Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Στο κυριακάτικο γκάλοπ που τάραξε τα νερά, εμφανίζοντας τους Σοσιαλδημοκράτες μια μονάδα μπροστά από τους Χριστιανοδημοκράτες ύστερα από μια επταετία (31%-30%), η «Bild» διερωτήθηκε: «Μήπως η Γερμανία κουράστηκε από τη Μέρκελ;». Οσο πετυχημένος κι αν είναι κανείς στη δουλειά του, σε μια σχέση, στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας, ο πανδαμάτωρ χρόνος φθείρει τα πάντα (τουλάχιστον στις δημοκρατίες).
Ετσι λοιπόν, η γερμανική κοινωνία έπεσε θύμα του Wechselstimmung (συγγνώμη και πάλι…) χωρίς καλά καλά να το καταλάβει. Είναι μια υπόγεια διαδικασία που διαβρώνει το φρόνημα σαν το σαράκι και τη διαπιστώνει κανείς μόνο όταν έχει ριζώσει βαθιά στην καρδιά και στο μυαλό των ανθρώπων. Η Μέρκελ πέτυχε, αλλά και κούρασε δώδεκα ολόκληρα χρόνια στην καγκελαρία. Κι η ίδια άλλωστε αναδείχθηκε μέσα από ένα Wechselstimmung το 2005, όταν η γερμανική κοινωνία βαρέθηκε τον Σρέντερ. Ο οποίος, με τη σειρά του, επωφελήθηκε από το Wechselstimmung σε βάρος του Χέλμουτ Κολ, το 1998. Στο τέλος κανείς δεν γλιτώνει.
Προσοχή, όμως! Σε αντίθεση με την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, το Βέλγιο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που αλλάζουν συχνά κυβερνήσεις, οι Γερμανοί είναι μαθημένοι σε μακρόβια και σταθερά σχήματα. Επομένως, το Wechselstimmung δεν συνεπάγεται αυτομάτως Regierungswechsel, δηλαδή αλλαγή κυβέρνησης. Για να πέσει η Μέρκελ δεν αρκούν ούτε μία ούτε δύο δημοσκοπήσεις, αλλά θα πρέπει ο -μαθημένος ως τώρα στα εύκολα- Μάρτιν Σουλτς να αντέξει ως το τέλος. Οι γερμανικές εκλογές δεν είναι σπριντ αλλά μαραθώνιος. Κι έχουμε πολύ δρόμο ώσπου να μπουν οι δρομείς στο στάδιο, γύρω στα μέσα Σεπτεμβρίου.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου