Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ πολιτική παράκρουση; Πιθανώς. Αλλωστε οι «μαυροσκούφηδες» και ο «τρίτος γύρος» είναι στο πολιτικό DNA του. Ομως, το timing της κήρυξης του εμφυλίου και η ευθεία παραπομπή σε σκοτεινές εποχές που έχει ζήσει η χώρα δημιουργούν δεύτερες σκέψεις. Το «μανιφέστο του αντάρτη» αναρτήθηκε την επαύριον μιας σημαντικής εσωκομματικής ήττας του Α. Τσίπρα. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να πάρει πίσω το «Πειθαρχικό» που ημιεπισήμως είχε ανακοινώσει, με τη συμμετοχή των Α. Τζανακόπουλου, Ο. Γεροβασίλη, Ν. Ηλιόπουλου και… Θ. Θεοχαρόπουλου. Οι αντιδράσεις της εσωκομματικής αντιπολίτευσης ήταν πολύ έντονες, με αποτέλεσμα ο Α. Τσίπρας να πάρει πίσω την απόφασή του και να συμβιβαστεί με μια διμελή επιτροπή δεοντολογίας, αποτελούμενη από τον Δ. Τζανακόπουλο και την Ο. Γεροβασίλη.
ΣΤΗΝ εσωκομματική πραγματικότητα του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η υποχώρηση του Α. Τσίπρα είναι πολύ πιο σημαντική απ’ όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Και το ακόμα πιο σημαντικό είναι πως επιβεβαιώνει ότι ο Α. Τσίπρας -εκτός από την κατάρρευσή του στην κοινωνία-αποδυναμώνεται διαρκώς και ως επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ. Ο «ηγέτης» που έβαζε το συνέδριο να ψηφίζει ξανά, γιατί δεν είχε ψηφίσει αυτό ο ίδιος ήθελε, δεν υπάρχει πια. Εκτός από τις 4 βαριές ήττες που κουβαλάει, τον βαραίνει πια και η απομυθοποίησή του ακόμα και στον μικρόκοσμο του ΣΥΡΙΖΑ. Αδύναμος να επιβληθεί και ανήμπορος να τιμήσει τις πολιτικές συμφωνίες που κάνει στα λόγια, π.χ. με τον Ε. Τσακαλώτο ή άλλα ιστορικά στελέχη του κόμματος, βρίσκεται σε μεγάλη κατηφόρα. Στην κοινωνία δεν τον ακούει κανείς. Και τώρα πληθαίνουν όσοι δεν τον αντιμετωπίζουν ως «ιερό τοτέμ» κι όσοι λένε «ό,τι και να κάνει, Ανδρέας δεν θα γίνει και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα γίνει αρχηγικό κόμμα».
ΣΕ ΑΥΤΗΝ ακριβώς την κρίσιμη καμπή για την προσωπική πορεία του Α. Τσίπρα, ήρθε ο «ξεχασμένος μαυροσκούφης», συνοδευόμενους από ένα «ιππικό», το οποίο θυμίζει τους «Γενναίους του Μπρανκαλεόνε». Ενας εξωτερικός ταξικός αντιπερισπασμός, κάτω από άλλες συνθήκες, θα μπορούσε να είναι και αποτελεσματικός. Υπό τις παρούσες συνθήκες είναι απλώς κωμικοτραγικός.
ΕΠΕΣΑΝ ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ, «ΦΑΝΗΚΑΝ» ΟΙ «ΦΩΝΕΣ»
Οταν ξεκίνησαν οι αιφνίδιες καταλήψεις στα σχολεία, δεν τις υποκίνησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και δεν τις υποκίνησε γιατί δεν έχει ούτε τις δυνάμεις ούτε τη δυνατότητα να το κάνει. Γι’ αυτό και στην αρχή, επειδή άλλο κόμμα είχε τον πρώτο λόγο στις καταλήψεις, ο ΣΥΡΙΖΑ κρατούσε τα προσχήματα. Οταν οι καταλήψεις άρχισαν να φουντώνουν, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ άφηνε τα προσχήματα και κλιμάκωνε την έμμεση υποστήριξή του, κυρίως μέσω κάποιων συνδικαλιστών της ΟΛΜΕ και μέσω των φερεφώνων του. Είδε «γλέντι» με «υποψήφιους πελάτες»-ψηφοφόρους και δεν μπορούσε να λείψει.
Κι έτσι χθες έγιναν τα επίσημα αποκαλυπτήρια. Ο Χρ. Σπίρτζης είπε από τηλεοράσεως ορθά-κοφτά «βεβαίως και στηρίζουμε τις καταλήψεις». Και ο ανεκδιήγητος, λόγω των πολλαπλών κυβιστήσεων στις οποίες επιδίδεται με χαρακτηριστική άνεση Γ. Ραγκούσης, χρησιμοποίησε ακόμα πιο επίσημο βήμα, το βήμα της Βουλής. Για να πει ότι οι καταλήψεις «είναι μέσο αυτοπροστασίας» για τους μαθητές, καθώς και ότι «οι μαθητές είναι εν δικαίω, εσείς (σ.σ.: η κυβέρνηση) είστε εν αδίκω». Πιο καθαρά δεν γίνεται. Τα αρχικά μασημένα λόγια της ημιυπευθυνότητας, έδωσαν τη θέση τους στην απροκάλυπτη στήριξη των καταλήψεων στα σχολεία.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Πέραν της DNAϊκής σχέσης του ΣΑΥΡΙΖΑ με τις καταλήψεις και το μπάχαλο, εν προκειμένω εγείρεται και ζήτημα μείζονος τυχοδιωκτισμού και καιροσκοπισμού. Οι όποιοι ενδοιασμοί είχε αρχικά η Κουμουνδούρου, στο όνομα της «στροφής στη σοβαρότητα», εξαφανίστηκαν όταν εμφανίστηκαν στις καταλήψεις αρκετοί μαθητές υποψήφιοι ψηφοφόροι. Ο ψηφοθηρικός εαυτός του ΣΥΡΙΖΑ, χέρι χέρι με τη βουλιμική πλευρά του, ποδοπάτησαν τους όποιους ενδοιασμούς υπήρχαν αρχικά. Και «πήγαν κατάληψη». Αποδεικνύοντας για μια ακόμα φορά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα βαθιά λαϊκιστικό κόμμα, που έχει αλλεργία στη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα. Κι αυτή είναι μια «εγγύηση» ότι ποτέ δεν θα μπορέσει να αποκτήσει σοβαρό αφήγημα, με επακόλουθο να μην μπορέσει να κυβερνήσει ξανά.
ΠΑΡΟΥΣΑ Η Φ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ, ΝΕΥΜΑ ΣΤΟΝ Β. ΒΕΝΙΖΕΛΟ
Με μια διπλή κίνηση, η Φ. Γεννηματά στη χθεσινή διακαναλική συνέντευξή της άνοιξε μερικά από τα χαρτιά της και ξεδίπλωσε τη στρατηγική της. Κατέστησε σαφές ότι θα είναι και πάλι υποψήφια για την ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ. τον Νοέμβριο του 2021 και ταυτοχρόνως άνοιξε το δρόμο της επιστροφής για τα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ. που «πικράθηκαν ή διαφώνησαν, αλλά δεν πήραν θέσεις στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ». Πολλοί στο ΚΙΝ.ΑΛ. είδαν σε αυτή την κίνηση της Φ. Γεννηματά «νεύμα προς τον Β. Βενιζέλο» και τα στελέχη που του έμειναν πιστά μετά τη ρήξη του 2019. Αλλά και προς εκείνα τα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ. που είχαν μπει σε συζήτηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά βλέποντας το ναυάγιο της «διεύρυνσης», έμειναν μακριά από την Κουμουνδούρου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις συνεργατών της Φ. Γεννηματά, η νέα στρατηγική του ΚΙΝ.ΑΛ., που κόβει κάθε γέφυρα συζήτησης με τον ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζεται στη διαπίστωση πως ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε αποδόμηση κι επομένως σε πρώτη φάση «είναι εφικτό το κλείσιμο της ψαλίδας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ.». Και σε δεύτερη φάση «η αποκατάσταση της τάξεως». Γι’ αυτό και η Φ. Γεννηματά είπε «δεν μου φτάνει το 8,1%».
Είναι προφανές ότι το timing δείχνει ευνοϊκό για τη νέα στρατηγική του ΚΙΝ.ΑΛ. Το ερώτημα που απασχολεί στελέχη του Κινήματος Αλλαγής είναι μήπως η νέα στρατηγική κακώς συνδέεται με το πρόωρο άνοιγμα της συζήτησης περί ηγεσίας.
Από την στήλη «Δια Ταύτα» της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr