Πρόκειται για την κορυφαία επιστημονική σύμβουλο του Λευκού Οίκου σε θέματα τεχνολογίας, η οποία έχει δύο βασικά προσόντα: Αφενός γνωρίζει πολύ καλά το αντικείμενό της και αφετέρου «παίζει σφαλιάρες» με τους Μπιλ Γκέιτς, Τζεφ Μπέζος, Σούνταρ Πιτσάι και Μαρκ Ζούκερμπεργκ.
Δηλαδή τα αφεντικά των τεχνολογικών κολοσσών Μicrosoft, Amazon, Google και Μeta, που κρατάνε στα χέρια τους την Αμερική.
Γεννημένη στην Ινδία και μεγαλωμένη στο Τέξας, η Πραμπχακάρ είναι ειδική στη μηχανική υπολογιστών και στην εφαρμοσμένη φυσική. Το κυριότερο όμως είναι ότι ξέρει το σύστημα από κάθε πλευρά. Εχοντας διατελέσει στέλεχος του υπουργείου Αμυνας αλλά και executive της Σίλικον Βάλεϊ, αποτελεί τον ιδανικό συνδετικό κρίκο αγοράς και πολιτικής στο θέμα της εξημέρωσης του… τέρατος της Τεχνητής Νοημοσύνης. Οπως κάθε πραγματικά καλός επιστήμονας, η Πραμπχακάρ παραδέχεται σαν άλλος Σωκράτης την άγνοιά της.
«Οι περισσότεροι κίνδυνοι που διατρέχουμε ως ανθρώπινα όντα από την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ)», δήλωσε στην «El País», «προέρχονται από πράγματα που δεν είναι εξηγήσιμα. Σκεφτείτε π.χ. κάποια φάρμακα καθημερινής χρήσης προτού υποστούν κλινικές δοκιμές. Δεν ξέραμε αν είναι ασφαλή και θα μπορούσαν να μας βλάψουν. Σε αυτό το στάδιο δοκιμών βρισκόμαστε τώρα με την ΑΙ. Δεν θα μάθουμε τα πάντα, αλλά πιστεύω ότι θα φτάσουμε σε ένα σημείο που θα μπορούμε να τη χρησιμοποιούμε με σχετική ασφάλεια, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματά της».
Η σύμβουλος του Μπάιντεν είπε ότι βασικό τεχνικό χαρακτηριστικό του Chat GPT και των άλλων μοντέλων ΑΙ είναι η αδιαφάνεια του τρόπου με τον οποίο μαθαίνουν ταχύτατα να δίνουν πλήρεις απαντήσεις. «Είναι μαύρα κουτιά στη φύση», υποστήριξε, συμφωνώντας με την πρόταση του επικεφαλής της Γερουσίας, Τσακ Σούμερ, να ρυθμιστεί το συντομότερο η λειτουργία τους. «Το ευτύχημα», συμπλήρωσε, «είναι ότι οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου είναι αμερικανικές» και συμπλέουν με τις θέσεις της πολιτικής ηγεσίας.