Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Αλλά ΔΕΝ… ούτε την επόμενη ούτε τη μεθεπόμενη, και της επόμενης τη μεθεπόμενη. Γιατί όσοι προηγήθηκαν δεν έβγαιναν. Και όσοι έβγαιναν, έσπρωχναν από δύο καρότσια, τίγκα! Μέχρι γλάστρες είχε μία κυρία πάνω από τσουβάλι με πατάτες, πράγμα που με παρηγόρησε. Διότι αυτό σημαίνει αισιοδοξία για το μέλλον. Αλλιώς ποιος θα… ποτίζει τη γλάστρα, που λέει ο λόγος.
Ο κανόνας λέει ότι όταν «βγαίνει ένας, μπαίνει ένας». Η ώρα ήταν 9.20 κι εγώ ήμουν στο μέσον της ουράς. Επειδή έκανε και τσουχτερό κρύο παρατήρησα ότι κυρίες και κύριοι είχαν διπλωμένο στο πρόσωπο μαντίλι ή κασκόλ. Και για το κρύο και για τον κορονοϊό. Πού να βρεθεί τώρα μάσκα αν δεν είχες προνοήσει πριν από δεκαπέντε μέρες που λέγαμε «είδες τι βλέπει ο Κινέζος». Εμείς όμως δεν βλέπαμε τι έβλεπε.
Μένει ώσπου να φύγει…
Τέλος πάντων, κατά τις 9.40 ήρθε η σειρά μου αφού είχα γνωριστεί τουλάχιστον με τέσσερις. «Σαλάτες; Καθυστερήσατε. Χαρτί κουζίνας, τα τελευταία ρολά. Αντισηπτικά, όχι. Καφές φίλτρου, να βιαστείτε. Χλωρίνη έχουμε, μούσλι άλπεν δεν έχουμε», όπως μου εξήγησε η πωλήτρια, η οποία με ξέρει χρόνια. Μακαρόνια και ρύζι υπήρχαν στα ράφια αλλά δεν τρώω κι εκείνα που έχω στο ντουλάπι…
Τελικά, πήρα όσα αναγκαία και τα κουβάλησα στο αυτοκίνητο. Ανοιξα το πορτ μπαγκάζ κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή με πλησίασε ένας νεαρός -με μουσάκι- και με ρώτησε: «Θα ξανάρθετε;». «Ισως το Σάββατο», απάντησα. «Τότε να ξέρετε ότι εγώ κάθομαι εκεί -και μου έδειξε το μηχάνημα που βάζουν τα γυάλινα μπουκάλια για την ανακύκλωση- και μπορώ να σας δώσω χαρτάκι με μικρό αριθμό και να σας βοηθήσω να μεταφέρετε και τα πράγματά σας. Με ένα δεκάευρω. Ο χρόνος είναι χρήμα». «Ευχαριστώ», του είπα, «θα δούμε πότε θα ξανάρθω» και μπαίνοντας στο αυτοκίνητο με έπιασαν τα γέλια.
Ναι! Το δαιμόνιο του Ελληνα δεν πρόκειται να το βάλει κάτω ούτε ο κορονοϊός ούτε κανείς. Ηρθε πρωί πρωί, πήρε το χαρτάκι -θα είχε εν τω μεταξύ πάρει 2-3 ακόμη- και ήταν προς άγραν πελατών. Και φαντάζομαι ότι ξεχώριζε κάπως κι αυτούς που πλησίαζε. Στην αρχή είπα να μη σας γράψω «τη συνάντηση». Και μετά σκέφτηκα: Καλύτερο είναι αυτό το μήνυμα παρά εκείνο που πήρα, το φωνητικό, στο κινητό μου 8.15: «Λοιπόν, τα πράγματα είναι επικίνδυνα». Δεν το ξέρω; Το ξέρω. Γι’ αυτό παίρνω τα μέτρα μου. Εβαλα γάντια, μασκούλα και πήγα γραφείο…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου