Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
ΟΣΟ κι αν έχει καταστεί απολύτως σαφής η πολιτική επένδυση του ΣΥΡΙΖΑ στην καταστροφολογία. Οσο κι αν έχει υπάρξει επίσημη «αποδοχή του ρίσκου». Οσο κι αν τα καλέσματα για τις κορονο-συγκεντρώσεις ήταν πολλά και επίσημα, δύσκολα χωνεύεται η εικόνα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να χασκογελάει μιλώντας για την επιδείνωση της πανδημίας. Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο Α. Τσίπρας μπορεί και να χαίρεται γιατί αυξάνονται τα θύματα της πανδημίας. Οσο κι αν είναι αντιληπτό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, αν δεν υπήρχε η πανδημία και η φθορά της κυβέρνησης εξαιτίας της, δεν θα είχε τίποτα να πει και κυρίως τίποτα να περιμένει. Παρ’ όλα αυτά, δεν το βάζει ανθρώπου νους ότι ένας πρώην πρωθυπουργός της χώρας μπορεί και να χαίρεται, προσδοκώντας πολιτικό όφελος από μια καταστροφή. Από την άλλη υπάρχει το πεισματάρικο βίντεο.
Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ διασταύρωσαν τα ξίφη τους με αφορμή αυτό το βίντεο. Η μεν Ν.Δ. έκανε λόγο για «προσποίηση» του κ. Τσίπρα, ότι «ανησυχεί για την εξέλιξη της πανδημίας και παρέθεσε το βίντεο, με το σχόλιο «το χαμόγελό του όταν μιλάει για κρούσματα τα λέει όλα». Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ, διά του Ν. Ηλιόπουλου, δεν έκρυψε την ενόχλησή του και πέρασε στην αντεπίθεση, λέγοντας, ότι «το θράσος των πανικόβλητων του Μ. Μαξίμου να επιρρίπτουν από πάνω και χαιρεκακία στους πολιτικούς του αντιπάλους, όταν επισημαίνουν το προφανές, είναι μόνο για γέλια».
ΔΕΝ ΞΕΡΩ τι και αν είναι για γέλια ή για κλάματα. Είναι αξιοσημείωτη όμως η ενόχληση του ΣΥΡΙΖΑ. Αν δεν υπήρχε έρεισμα να παρεξηγηθεί ο Α. Τσίπρας -αν δεν υπήρχε το βίντεο δηλαδή-, προφανώς η Κουμουνδούρου δεν θα είχε κανένα λόγο να αντιδράσει. Θα άφηνε την Ν.Δ. μόνη της με τη φαιδρότητα και τη σκανδαλώδη-προφανή προσπάθεια διαστρέβλωσης της εικόνας ή των λεγομένων του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Ομως αντέδρασε. Και αντέδρασε γιατί κατάλαβε ότι είναι πολλοί αυτοί οι οποίοι δεν είδαν καθόλου καλά τα χαμόγελα και μάλιστα σε μια τέτοια κατάσταση.
ΠΕΡΑΝ της πολιτικής προσέγγισης του θέματος, υπάρχει και η ανθρώπινη. Η χαρακτηρολογική. Πόσω μάλλον που η χθεσινή αντίδραση του Α. Τσίπρα ξύπνησε τις μνήμες από μια άλλη παρόμοια αντίδρασή του για ένα εξίσου τραγικό γεγονός. Ηταν πρωθυπουργός της χώρας. Ηταν 26 Ιανουαρίου 2015, όταν στο Αλμπαθέτε της Ισπανίας είχε συντριβεί ένα F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας κι είχαν χάσει τη ζωή τους 2 Ελληνες πιλότοι. Ο σμηναγός Π. Λάσκαρης και ο σμηναγός Αθ. Ζάγκας. Και ήταν 5 Ιουλίου 2019, όταν ο Α. Τσίπρας σε συνέντευξή του στον ALPHA θυμήθηκε -γελώντας πάλι- πως τον Ιανουάριο του 2015 χτύπησε το τριψήφιο τηλέφωνο και τον ενημέρωσαν για το τραγικό γεγονός. Η συνέντευξη ήταν προεκλογική -2 μέρες πριν από τις εκλογές- και ο Α. Τσίπρας ήθελε να δείξει ένα πιο ανθρώπινο και προσιτό πρόσωπο. Και διηγήθηκε το τραγικό συμβάν γελώντας πάλι. Αυθόρμητα και αμήχανα. Οπως γελούν οι άνθρωποι, όταν θέλουν να γίνουν συμπαθείς…
Ο,ΤΙ επαναλαμβάνεται ασφαλώς δεν είναι τυχαίο. Το ερώτημα επομένως είναι αν τα γέλια του Α. Τσίπρα -δεδομένου ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να δείχνουν πραγματική χαρά για κάτι τόσο τραγικό- είναι αποτέλεσμα έλλειψης συναίσθησης; Ή και ενσυναίσθησης, που είναι η νέα λέξη, την οποία έμαθε τελευταία και του αρέσει; Είναι αυτό που είχε πει κάποτε για το πώς του φάνηκε όταν γνώρισε για πρώτη φορά τον μετέπειτα συγκυβερνήτη του Π. Καμμένο; Μου είχε φανεί σαν «μπούλης» είχε πει.
ΙΣΧΥΕΙ ίσως το «γελά ο μωρός καν τι μη γελοίο ει»; Ή μήπως ισχύει το «μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι»; Ο,τι κι αν συμβαίνει πάντως, δεν είναι ούτε ωραίο ούτε στοιχειωδώς σοβαρό.
H Οξφόρδη και το σύνδρομο της Κίνας
ΝΑ ΜΗ ΧΑΘΕΙ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Η χώρα μετρά και κουβαλά ήδη 13 βασανιστικούς μήνες πανδημίας. Οι απώλειες σε ζωές και στην οικονομία είναι ήδη μεγάλες, παρότι η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται μεταξύ των 6-7 ευρωπαϊκών χωρών που τα έχουν πάει καλύτερα με την πανδημία.
Η υπομονή δείχνει να εξαντλείται την ώρα που η πανδημία καταγράφει ρεκόρ κρουσμάτων. Η χαλάρωση σιγά σιγά δείχνει να είναι μονόδρομος. Οχι για να δοθεί στον λαό αυτό που ζητά. Αλλά σαν μέσο, ώστε να αναθερμανθεί η τήρηση των μέτρων, τα οποία έχουν πέσει κι αυτά θύματα της κόπωσης. Αλλά και για να επιστρέψει η αστυνόμευση της τήρησης των μέτρων. Η οποία ειδικά μετά τη Ν. Σμύρνη έλαμψε διά της απουσίας της, καθιστώντας την έννοια του «σκληρού lockdown» σύντομο ανέκδοτο. Εδώ και εβδομάδες ζούμε σε μια ολίγον σχιζοφρενή πραγματικότητα: Θεωρητικά υπάρχει το πιο μακρύ και σκληρό lockdown στην Ευρώπη, όταν στην πράξη δεν υφίσταται lockdown.
Χρειάζεται λοιπόν ένα restart των μέτρων, έστω και σε καθεστώς μεγαλύτερης χαλάρωσης. Πίσω μας είναι 13 πολύ δύσκολοι μήνες. Μπροστά μας είναι μόνο ένας, αλλά πολύ πιο δύσκολος μήνας. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χθες πρέπει να εκληφθούν και να αποσκοπούν μόνο στην εξασφάλιση αποθεμάτων υπομονής και υπευθυνότητας για την πιστή εφαρμογή των μέτρων. Οχι σαν λήξη του συναγερμού. Αν εκληφθούν ως λήξη, δεν θα χαθεί μόνο το Πάσχα. Θα χαθεί, όπως προειδοποιεί και ο καθηγητής κ. Παυλάκης, και το καλοκαίρι. Μαζί του θα χαθούν ο τουρισμός και η άμεσα εξαρτημένη απ’ αυτόν ελληνική οικονομία. Μαζί της, εκτός από την υπερπροσπάθεια των 13 μηνών, θα χαθούν και πολλές θέσεις εργασίας. Αξίζει να συμβεί αυτό;
Οχι βέβαια. Το αντίθετο επιβάλλεται. Το κράτος, αποσαφηνίζοντας την πολιτική του και δείχνοντας αποφασιστικότητα, να κερδίσει πάλι την εμπιστοσύνη της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας, ώστε αυτός ο κρίσιμος μήνας να περάσει με όφελος και όχι με μεγαλύτερες απώλειες, σε όλα τα επίπεδα. Η κυβέρνηση, μαζί με τη χαλάρωση, οφείλει να επιβάλει την τήρηση των μέτρων με τα νέα δεδομένα. Και ο πολίτης οφείλει να επιδείξει πάλι την ατομική ευθύνη που επέδειξε στην πρώτη φάση της πανδημίας. Και να κλείσει τα αυτιά του στις σειρήνες του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας, που επενδύουν στην καταστροφή.
«ΚΗΠΟΥΡΟΣ» ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ…
Εντύπωση προκάλεσε η συμπεριφορά του Γ. Ραγκούση στην προχθεσινή συνεδρίαση της Βουλής για τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής. Ενώ είχε την «τιμητική» του από πρώην συντρόφους του στο ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι θύμιζαν τα όσα έλεγε κι έγραφε ο άλλοτε «κηπουρός του ΓΑΠ» για τις «μαφιόζικες» μεθοδεύσεις, την περίοδο του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες, εκείνος, αφού μίλησε, έφυγε από την αίθουσα. Κι ενώ παρέμενε στη Βουλή, απέφυγε να μπει στην αίθουσα της Ολομέλειας κι ενώ είχαν πέσει π.χ. οι «κεραυνοί» του Β. Κεγκέρογλου κι άλλων βουλευτών του ΚΙΝ.ΑΛ. για την οβιδιακή μεταμόρφωσή του. Η εξήγηση γι’ αυτήν την περίεργη συμπεριφορά του Γ. Ραγκούση, να αποφεύγει να μπει στην αίθουσα της Ολομέλειας ενώ οι αναφορές στο όνομά του ήταν πολλές, μάλλον είναι απλή: Δεν ήθελε να πάρει τον λόγο επί προσωπικού. Γιατί τι να πει; Οτι είχε δίκιο τότε που κατακεραύνωνε τον Α. Τσίπρα και τον Ν. Παππά ή τώρα που καταγγέλλει την «πολιτική δίωξη»;
Από την στήλη «Δια Ταύτα» της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr