Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας*
Ο έως τώρα Αμερικανός πρόεδρος δικαιώνεται κατά βάση ως προς την πολιτική του. Γιατί παρότι κατηγορήθηκε ανηλεώς και συχνά με στημένες κατηγορίες (όπως αυτή με τη βοήθεια της Ρωσίας στην προηγούμενη εκλογική του νίκη, που αποδείχθηκε fake news), εντούτοις κράτησε κι ίσως αύξησε την εκλογική του δύναμη. Παρότι πλούσιος είχε μεγάλη απήχηση στα λαϊκά στρώματα. Αυτό δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο, ούτε να αντιμετωπιστεί με υπεροψία από τους πιο «μορφωμένους». Αντιθέτως, πρέπει να το δούμε ως πεισματική άρνηση του μισού αμερικανικού πληθυσμού να απεμπολήσει το θέμα της ταυτότητάς του.
Το «America first» του Τραμπ δεν είναι μόνο μια οικονομική υπόθεση όπως πολλοί αναλυτές θέλουν να το παρουσιάσουν. Κρύβει και την εσωτερική ανάγκη της μισής τουλάχιστον αμερικανικής κοινωνίας (όπως συμβαίνει και στην Ευρώπη, αλλά θα επανέλθω σε αυτό με άλλο άρθρο) να έχει ταυτότητα. Να ανήκει σε μια ταυτοτική οικογένεια και να λέει δίχως ενοχές και κόμπλεξ: «Είμαι Αμερικανός».
Ο Ντόναλντ Τραμπ ενσαρκώνει την ιδέα του εθνικού οικονομικού νοικοκύρη, του αυτοδημιούργητου, δίχως να έχει ταυτόχρονα κανένα πρόβλημα με διεθνείς οικονομικές συναλλαγές με άλλες χώρες. Κατηγορήθηκε ότι έκλεισε την Αμερική σε σχέση με την παγκοσμιοποίηση, όμως κατά βάθος υλοποίησε την ανάγκη των μισών Αμερικανών ψηφοφόρων να νιώθουν κυρίαρχοι ως χώρα και να μην είναι στο έλεος υπερεθνικών δομών που, όπως π.χ. η Κίνα, παίρνουν αποφάσεις για το μέλλον της Αμερικής. Η οικονομική του πολιτική και η φιλοσοφία του «America first» δεν ηττήθηκε αλλά μάλλον δικαιώθηκε καθότι βλέπουμε ότι η ιδέα της παγκοσμιοποίησης αδυνάτισε την Αμερική επί Ομπάμα και δυνάμωσε την Κίνα, τον κύριο αμερικανικό σήμερα αντίπαλο.
Aπελάσεις αυθημερόν στην Ιρλανδία
Οσο για το θέμα της γενικότερης απόσυρσης του Τραμπ από τη Μέση Ανατολή, είναι υπέρ του το γεγονός ότι έδωσε το βάρος στην οικονομία κι όχι στις στρατιωτικές επεμβάσεις.
Από την άλλη πλευρά, του Μπάιντεν και των Δημοκρατικών, το άλλο μισό της Αμερικής, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν ψήφισε μόνο τον υποψήφιό του για τις ικανότητές του, αλλά κι έχοντας στο μυαλό του μία αντι-Τραμπ ψήφο. Η διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού και ο εκκεντρικός χαρακτήρας του Αμερικανού προέδρου εξόργισαν σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος, που στράφηκε εναντίον του.
Η φιλοσοφία των Δημοκρατικών είναι ξεκάθαρη. Πιστεύουν στην παγκοσμιοποίηση, σε ένα υπερεθνικό διεθνές πλαίσιο, όπου όλα θ’ αποφασίζονται από τις υπερεθνικές δομές και τους υπερεθνικούς θεσμούς. Θεωρούν ότι ο ταυτοτικός προστατευτισμός του Τραμπ είναι οπισθοδρόμηση κι ότι αποδυναμώνει την Αμερική. Βέβαια στο πλαίσιο αυτό της παγκοσμιοποιημένης θεσμικής κοινωνίας, οι ΗΠΑ, ως πρωταγωνιστής, όπως πιστεύουν, των παγκόσμιων θεσμών, θα μπορούν να παρεμβαίνουν ακόμα και στρατιωτικά για να διορθώσουν τις διεθνείς παραβάσεις και να τιμωρήσουν τους διεθνείς παραβάτες.
Αυτή η ενός μεγάλου μέρους παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας σε παγκόσμια θεσμικά κέντρα δεν έχει πείσει τους Αμερικανούς, οι οποίοι, μέσω της ψήφου τους στον Τραμπ δεν το δέχονται, ενώ από τη μεριά των υποστηρικτών του Μπάιντεν ένα επίσης μεγάλο μέρος τον ψήφισε με αντι-Τραμπ πρόθεση κι όχι συμφωνώντας με το οικονομικό του πρόγραμμα και την παγκοσμιοποιημένη του φιλοσοφία.
Το αποτέλεσμα των εκλογών δείχνει, πέρα από τον όποιο νικητή, ότι η Αμερική επιμένει πεισματικά να μη θέλει να ξεχάσει την ταυτότητά της, να μη θέλει να εγκαταλείψει το δικό της όνειρο, χάριν της απρόσωπης παγκοσμιοποιημένης διακυβέρνησης.
Από την έντυπη έκδοση