Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Κατ’ αρχάς δεν ήταν εκλογικός, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών ότι είναι οριστική η απόφαση του πρωθυπουργού για εξάντληση της τετραετίας ζητώντας από τους πολίτες να αξιολογήσουν τις επιδόσεις της κυβέρνησης στο τέλος της θητείας της και να τη συγκρίνουν με την περίοδο Τσίπρα.
Εάν ο ανασχηματισμός είχε εκλογικό χρώμα θα βλέπαμε τοποθετήσεις υπουργών και υφυπουργών και με άλλα πολιτικά κριτήρια, ώστε να εκπροσωπούνται κρίσιμες περιφέρειες ή να εξυπηρετούνται ευρύτεροι κομματικοί συσχετισμοί.
Δεύτερον, ο ανασχηματισμός δεν ήταν δομικός, τουλάχιστον στο βαθμό που αναμενόταν τις προηγούμενες εβδομάδες. Για παράδειγμα, δεν δημιουργήθηκε αυτόνομο υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής ενώ μοναδική δομική αλλαγή που αποφασίσθηκε στη σύνθεση της κυβέρνησης ήταν η αναβάθμιση του χαρτοφυλακίου της Πολιτικής Προστασίας με θέση υπουργού, πριν από την εμπλοκή με τον Βαγγέλη Αποστολάκη.
Τρίτον, δεν ήταν σαρωτικός. Στα περισσότερα υπουργεία δεν υπήρξαν αλλαγές. Το οικονομικό επιτελείο παρέμεινε ακλόνητο και αυτό το στοιχείο σταθερότητας ήθελε να το τονίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μία περίοδο που η ανάκαμψη έχει αρχίσει να γίνεται ορατή σε όλη την αγορά και η αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων δεν επιτρέπει καθυστερήσεις. Αλλαγές δεν υπήρξαν και στους τομείς της Διπλωματίας και της Αμυνας, όπου ο Νίκος Δένδιας και ο Νίκος Παναγιωτόπουλος θα έχουν τους προσεχείς μήνες να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις.
Το βασικό χαρακτηριστικό του ανασχηματισμού ήταν η επανεκκίνηση σε τομείς όπου η κυβέρνηση έπρεπε να αλλάξει ταχύτητα. Μετά την αναγνώριση των ευθυνών του κρατικού μηχανισμού για τις πυρκαγιές του Αυγούστου, η παραμονή του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ήταν αδύνατη. Η αντικατάσταση του κ. Χρυσοχοΐδη από τον Τάκη Θεοδωρικάκο, που επέστρεψε δυναμικά στην κυβέρνηση, έχει τη δική της σημασία. Ο κ. Θεοδωρικάκος μπορεί να συνομιλεί με ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις ενώ έχει δείξει ότι επιζητεί και επιτυγχάνει κλίμα συναίνεσης, όπως συνέβη με τον εκλογικό νόμο για τη ψήφο των αποδήμων.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Στο υπουργείο Υγείας, ο Βασίλης Κικίλιας σήκωσε μεγάλο βάρος επί 18 μήνες και αυτό αναγνωρίσθηκε από τον πρωθυπουργό που του ανέθεσε το χαρτοφυλάκιο του τουρισμού. Η αποχώρηση και του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Βασίλη Κοντοζομάνη, αποτέλεσε έκπληξη, όμως σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές σηματοδοτεί την ανάγκη να υπάρξει μία νέα αρχή στην αντιμετώπιση της πανδημίας, ιδίως τώρα που απαιτείται ειδικός χειρισμός για όσους υγειονομικούς επιμένουν στον μη εμβολιασμό.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του κ. Αποστολάκη, που ανακοινώθηκε επισήμως στη θέση του υπουργού Πολιτικής Προστασίας για να αποχωρήσει δύο ώρες αργότερα, είναι σαφές ότι δημιούργησε πλήγμα στη συνολική εικόνα συναίνεσης που ήθελε να δώσει η κυβέρνηση στο ζήτημα της Πολιτικής Προστασίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να «χαλάσει το τάβλι» μιλώντας αρχικά για «αποστάτες» που αργότερα μετατράπηκαν σε αξιότιμους ναυάρχους.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δείξει ότι μπορεί να συνομιλεί και να συνεργάζεται με πολιτικά στελέχη από όλο το φάσμα της Κεντροαριστεράς, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον κ. Παναγιώτη Τσακλόγλου, ο οποίος έχει αναλάβει τη μεταρρύθμιση του επικουρικού συστήματος ασφάλισης. Το ίδιο έπραξε και με τον κ. Αποστολάκη, που είχε θητεύσει στην κυβέρνηση Τσίπρα, αν και ο ναύαρχος, υπό την πίεση που δέχθηκε από την Κουμουνδούρου, υπαναχώρησε αιφνιδίως.
Κατά τη γνώμη μας, η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει ανάγκη υποστήριξης από στελέχη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Η θέση μπορεί να καλυφθεί από στελέχη της Κεντροδεξιάς παράταξης, γιατί αυτό που τελικά μετράει σε κάθε ανασχηματισμό δεν είναι η εικόνα αλλά η αποτελεσματικότητα των νέων προσώπων.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr