Θα ανεγερθεί στην περιοχή του Παλαιού Σιδηροδρομικού Σταθμού, σε ακίνητο της ΓΑΙΑΟΣΕ Α.Ε., το οποίο εκμισθώθηκε για αυτόν το σκοπό στην Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, στην πορεία παρουσιάστηκαν σημαντικά προβλήματα που είχαν να κάνουν με τη χωροθέτηση, την προσβασιμότητα στις εγκαταστάσεις του, αλλά και με την εξασφάλιση έκτασης για τη δημιουργία χώρου στάθμευσης, που αποτελούσε προϋπόθεση για την αδειοδότηση και λειτουργία του Μουσείου. Υποτίθεται ότι ο εργολάβος θα έπιανε δουλειά τον Ιούνιο του 2023, αλλά πλέον ο ορίζοντας έχει μετατεθεί για το τέλος του χρόνου. Πάντως, οι αρμόδιοι επιμένουν ότι το Μουσείο θα γίνει και στις αρχές του 2026 θα υποδεχθεί τους πρώτους επισκέπτες του. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο θα το επισκέπτονται περισσότερα από 500.000 άτομα, ενώ εκτιμάται ότι θα βελτιώσει κατά 180% (!) τη θέση της Θεσσαλονίκης στα τουριστικά δρώμενα παγκοσμίως.
Χαμένοι στο πρωτόκολλο
Πρόκειται για ένα έργο υψηλού συμβολισμού και διεθνούς εμβέλειας, το οποίο θα συμβάλει στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης του Ολοκαυτώματος, αλλά και στην αναβάθμιση της περιοχής. Στη νέα θέση του, εκεί απ’ όπου, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αναχώρησαν τα «τρένα του θανάτου» που οδήγησαν χιλιάδες Εβραίους της Θεσσαλονίκης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, το κτίριο θα αποτελεί μέρος του τοπίου του παραλιακού μετώπου και θα «συνομιλεί» με το πιο γνωστό τοπόσημο της Θεσσαλονίκης, τον Λευκό Πύργο. Χρηματοδοτείται με δέκα εκατομμύρια ευρώ από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Γερμανίας, με ίσο ποσό από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και με οκτώ εκατομμύρια ευρώ από την ελληνική κυβέρνηση, ενώ ο CEO της Pfizer, Αλμπερτ Μπουρλά, θα διαθέσει ένα εκατομμύριο ευρώ από το βραβείο Genesis.
Το Μουσείο θα αναβαθμίσει σημαντικά την περιοχή της δυτικής εισόδου της Θεσσαλονίκης και θα τονώσει το επενδυτικό ενδιαφέρον για την περιοχή. Μάλιστα, ήδη οι αξίες της γης και των ακινήτων στην περιοχή έχουν αυξηθεί. Οι μισθωτήριες αξίες των γραφειακών χώρων έχουν αυξηθεί κατά 30%, οι αγοραίες αξίες επίσης παρουσιάζουν αύξηση, μεγάλες εταιρίες όπως η Dimand επενδύουν στην περιοχή, η Deloitte προγραμματίζει τη μετεγκατάστασή της εκεί και μεγάλο ενδιαφέρον από Ελληνες και ξένους επενδυτές εκδηλώνεται για ακίνητα δίπλα στο Μουσείο Ολοκαυτώματος, όπως αυτό της ΒΙΛΚΑ και το οικόπεδο όπου στεγαζόταν παλιά εργοστάσιο της ΖΑΝΑΕ.
Οπως και να έχει, με την ανέγερση του Μουσείου Ολοκαυτώματος η Θεσσαλονίκη τιμά το παρελθόν της και ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον. Ενας τόπος μνήμης και μαρτυρίας μετατρέπεται σε ένα διεθνές σύμβολο ενάντια στο ρατσισμό -στις διακρίσεις κάθε είδους- και δίνει νέα δυναμική και προοπτική στην πόλη.