτέες προκαταβολές ύψους 8,2 δισεκατομμυρίων ευρώ, από τα οποία ήδη έχουν κουρευτεί τα 6 δισ., αλλά και με τα προγράμματα μισθοδοσίας προσωπικού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι καταθέσεις των επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της καραντίνας αυξήθηκαν κατά 18 δισεκατομμύρια ευρώ, είναι η ώρα, τώρα, να επενδύσουν στο ανθρώπινο δυναμικό τους και στην επέκταση των εργασιών τους.
Η αύξηση του κατώτατου ύστερα από μία δεκαετή περίοδο λιτότητας δεν διαταράσσει τον ενάρετο οικονομικό κύκλο, ούτε φουντώνει πληθωριστικές φωτιές, αντιθέτως λειτουργεί ως «αντιπύρ» στην απώλεια της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων λόγω της εξωγενούς ακρίβειας και εξισορροπεί τη ζήτηση με την προσφορά εργασίας σε υψηλότερο σημείο.
Η Ελλάδα έχει εισέλθει σε αναπτυξιακή πορεία και οι μνημονιακές πρακτικές δεν έχουν πια θέση. Ο Μητσοτάκης τα προηγούμενα δύο χρόνια έβαλε μπροστά το άλογο από το κάρο, πετυχαίνοντας σημαντικές επιδόσεις στο μέτωπο των επενδύσεων και τώρα η οικονομία έχει τα περιθώρια να τρέξει ωθώντας ανοδικά εισοδήματα και απασχόληση.