Στις 26 Νοεμβρίου πέρασε απαρατήρητο ένα τηλεγράφημα του πρακτορείου Reuters, που αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπό το πρίσμα των εξελίξεων. Είχε τίτλο: «Αξιωματούχοι του Μπάιντεν κάνουν μια τελευταία απόπειρα να προωθήσουν εξορυκτικές επενδύσεις στη Γροιλανδία» και το περιεχόμενό του ήταν εξαιρετικά αποκαλυπτικό.
Παρακαταθήκες παρόντος και μέλλοντος…
Είκοσι μέρες μετά τις αμερικανικές εκλογές που επανέφεραν τον Τραμπ στην εξουσία, ο απερχόμενος υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χοσέ Φερνάντες, αρμόδιος για θέματα οικονομικής ανάπτυξης, ενέργειας και περιβάλλοντος, πέρασε τέσσερις μέρες στο Νούουκ, την πρωτεύουσα της Γροιλανδίας. Εκεί προήδρευσε με ύφος… οικοδεσπότη σε μια οκτάωρη(!) τηλεδιάσκεψη με ντόπιους αξιωματούχους και περισσότερους από 70 επενδυτές και εκπροσώπους εξορυκτικών εταιριών από ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία. Στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν διπλωμάτες από Αυστραλία, Βρετανία και Ε.Ε., μαζί με εκπροσώπους της Τράπεζας Εισαγωγών-Εξαγωγών των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Μενού στο τραπέζι ήταν το φιλέτο των σπάνιων γαιών και του ενεργειακού πλούτου της Γροιλανδίας, που είναι απολύτως απαραίτητο στις δυνάμεις της ευρύτερης Δύσης για την «πράσινη μετάβαση» (ηλεκτρικές μπαταρίες, αυτοκίνητα, ανεμογεννήτριες κ.λπ.).
«Προσπάθησα να δώσω στους επενδυτές μια ιδέα των ευκαιριών που υπάρχουν στη Γροιλανδία, η οποία φιλοδοξεί να γίνει το επόμενο εξορυκτικό σύνορο», δήλωσε ο υφυπουργός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στο Reuters, σαν να αναφερόταν σε τμήμα της αμερικανικής επικράτειας. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Φερνάντες εμφάνισε τις ΗΠΑ ως «καλούς» προστάτες της Γροιλανδίας, που θέλουν μεν να πάρουν κρίσιμα ορυκτά για την οικονομία τους, «αλλά όχι σε βάρος» των ντόπιων, όπως οι Κινέζοι, που δραστηριοποιούνται επίσης στο νησί. «Δεν μπορώ να προβλέψω τι θα κάνει η επόμενη κυβέρνηση, αλλά οι μπίζνες δεν αλλάζουν», είπε ο υφυπουργός του Μπάιντεν. Και πού να ’ξερε…