Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
ΣΤΙΣ ΣΧΟΛΕΣ Δημοσιογραφίας διδάσκονται πολλοί κανόνες, κάποιοι μπορεί να ακούγονται παρωχημένοι, αλλά συνήθως αυτοί αποδεικνύονται διαχρονικοί και κρίσιμοι. Οπως ο κανόνας που ορίζει ότι ο δημοσιογράφος αποκαλύπτει ειδήσεις, δεν γίνεται είδηση ο ίδιος. Η Ινγκεμπορχ Μπέχελ (Ingeborg Beugel) έγινε είδηση που «πούλησε» και «τρένταρε», αλλά αποκάλυψη δεν είχε. Παρά τη σπουδή των αντιπολιτευτικών μέσων να αποθεώσουν ένα δημοσιογραφικό χάπενινγκ, επί της ουσίας ήταν «μουστάρδα μετά το φαγητό», όπως λέει μια σοφή ολλανδική παροιμία για κάτι που γίνεται χωρίς λόγο και πολύ αργά. Αλλά στην Ελλάδα ζούμε, όπου ακόμα μπερδεύουμε την ερευνητική δημοσιογραφία με τους επιθετικούς αφορισμούς και την επιτυχία με το ύψος των ντεσιμπέλ.
ΟΙ ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ, οι δραματοποιημένοι τόνοι και οι συνεχείς διακοπές του συνεντευξιαζομένου προσφέρουν τόση ουσία στα σοβαρά θέματα όση προσφέρουν και οι πηχυαίοι τίτλοι που μετατρέπουν τα ταμπλόιντ σε θεατρική μαρκίζα: Τίποτα. «Ο Τζεφ μού έμαθε πως, όταν διαχειριζόμουν ένα γνήσια δραματικό υλικό, έπρεπε να διατηρώ νηφάλιο, συγκρατημένο τόνο, σχεδόν πεθαμενατζίδικο. “Dead-away”, ήταν η φράση που χρησιμοποιούσε», συνεχίζει ο Φρίντμαν. Και με έναν παράξενο τρόπο συμπίπτει με τον Στίβεν Σακούρ, τον οικοδεσπότη του «HARDtalk», τον οποίο επίσης «αποκάλυψαν» οι εγχώριοι ακτιβιστές-δημοσιογράφοι, όταν πίεζε τον πρώην υπουργό Τουρισμού, Χάρη Θεοχάρη.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
«ΤΟ “HARDTALK” δεν είναι ποιος φωνάζει πιο δυνατά για να γράψει πόντους στον πίνακα των σκορ. Είναι έξυπνες ερωτήσεις που οι πολίτες θα ήθελαν να κάνουν αν είχαν την ευκαιρία να ρωτήσουν. Μιας καλής συνέντευξης προηγείται μια εξαντλητική, σχεδόν εμμονική έρευνα. Εχουμε τον χρόνο να “σκάψουμε” βαθιά, να οδηγήσουμε τους καλεσμένους μας στις σκληρές ερωτήσεις. Αλλά αυτό δουλεύει μόνο αν είμαστε διαβασμένοι».
ΠΟΣΟ «ΔΙΑΒΑΣΜΑ» ακόμα χρειάζεται το μεταναστευτικό για να αντιληφθούμε -πολιτικοί, δημοσιογράφοι και πολίτες- πως το θέμα δεν προσφέρεται για θέαμα; Ακόμα και αν αφήσουμε στην άκρη την πολυπλοκότητά του σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο και κρατήσουμε το καθαρά ανθρωπιστικό κομμάτι, οι επιλογές δεν είναι πολλές. Είτε βάζουμε φρένο στα εγκλήματα των αδίστακτων διακινητών και στην εργαλειοποίηση ανθρώπινων ψυχών από καθεστώτα τύπου Λουκασένκο είτε γυρίζουμε στο 2015, όταν παιδιά πνίγονταν στο Αιγαίο και πολιτικοί λιάζονταν στον ήλιο της αλληλεγγύης.
«ΜΟΛΙΣ ΣΩΣΑΜΕ 250 ανθρώπους που κινδύνευαν να πνιγούν νότια της Κρήτης», είπε φορτισμένος ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Η Ελλάδα προστατεύει τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης», είπε ο Μαρκ Ρούτε. Είναι, άραγε, αθέμιτο αυτό; Να προστατεύει ένα κυρίαρχο κράτος τα σύνορά του, με αυστηρότητα αλλά χωρίς να ξεχνά την ανθρωπιά του; Η ερώτηση αυτή δεν τέθηκε. Ισως, την ακούσουμε σε κάποια επόμενη συνέντευξη Τύπου που θα δοθεί στα σύνορα της Πολωνίας με τη Λευκορωσία.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr