Οι περισσότεροι κάναμε αυτά που κάναμε συνήθως πριν από την πανδημία: Βρεθήκαμε από κοντά, ανταλλάξαμε δώρα, ψωνίσαμε κάτι παραπάνω για το εορταστικό μενού, βγήκαμε έξω, πήγαμε θέατρο ή σινεμά. Ολες αυτές οι σκηνές, με διάφορες παραλλαγές ασφαλώς, συνθέτουν τη μεγάλη εικόνα μιας κανονικότητας σε καιρούς μη κανονικούς: Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, με την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, με τον κορονοϊό (σε ύφεση) και τις ιώσεις (σε έξαρση). Αλλά τα Χριστούγεννα φέτος δεν αναβλήθηκαν προς μεγάλη απογοήτευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του μπορούν να λένε ό,τι θέλουν, αλλά καλό θα ήταν πριν κάνουν βαρύγδουπες δηλώσεις να κοιτάξουν λίγο γύρω τους. Και αφού δεν πιστεύουν τις δημοσκοπήσεις, ας κάνουν μια δική τους. Αλλά θα πρέπει να βγουν από τον γυάλινο, κομματικό πύργο τους και να δουν την κίνηση στους δρόμους, στα καταστήματα, στους τουριστικούς προορισμούς, στις καφετέριες. Να μπουν σε κάποιο σούπερ μάρκετ και να ξαναμετρήσουν τα κουκιά του καλαθιού του νοικοκυριού. Να θυμηθούν πού ήταν ο κατώτατος μισθός επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και πού είναι τώρα. Να ρωτήσουν κάποιον δημόσιο υπάλληλο αν είδε το μισθό του αυξημένο από την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και τους συνταξιούχους αν είδαν τον επανυπολογισμό της σύνταξής τους. Να κοιτάξουν τους λογαριασμούς ρεύματος με την κρατική επιδότηση και μετά, αφού πάρουν τις απαντήσεις τους, να αναρωτηθούν: Ποιος δεν πρέπει να έχει μούτρα να κυκλοφορεί στον δρόμο; Σίγουρα πάντως όχι ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ενοχλήθηκε ο κ. Τσίπρας επειδή -λέει- το Market Pass αφορά το 85% των ελληνικών νοικοκυριών. Το ίδιο ενοχλημένος ένιωσε και όταν ανακοινώθηκε το Fuel Pass, δυσφορία αισθάνθηκε με το επίδομα θέρμανσης, εξοργίστηκε με το επίδομα στους ένστολους, βρήκε μικρές τις αυξήσεις στα ειδικά μισθολόγια του ΕΣΥ, βρήκε ανώφελο το στεγαστικό πρόγραμμα για τους νέους. Για όλα αυτά εκείνος έχει να προτείνει κάτι καλύτερο, κάτι περισσότερο, κάτι δικαιότερο. Μόνο ένα πρόβλημα έχει: Δεν τον πιστεύει κανείς όταν τα λέει. Γιατί άραγε