Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… Το 2017 ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Μπερνάρ Καζνέβ, δήλωνε «περήφανος και ευτυχής» που εγκαινίαζε το ολοκαίνουργιο βιολογικό εργαστήριο του Ουχάν, στην επαρχία Χουμπέι της Κίνας. Ηταν μια εμπορική, γεωπολιτική και τεχνολογική επένδυση του Παρισιού, με ρίζες στην προηγούμενη επιδημία.
Το 2003 η Κίνα μαστιζόταν από την πνευμονία του SARS (την έχουμε κιόλας ξεχάσει…) και ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ αποφάσισε να τη συνδράμει με τεχνολογική και ανθρωπιστική βοήθεια. Τότε γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας ενός ιολογικού εργαστηρίου στο Ουχάν, μιας από τις μεγαλύτερες πόλεις της κινεζικής ενδοχώρας, όπου δραστηριοποιήθηκαν η Πεζό, η Ρενό και άλλες γαλλικές επιχειρήσεις. Ας μη μας διαφεύγει πως η Κίνα του 2003 δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή, από πλευράς ισχύος και διεθνούς επιρροής…
Ο RFK Jr της Ρουμανίας
Οι Σαρκοζί και Ολάντ συνέχισαν ευσυνείδητα το όραμα του προκατόχου τους, ποντάροντας στη διεύρυνση της σινο-γαλλικής φιλίας. Καρπός της ήταν το εργαστήριο Ρ4 του ιολογικού ινστιτούτου του Ουχάν (Ρ4 σημαίνει «παθογόνα τέταρτης τάξης», ήτοι άκρως επικίνδυνοι ιοί, για τους οποίους δεν έχει ανακαλυφθεί κανένα φάρμακο).
Η Κίνα έβαλε τις εγκαταστάσεις και η Γαλλία την τεχνολογία, αλλά οι ενδοιασμοί για διεξαγωγή πειραμάτων βιολογικού πολέμου δημιούργησαν ενστάσεις από μερίδα της γαλλικής κυβέρνησης και από τις ΗΠΑ. Σταδιακά το Ινστιτούτο Παστέρ και οι Γάλλοι επιστήμονες απομακρύνθηκαν από το Ουχάν, κατηγορώντας τις κινεζικές αρχές για αδιαφάνεια και σφετερισμό ξένης τεχνολογίας.
Το σκηνικό του ψυχρού πολέμου είχε στηθεί και μόνο ένας Covid-19 έλειπε για να δέσει το γλυκό. Τη συνέχεια πάνω-κάτω την ξέρουμε.
Από την έντυπη έκδοση