Καταρχάς να γίνει σαφές ότι όταν μιλάμε για τον Καζαντζίδη δεν μιλάμε μόνο για τον τραγουδιστή του «Αγριολούλουδου» αλλά για τον ερμηνευτή δύο ειδών τραγουδιών που γνώρισαν την επιτυχία τις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60. Των «ινδικών» που ο όρος δεν αναφέρεται σε τραγούδια ινδικού ύφους αλλά σε ινδικά που ενορχηστρώθηκαν με βάση το μπουζούκι και τραγουδήθηκαν με ελληνικούς στίχους και κυρίως τα τραγούδια για τους μετανάστες. Οι ζιγκουάλες σε συνδυασμό με τα τρένα που φεύγουν για τη Γερμανία. Στη δεύτερη κατηγορία ο Καζαντζίδης ήταν μοναδικός. Το διαπίστωσα όταν έμεινα στη Γερμανία όπου ο Στελάρας ήταν το ίνδαλμα των Ποντίων. Μόνο που το φαινόμενο ήταν τοπικό.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Καζαντζίδης δεν ήταν παντού μεγάλο όνομα στη μουσική, αλλά σε κάποια μέρη μοιραζόταν τον «θρόνο» του και με άλλους. Κάτι που είχε να κάνει με τα πάθη και τους νταλκάδες της κάθε περιοχής. Για παράδειγμα, στην Αγία Βαρβάρα και στον Αϊ-Γιάννη τον Ρέντη κανένας δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τον «βασιλιά τον Τσιγγάνων», Μανώλη Αγγελόπουλο. Στις Τζιτζιφιές θα γέμιζε όποιο μαγαζί τραγουδούσε με τη Μαρινέλλα, αλλά άρχοντες της παλιάς Παραλιακής ήταν ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου και οι βιρτουόζοι του μπουζουκιού της εποχής. Στα σουβλατζίδικα του Πειραιά που μεγάλωσα, τα κέρματα στα τζουκ μποξ πέφτανε για τον Περπινιάδη, τον Γαβαλά και τον Ζαγοραίο και λιγότερο για τον Καζαντζίδη. Εστω και αν ο τελευταίος είχε τραγουδήσει «Το ηλεκτρόφωνο», που είναι ένας ύμνος στα τζουκ μποξ.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης στην ιστορία της λαϊκής μουσικής δεν θα κριθεί ούτε από τον χαρακτήρα του ούτε από αντισημιτική συμπεριφορά, που αν έτσι το έλεγες σε μπουζουξή της εποχής, θα νόμιζε ότι μιλάς για κάποιον που τσακώνεται με τα κουλούρια. Θα κριθεί γιατί τραγούδησε με τη φωνή ενός κομματιού της τότε κοινωνίας. Τόσο πειστικά ώστε να τον λατρέψουν και τόσο μακρινά που κανένας σήμερα δεν μπορεί να αντιληφθεί.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΕ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙ
Το φλουρί να πέσει στην κοινωνία!
Στον Ουίνστον Τσόρτσιλ αποδίδεται η φράση «Το καλύτερο επιχείρημα κατά της δημοκρατίας είναι μια πεντάλεπτη συζήτηση με τον μέσο ψηφοφόρο». Η Διεθνής Εταιρία Τσόρτσιλ το αρνείται αφού πιστεύει ότι ο Τσόρτσιλ ήταν πιο θετικός απέναντι στο εκλογικό σώμα. Αν όμως ο Τσόρτσιλ είχε βρεθεί στο τραπέζι που ήμουνα στις γιορτές, σίγουρα θα το έλεγε.
«Ξέρεις γιατί ήρθε στην Ελλάδα ο Στέφανος Κασσελάκης;». Δεν ήξερα αλλά είχα κάθε διάθεση να μάθω. «Για να περάσει το νομοσχέδιο». Αν αφαιρέσεις ότι ο Κασσελάκης δεν είχε κάνει κυβέρνηση αλλά ούτε καν είχε μπει στη Βουλή, η σκέψη είχε μια κάποια βάση. Εμενε να ξεκαθαρίσει για ποιο νομοσχέδιο είχε έρθει. «Ξέρεις για εκείνο που παντρεύονται μεταξύ τους». Προφανώς. «Για αυτό στις επόμενες εκλογές δεν πρόκειται να ψηφίσω τον Κούλη». Προφανέστερα. Το ερώτημα όμως είναι τι θα ψήφιζε. «ΣΥΡΙΖΑ». «Δηλαδή τον Φάμελλο;». Η προοπτική έμοιαζε να τον κλονίζει. «Μπορεί να ψηφίσω τη Νοτοπούλου. Επειδή τα λέει ωραία». Κούνησα καταφατικά το κεφάλι και ζήτησα τη λήθη στο δωδέκατο μελομακάρονο της βραδιάς.
Δεν είμαστε παρά πλοία που διασταυρώνονται στο σκοτάδι για να ξαναβρεθούν στο μέλλον μπροστά στην κάλπη. Εκεί που ένας -ας ελπίσουμε- μοναχικός ψηφοφόρος θα ψηφίσει Νοτοπούλου επειδή ο Κασσελάκης πέρασε το νομοσχέδιο για να παντρεύονται μεταξύ τους.
Σκέψεις για τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Το 2015 ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αφού είπε ότι τιμά τον Προκόπη Παυλόπουλο «ως καθηγητή και ως δάσκαλο», προσέθεσε ότι δεν θα τον ψηφίσει για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Πρώτον, γιατί «Δεν αντιστάθηκε στις “σειρήνες” του πελατειακού κράτους». Δεύτερον διότι «Χειρίστηκε με ανεπάρκεια μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας μας, τον Δεκέμβριο του 2008». Τρίτον επειδή «Δεν εκφράζει τη θέση της Ελλάδας στη ενωμένη Ευρώπη με τον τρόπο που εγώ θα επιθυμούσα». Σήμερα η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε ανάλογη θέση με αυτήν που βρισκόταν τον Μάρτιο του 2015. Εστω και διαφοροποιημένα κριτήρια υπάρχουν. Αν το 2020 η επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου εξυπηρετούσε την εικόνα της ευρωπαϊκής Ελλάδας που βγάζει γυναίκα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τώρα η κυβέρνηση δεν έχει λόγο να το επαναλάβει. Η πολιτική εικόνα και όχι το φύλο θα αποτελέσει το κριτήριο. Το πρόσωπο θα είναι το μήνυμα.
Ο Κωστής Στεφανόπουλος ήταν ο δημοφιλέστερος των προέδρων και ο λόγος ήταν σαφής. Η «φανέλα» της προεδρίας δεν του έπεσε βαριά, αλλά ούτε καβάλησε το καλάμι με την εκλογή του. Και με τα δύο κριτήρια ο κατάλογος των υποψηφίων γίνεται πολύ μικρότερος.