Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο κ. Κατρούγκαλος παρέα με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Γιάννη Βαρουφάκη είχαν λύσει τα οικονομικά προβλήματα της χώρας σκίζοντας Μνημόνια και πουλώντας «φύκια για μεταξωτές κορδέλες» στα τραπεζάκια των «αγανακτισμένων», χωρίς δυστυχώς η συμβολή τους αυτή να αναγνωρισθεί από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα αν όχι με Νόμπελ, τουλάχιστον με ένα Γκράμι για τη σκηνική τους παρουσία.
Λίγο αργότερα ο ίδιος, μιλώντας στον ΑΝΤ1 και στον Γιώργο Παπαδάκη, δήλωσε ότι η επιτυχία της Ελλάδας να πάρει 32 δισεκατομμύρια ευρώ από την Ευρώπη ήρθε εξ αντανακλάσεως επειδή είχαν πρόβλημα η Ιταλία και η Ισπανία. Ο κ. Κατρούγκαλος δεν εξήγησε πώς μία εξ αντανακλάσεως χώρα ωφελήθηκε περισσότερο από εκείνες που είχαν το κύριο πρόβλημα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχει από το σύνδρομο της μίζερης αντιπολίτευσης, ο κ. Κατρούγκαλος ακολούθησε την κεντρική γραμμή του κόμματος, που αδυνατεί να αρθρώσει σοβαρό κριτικό λόγο, δεν διαθέτει πολιτικές προτάσεις και αντιμετωπίζει την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη με μικρότητες.
Μέχρι τον κορονοϊό όποιο θετικό μέτρο ελάμβανε ο πρωθυπουργός ήταν «έργο του Τσίπρα, το οποίο όμως δεν είχε προλάβει να ολοκληρώσει» σύμφωνα με την αφελή προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ. Εν μέσω πανδημίας η συνετή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης αντιμετωπίσθηκε από την αντιπολίτευση σαν κάτι το συνηθισμένο (φανταστείτε να είχαμε Τσίπρα) ενώ η γενναιόδωρη πρόταση της Κομισιόν προς την Ελλάδα για το Ταμείο Ανάκαμψης θεωρήθηκε ως επιτυχία τρίτων χωρών. Οι αντιμνημονιακές κραυγές του ΣΥΡΙΖΑ έσβησαν το 2015, τώρα προσπαθεί να ασκήσει αντιπολίτευση υποβαθμίζοντας τις επιτυχίες της κυβέρνησης αλλά και συνολικά της χώρας.
Ενδεικτικά τα όσα είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή». Οταν ρωτήθηκε για τον κορονοϊό από τον Αλέξη Παπαχελά, ο κ. Τσίπρας είπε ότι δεν θα είναι μίζερος και αμέσως μετά έβγαλε όλη τη μιζέρια του λέγοντας ότι «η κυβέρνηση συντονίσθηκε σχετικά έγκαιρα με τις κατευθύνσεις της παγκόσμιας κοινότητας». Αν όμως είχε συντονισθεί με την παγκόσμια κοινότητα, όπως για παράδειγμα με τους Ισπανούς, τους Ιταλούς ή τους Βέλγους, θα μετρούσαμε χιλιάδες νεκρούς και όχι 182. Η Ελλάδα προπορεύθηκε της υπόλοιπης Ευρώπης αλλά αυτό δεν μπορεί να το χωνέψει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επειδή προέκυψε ύστερα από αποφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, από τον οποίο, όπως είναι γνωστό, δεν θα έχανε ούτε μία στο εκατομμύριο.
Μένει ώσπου να φύγει…
Ιδια λογική και με τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ που προτείνονται από τις Βρυξέλλες ως το ελληνικό μερίδιο για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης. Ο κ. Τσίπρας δηλώνει ότι το ποσό αυτό (από το οποίο ο ίδιος διαχωρίζει τα 9 δισεκατομμύρια επειδή είναι δάνεια και φοβάται ότι θα έχουν όρους, όταν το καλοκαίρι του 2015 υπέγραψε μνημονιακού τύπου δάνειο ύψους 86 δισεκατομμυρίων ευρώ) είναι αποτέλεσμα των προοδευτικών κυβερνήσεων του Νότου. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, δεν έπραξε τίποτα, απλώς Βρυξέλλες και Βερολίνο φαίνεται ότι συνειδητοποίησαν πως ο συστημικός κίνδυνος από την Ιταλία και την Ισπανία ήταν μεγάλος για την ενότητα της Ευρώπης και έτσι «επωφελούμαστε εξ αντανακλάσεως όπως επωφελούμαστε». Τυχερός ο Μητσοτάκης δηλαδή, ο ίδιος κακόπεσε το 2015 όταν Βρυξέλλες και Βερολίνο δεν κατάλαβαν ότι όταν απειλούσε η κυβέρνηση της Αριστεράς με Grexit θα υπήρχε συστημικός κίνδυνος για την Ευρώπη.
Κατά τα άλλα, ο κ. Τσίπρας απεφάνθη ότι την ύφεση την έφερε ο Μητσοτάκης και όχι ο κορονοϊός, προφανώς ο πρωθυπουργός φταίει για την κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας, όταν η Ελλάδα εν μέσω πανδημίας εμφανίζει τη μικρότερη μείωση του ΑΕΠ στην ευρωζώνη ενώ τη διετία 2015-2016 ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε καταφέρει να ρίξει τη χώρα στην ύφεση εν μέσω παγκόσμιου αναπτυξιακού καλπασμού.
Με τέτοιες λογικές και ανυπαρξία πολιτικής επιχειρηματολογίας δεν πρέπει να είναι δυσαρεστημένος με τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και τις δικές του προσωπικές μετρήσεις σε δημοφιλία και καταλληλότητα. Εάν αντιμετωπίζει με τέτοια μιζέρια επιτυχίες της Ελλάδας τις οποίες αναγνωρίζει η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, δεν είναι περίεργο που έχει τα μισά ποσοστά καταλληλότητας από τον Μητσοτάκη και χάνει τη δεύτερη θέση από τον «κανέναν», ο οποίος τουλάχιστον μένει σιωπηλός.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση