Οι λόγοι που η ένοπλη βία ως πολιτική πρακτική της Ακροαριστεράς αδρανοποιήθηκε ήταν πολλοί. Σχετίζονταν κυρίως με την ωριμότητα των ευρωπαϊκών κοινωνιών, την οικονομική ανάπτυξη, την αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και την ποιότητα της ίδιας της Δημοκρατίας. Στην Ελλάδα, κάτι ανάλογο άργησε πολύ, όπως έγινε με τη 17 Νοέμβρη που επέμενε να δρα και να προσπαθεί εμμονικά να επιχειρηματολογεί και για τις δολοφονικές της πράξεις, ακόμα και στις αρχές του 2000.
Ο λύκος κι αν εγέρασε…
Τώρα βρισκόμαστε και πάλι σε μια επικοινωνιακή ανάταξη του φαινομένου μετά την έκρηξη στην πολυκατοικία των Αμπελοκήπων, τις πέντε συλλήψεις, τις προφυλακίσεις, τις αμφισβητήσεις των ευρημάτων στη σακούλα με το όπλο, τις κοινωνικές αντιδράσεις και εκδηλώσεις συμπαράστασης. Ο ένας εξ αυτών συμμετείχε και στη βάρβαρη διαπόμπευση του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου το 2020. Η επαναστατική φαντασίωση… Κάθε εποχή και τα σύνδρομά της θα πει κανείς, μόνο που εδώ φαίνεται να κρατούν περισσότερο.
Τον Νοέμβριο του 1972 ένας από τους πιο πολιτικοποιημένους στην Ακρα Αριστερά συγγραφέας και αναμορφωτής του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος, ο Γάλλος Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ολοκλήρωνε το περίφημο «Νάδα». Η γυναίκα του του είχε κάνει την παρατήρηση ότι οι χαρακτήρες του βιβλίου μπορεί να δημιουργούσαν θετικά πρότυπα για τη δράση τρομοκρατών. Της είχε δώσει την εξής απάντηση: «Η τρομοκρατία είναι δημόσιος κίνδυνος, πραγματική καταστροφή για το επαναστατικό κίνημα. Η κατάρρευση της Ακροαριστεράς μέσα στην τρομοκρατία είναι η κατάρρευση της επανάστασης μέσα στο θέαμα».