Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Το θέμα είναι ότι κάθε φορά που ένας υπουργός αυτής της κυβέρνησης κάνει μια δήλωση που συναντά την αντίδραση των κοινωνικών φορέων, των social media, των δημοσιογράφων ή απλά της κοινής λογικής προσπαθεί την επόμενη να ανασκευάσει, ρίχνοντας το φταίξιμο σε όλους αυτούς που δεν κατάλαβαν. Ακόμα χειρότερα, σε όλους αυτούς που εσκεμμένα παρανόησαν και διαστρέβλωσαν τις δηλώσεις τους.
Eχει κάποια λογική αυτός ο παραλογισμός. Κατ’ αρχάς συντηρείται το θέμα. Κατά δεύτερον, συντηρείται σε ένα σύννεφο σύγχυσης, εξηγήσεων και επεξηγήσεων έτσι ώστε ο καθένας να κρατά αυτό που του αρέσει. Και το είπα και δεν το είπα. Το είπα, αλλά δεν το επιθυμώ. Το είπα, αλλά δεν το καταλάβατε. Oπως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Ξυδάκης, ο οποίος μετά το σάλο που δημιουργήθηκε για το θέμα της δραχμής αναγκάστηκε να δώσει τόσες διευκρινίσεις που κάθε μία «καπέλωνε» την προηγούμενη, αλλά -προσέξτε- χωρίς να την ακυρώνει.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Το νόημα κάθε φορά ήταν πως ο ίδιος ποτέ δεν υποστήριξε επιστροφή στη δραχμή, αλλά, από την άλλη, πρέπει να μάθουμε να συζητάμε όλα τα θέματα χωρίς ταμπού και δαιμονοποιήσεις. Οι αιρετοί θα πρέπει να εξετάζουν όλα τα ενδεχόμενα, ακόμη και για να τα απορρίψουν, σημείωσε, κάνοντας την Πυθία να μοιάζει σχολιαρόπαιδο.
Και αν κάποιος αναρωτηθεί ποια η σκοπιμότητα να συζητηθεί στη Βουλή το θέμα του εθνικού νομίσματος, θα πάρει τη φιλοσοφική απάντηση για το «καλό του διαλόγου». Ναι, αλλά πότε λέγονται αυτά; Oταν το Grexit αρχίζει να επανεμφανίζεται στα ευρωπαϊκά δημοσιεύματα, όταν οι συζητήσεις για τη β’ αξιολόγηση έχουν φθάσει σε τεχνικό και πολιτικό αδιέξοδο, όταν οι φάσης φύσεως νοσταλγοί της δραχμής επανακάμπτουν. Θα δεχθούμε ότι ο κ. Ξυδάκης δεν επιθυμεί την επιστροφή στη δραχμή. Τότε γιατί ρίχνει νερό στο μύλο εκείνων που το επιδιώκουν;
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου