Οι δημοσκοπήσεις των εννέα εταιριών που έγιναν το τελευταίο διάστημα φέρνουν τη Νέα Δημοκρατία σε επίπεδα υψηλότερα κατά 0,8% σε σχέση με τις τελευταίες έρευνες του 2022. Αυτό είναι και το πιο κρίσιμο στοιχείο, σύμφωνα με τους ειδικούς, για το κυβερνών κόμμα, δηλαδή να ανεβάζει τα ποσοστά του στην τελική ευθεία προς τις κάλπες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, ακολουθεί ανοδική πορεία κατά 0,9% από τα τέλη του 2022, αλλά το τελικό αποτέλεσμα δεν διαφοροποιείται, το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας παραμένει σε επίπεδα που προσεγγίζουν το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουλίου του 2019.
Αντιθέτως το ΠΑΣΟΚ δέχεται την πίεση της μετωπικής των δύο κομμάτων, έχει χάσει πάνω από μία ποσοστιαία μονάδα μέσα σε ένα μήνα και «φλερτάρει» πλέον με μονοψήφια ποσοστά, ενώ η ομάδα των αναποφάσιστων ψηφοφόρων καλύπτει περίπου το 11% του εκλογικού σώματος.
Η κυβέρνηση πηγαίνει προς τις κάλπες με καθαρά διλήμματα: Αυτοδυναμία ή περιπέτειες, λέει ο Μητσοτάκης και καλεί τους πολίτες να συγκρίνουν τα πεπραγμένα της δικής του διακυβέρνησης με την αντίστοιχη του Τσίπρα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θέτει διλήμματα τα οποία είτε δεν στέκουν είτε συγκρούονται με τις τάσεις της εκλογικής βάσης. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να υποστηρίξει το «αφήγημα» της προοδευτικής διακυβέρνησης όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πίσω από τη Ν.Δ. και με σημαντική απόσταση, αλλά και όταν αφήνει υπαινιγμούς κατά του ΠΑΣΟΚ ότι σύρεται σε συγκυβέρνηση με τον Μητσοτάκη, επειδή είναι εκβιαζόμενος ο Ανδρουλάκης.
Επιπλέον, το νέο εύρημα της Κουμουνδούρου για «δημοκρατία ή Μητσοτάκη» σκοντάφτει στα υψηλά ποσοστά δημοφιλίας και καταλληλότητας του πρωθυπουργού έναντι του Τσίπρα. Στα ερωτήματα για το ποιος μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα ζητήματα της οικονομίας, τα εθνικά και το μεταναστευτικό, η υπεροχή του πρωθυπουργού είναι συντριπτική.
Η ατζέντα της κοινωνίας είναι διαφορετική από τον μικρόκοσμο της ομάδας που περιβάλλει τον Τσίπρα. Οι πολίτες θέλουν προτάσεις και όχι αναθέματα. Η οικονομία εξελίσσεται θετικά, αλλά απαιτούνται προσεκτικοί χειρισμοί για να μην υπάρξουν δημοσιονομικά μπλεξίματα. Και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ειδικός στο να δημιουργεί προβλήματα σε κάθε λύση.
Η Ελλάδα δεν πάσχει από έλλειμμα δημοκρατίας, όπως υποστηρίζει η Κουμουνδούρου επιστρέφοντας στη συνθηματολογία περασμένων δεκαετιών. Οι πολίτες κοιτάζουν μπροστά, βλέπουν ότι παρά τα λάθη και τις καθυστερήσεις τα τελευταία χρόνια έγιναν βήματα προόδου στην οικονομία, στην ψηφιοποίηση του κράτους και στην Παιδεία, και περιμένουν το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας.
Και αυτό είναι το κλειδί για την αυτοδυναμία της κυβέρνησης. Δεν πρέπει να ζητήσει απλώς τη συγκριτική ψήφο, αντιπαραβάλλοντας τα πεπραγμένα της με τις πενιχρές επιδόσεις του Τσίπρα, οφείλει να παρουσιάσει το σχέδιο της επόμενης τετραετίας για τα αναγκαία άλματα της Ελλάδας, ώστε να καλύψει το χαμένο έδαφος της μνημονιακής περιόδου. Με αυτό τον τρόπο θα προσεγγίσει τους αναποφάσιστους, που θα πειστούν με θέσεις και όχι με ανένδοτους που καταλήγουν σε ανέκδοτα.