Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Η μονομαχία για το Ελιζέ δύο υποψηφίων που εκπροσωπούν τα «άκρα» ήταν ένα εφιαλτικό σενάριο, το οποίο δεν ήθελαν καν να σκέφτονται οι αγορές και το γαλλικό κεφάλαιο. Αποτελεί όμως ένα ενδεχόμενο μετά την ξέφρενη «κούρσα» του Μελανσόν στη νεολαία και τα απογοητευμένα λαϊκά στρώματα, τα οποία φλέρταραν με την αποχή.
Ο «δημοκρατικός ριζοσπαστισμός» του 65χρονου αριστερού ηγέτη αμφισβητεί τη λιτότητα της ευρωζώνης, προτάσσοντας έναν πατριωτισμό χωρίς μίσος για τους μετανάστες, αλλά και χωρίς να αμφισβητεί δομικά τα ενισχυμένα αστυνομικά μέτρα μετά το Μπατακλάν.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Ισως αυτό το κοκτέιλ μετριοπάθειας και ριζοσπαστισμού, το οποίο αφουγκράζεται τις λαϊκές ανάγκες να ώθησε προς τα πάνω τον Μελανσόν -σε συνδυασμό με την πρωτοποριακή καμπάνια και το επικοινωνιακό του χάρισμα. Δημοσκοπικά κινείται στο 18%-19% -περίπου όσο ο Φιγιόν και ελάχιστα πίσω από τους Μακρόν-Λεπέν, οι οποίοι βλέπουν τη δυναμική τους πεσμένη στο 23%-24%.
Η αλήθεια είναι ότι δύσκολα ο Μελανσόν θα ολοκληρώσει την έκπληξη περνώντας στο β’ γύρο. Η πορεία του όμως σηματοδοτεί μια γενικότερη στροφή του εκλογικού σώματος προς τα αριστερά, που αντανακλάται στο 2-2,5% του αντικαπιταλιστή υποψηφίου Πουτού, αλλά και στην επιλογή του «αριστερού σοσιαλδημοκράτη» Αμόν ως υποψηφίου των Σοσιαλιστών.
Στον τελευταίο ξέσπασε η οργή του προέδρου των Γάλλων βιομηχάνων, Πιέρ Γκατάζ, ο οποίος δήλωσε στη «Le Parisien» ότι «η ψήφος στους Μελανσόν, Λεπέν, Αμόν (σ.σ. αθροίζουν πάνω από 50% στις δημοσκοπήσεις) σημαίνει ερείπια, δυστυχία και γενικευμένη φτώχεια». Για αυτό οι Γάλλοι πρέπει να προσέξουν την επιλογή τους στις 23 Απριλίου, τόνισε το αφεντικό της Medef, φωτογραφίζοντας ως μόνο «ορθή» ψήφο εκείνη που πηγαίνει στους Μακρόν και Φιγιόν. Δηλαδή στους «εγκεκριμένους» πολιτικούς των αγορών.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου