Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Για να μην υπάρχει η παραμικρή παρερμηνεία, μεταφέρουμε αυτούσιο το διάλογο:
ΣΡΟΪΤΕΡ: Εσείς δέχεστε το ρίσκο να κολλήσουν κάποιοι άνθρωποι σε μια τέτοια συγκέντρωση στο όνομα της δημοκρατίας;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Βεβαίως, δέχομαι το ρίσκο, και γι’ αυτό θεωρώ ότι το ορθό θα ήταν η κυβέρνηση να μη φέρει τέτοια νομοσχέδια που εγείρουν σημαντικές κοινωνικές αντιδράσεις μέσα σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μέσα στην πανδημία.
Η απάντηση του κ. Τσίπρα δεν ήταν εκ παραδρομής, ούτε παρερμηνεύθηκε, όπως υποστήριξε χθες στη Βουλή μετά το σάλο που δημιουργήθηκε στην κοινή γνώμη, αλλά συνειδητή επιλογή. Στη διάρκεια της πολιτικής του διαδρομής έχει συνηθίσει να παίρνει ρίσκα, μόνο που το κόστος των επιλογών του το μεταφέρει σε άλλους. Το έπραξε το 2015 όταν τζογάρισε τη χώρα με τη διαπραγμάτευση του 2015 και το δημοψήφισμα. Εβαλε επικεφαλής ένα θιασώτη της θεωρίας των παιγνίων, τον Βαρουφάκη, που ποντάρισε τις θυσίες των Ελλήνων σε ένα παιχνίδι πόκερ με τον Σόιμπλε. Οταν ο Γερμανός πολιτικός απάντησε στο ποντάρισμα με τη φράση «τα βλέπω και άλλα 5 δισ. για να έχετε για φάρμακα μετά το Grexit», η παρτίδα είχε ήδη χαθεί και τη ζημιά την πλήρωσε η πατρίδα με το τρίτο μνημόνιο Τσίπρα – Καμμένου.
Οπως έπαιξε με τα λεφτά των άλλων, ο κ. Τσίπρας δεν έχει πρόβλημα να παίξει με τις ζωές των άλλων. Γιατί στο θέμα της πανδημίας ο διαδηλωτής δεν ρισκάρει μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους άλλους με τους οποίους θα έρθει σε επαφή.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Εάν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί πραγματικά ότι παρερμηνεύθηκε η απάντησή του και ότι δεν θα ρισκάριζε τη δημόσια υγεία, θα έδινε εντολή στα στελέχη και στους νεολαίους του να απέχουν από μαζικά συλλαλητήρια και ας προχωρούσαν σε συμβολικές διαμαρτυρίες, που ενδεχομένως να ήταν και πιο αποτελεσματικές. Δεν το έπραξε, γιατί, όπως σωστά είπε η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, το πρωί θέλουν να συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις και το βράδυ να καταγγέλλουν την αύξηση των κρουσμάτων.
Στην πράξη ο κ. Τσίπρας δεν αναλαμβάνει καμία ευθύνη για τα «ρίσκα» που κατά καιρούς παίρνει. Οταν ζητούσε εναγωνίως από τη Μέρκελ να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του ο Φρανσουά Ολάντ μετά το δημοψήφισμα, μετέθεσε την ευθύνη του τυχοδιωκτισμού του στην αντιπολίτευση για να μην οδηγηθεί η χώρα στο Grexit και αργότερα έστειλε το λογαριασμό στους πολίτες.
Και στο ζήτημα της πανδημίας βάζει το κόμμα πάνω από τη δημόσια υγεία. Ποντάρει στην υγειονομική καταστροφή για να κερδίσει πόντους, καταγγέλλει το γεύμα στην Ικαρία ως βόμβα για τη δημόσια υγεία, αλλά καλεί τους δικούς του να συμμετέχουν στα συλλαλητήρια σαν να μην έχει ξεσπάσει το τρίτο κύμα του κορονοϊού. Ζητάει από τον πρωθυπουργό να σταματήσει να νομοθετεί, λες και η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία θα πρέπει να μπει στο «γύψο», επιχειρεί ουσιαστικά να καταργήσει την κυβέρνηση επειδή ο ίδιος δεν μπορεί να ασκήσει αντιπολίτευση.
Τελικώς, πάει να εκτελέσει πέναλτι και βάζει αυτογκόλ.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση