Οι ενδιάμεσες εκλογές, που έχουν στόχο να ανανεώσουν τις πλειοψηφίες στα δύο σώματα του Κογκρέσου -τη Βουλή και τη Γερουσία-, φέτος γίνονται υπό τη σκιά σοβαρών απειλών για την ασφάλεια και την ειρήνη στη διεθνή σκηνή, αλλά και της επανεμφάνισης του Ντόναλντ Τραμπ μέσω των υποστηρικτών του, που συνεχίζουν να έχουν ισχυρή φυσική και εικονική παρουσία.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Καθώς ο Τραμπ έχει αρχίσει τον τελευταίο καιρό να κινεί και πάλι τον πολιτικό μηχανισμό που τον στηρίζει -είτε για την εκλογή πιστών του στο Κογκρέσο είτε για να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα σε δύο χρόνια-, ενισχύεται η αίσθηση πολιτικής τοξικότητας που δηλητηριάζει τις εκλογές. Το ζήτημα όμως είναι πως ο τέως πρόεδρος εξακολουθεί να εμπνέει ψηφοφόρους που είναι έτοιμοι να τον ακολουθήσουν. «Ο Τραμπ εξακολουθεί να προσελκύει περισσότερο ενδιαφέρον στις αναζητήσεις στο Διαδίκτυο», έγραψε η εφημερίδα «Τάιμς της Νέας Υόρκης», σημειώνοντας ότι «η δημοτικότητα του προέδρου Μπάιντεν έχει υποχωρήσει στο 40%». Οσο διογκώνονται τα προβλήματα της καθημερινότητας και βαραίνει το διεθνές κλίμα τόσο περισσότεροι «επιστρέφουν» στη συνταγή της επιθετικότητας, της αμφισβήτησης προσώπων και θεσμών.
Τον τόνο δίνει ο ίδιος ο Τραμπ, ο οποίος, παρά τα προβλήματα με τη Δικαιοσύνη και την κατακραυγή για το ιδιότυπο «προεδρικό πραξικόπημα» στο οποίο παρότρυνε τους οπαδούς του, δεν έχει μειώσει στο ελάχιστο τη ρητορική του. Πρόσφατα, μετά την έρευνα στη βίλα του για απόρρητα έγγραφα που είχε αφαιρέσει από τον Λευκό Οίκο, αποκάλεσε τους πράκτορες του FBI «μοχθηρά τέρατα», ενώ συχνοί είναι οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί για μέλη του Κογκρέσου. Παρόμοια ρητορική της βίας που «ανάβει τα αίματα» χρησιμοποιούν στελέχη των Ρεπουμπλικανών, οπαδοί του τραμπισμού, όπως η βουλευτής Μάρτζορι Γκριν από την Τζόρτζια, η οποία είπε (επευφημούμενη) σε προεκλογική συγκέντρωση πως οι Δημοκρατικοί θέλουν βία και αίμα, να δουν νεκρούς από τις τάξεις των Ρεπουμπλικανών.