Τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών αποτύπωσαν την πλήρη κυριαρχία του κυβερνώντος κόμματος και το υπαρξιακό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Καμία έκπληξη, αν και ορισμένοι θα μπορούσαν να ισχυρισθούν ότι, ύστερα από μόλις τρεις μήνες από τη θριαμβευτική επανεκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική η κατάσταση.
Ωστόσο, στο διάστημα αυτό σημειώθηκαν γεγονότα που πολλαπλασίασαν τον πολιτικό χρόνο και θα μπορούσαν να προκαλέσουν αλλαγές στο συσχετισμό δυνάμεων των κομμάτων.
Η κυβέρνηση βρέθηκε σε δυσχερή θέση έχοντας να αντιμετωπίσει τις πυρκαγιές στον Εβρο και τη Ρόδο, τη διπλή πλημμύρα στη Θεσσαλία και τη Βόρεια Εύβοια, όπως και το σάλο που είχε προκαλέσει η ανεμπόδιστη πορεία των χούλιγκαν της Κροατίας σε όλη τη χώρα με δραματική κατάληξη το φονικό στη Νέα Φιλαδέλφεια. Γεγονότα δυσάρεστα που προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια της πλειονότητας της κοινής γνώμης και ενίσχυσαν το αίσθημα ανησυχίας για τη συνολική πορεία της χώρας.
Επιπλέον, σε πολιτικό επίπεδο, είχαμε την εκλογή, κυριολεκτικώς από το πουθενά, του Στέφανου Κασσελάκη στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, που ακολουθήθηκε από έναν πρωτοφανή καταιγισμό επικοινωνιακής προβολής στα όρια του τηλεοπτικού παροξυσμού.
Ενας νέος αρχηγός κατά κανόνα δημιουργεί θετικό ρεύμα για το κόμμα που ηγείται, η περίπτωση του Κασσελάκη συγκαταλέγεται στις εξαιρέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ βυθίσθηκε περαιτέρω σε σύγκριση όχι μόνο με τις περιφερειακές εκλογές του 2019 αλλά και από τα χαμηλά του περασμένου Ιουνίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κασσελάκης έθεσε ως διακύβευμα της δεύτερης κάλπης τη στήριξη του Χάρη Δούκα, που έλαβε 14% στον Δήμο Αθηναίων έναντι 41,35% του Κώστα Μπακογιάννη και έχει το χρίσμα του ΠΑΣΟΚ, ενώ είδε τους υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ να καταποντίζονται σε τρίτες ή και τέταρτες θέσεις. Την προηγούμενη εβδομάδα ο Κασσελάκης τασσόταν υπέρ της «αυτοδύναμης Αριστεράς», από προχθές το βράδυ νοιάζεται για την τύχη του «πράσινου» Δούκα και μιλά για προοδευτικές συμμαχίες.
Η μοναδική απτή επίπτωση από την επικοινωνιακή καταιγίδα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ενίσχυση του ΚΚΕ, ένα τμήμα «αριστερόστροφων» ψηφοφόρων εγκατέλειψε την Κουμουνδούρου.
Πού οφείλεται όμως η κυριαρχία του Μητσοτάκη και της Ν.Δ.; Η απάντηση είναι απλή, οι πολίτες βλέπουν μόνο ένα σχέδιο διακυβέρνησης σε κεντρικό ή αυτοδιοικητικό επίπεδο και αυτό έχει γαλάζιο χρώμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει την επαφή του με την κοινωνία, ποντάρει μόνο στις «καταστροφές» για να κινδυνολογήσει και να πλήξει την κυβέρνηση, ενώ το φωτογενές προφίλ του Κασσελάκη θάμπωσε γρήγορα μετά την επιλογή να χρίσει «υπαρχηγούς» του κόμματος τον Παππά και τον Πολάκη.
Ανάμεσα σε ένα σχέδιο και στην πορεία προς το πουθενά είναι φυσικό να κερδίζει ο κάτοχος του πρώτου και να βασανίζεται όποιος επιλέγει τη δεύτερη. Το κυβερνών κόμμα ηγεμονεύει γιατί παρουσιάζει πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, το οποίο εφαρμόζει παρά τα χρόνια προβλήματα και τις δομικές παθογένειες της κρατικής μηχανής, και ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει γιατί, όπως φαίνεται, η νέα ηγεσία του αντί να συσπειρώνει δυνάμεις χάνει έδαφος αδυνατώντας να απευθυνθεί με επιτυχία στους κεντρώους ψηφοφόρους. Επιπλέον, η Ν.Δ. διαθέτει πρόσωπα που έχουν δοκιμασθεί σε μεγάλες προκλήσεις όπως ο Χαρδαλιάς ή ο Τζιτζικώστας, αλλά και νέα γενιά στελεχών (Φαρμάκης, Σπανός) που δουλεύουν και φέρουν αποτελέσματα για τις περιφέρειες που διοικούν.
Οσο για το ΠΑΣΟΚ, πανηγυρίζει για τις επιδόσεις του, οι οποίες όμως είναι χαμηλές για ένα κόμμα που κυβέρνησε επί δεκαετίες. Το «ντέρμπι» με τον ΣΥΡΙΖΑ για τη δεύτερη θέση έχει ενδιαφέρον, αλλά η κούρσα πρωταθλητισμού γίνεται από έναν μόνο παίκτη στο πολιτικό σκηνικό.