Ηταν η εποχή που επικρατούσε το δόγμα ότι οι «μετανάστες λιάζονται στις πλατείες και κατόπιν εξαφανίζονται» αλλά και η ακατανόητη όσο και επικίνδυνη άποψη ότι «δεν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα».
Μετά το κλείσιμο των συνόρων από τις χώρες των Βαλκανίων η Ελλάδα μετατράπηκε σε μία απέραντη «αποθήκη ψυχών», καθώς δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες παρέμειναν σε κέντρα φιλοξενίας, υπό άθλιες πολλές φορές συνθήκες. Διεθνή μέσα ενημέρωσης έχουν ασχοληθεί πολλές φορές τα προηγούμενα χρόνια με την περίπτωση της Μόριας όπου χιλιάδες άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν σε χώρους, που μοιάζουν με «γκουλάγκ».
Τις τελευταίες ημέρες και με αφορμή την αναζωπύρωση των μεταναστευτικών ροών, καθώς η Τουρκία έχει ανοίξει την «κάνουλα» των ροών προσδοκώντας ενισχυμένο ρόλο στη Συρία, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται σαν να μη γνώριζε και πολύ περισσότερο σαν να μην είχε ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί στα κέντρα φιλοξενίας του Αιγαίου.
Καταγγέλλει την κυβέρνηση ότι δεν έχει σχέδιο, όταν αποκαλύπτεται ότι το υπουργείο έχει ήδη διαβιβάσει στην Ε.Ε. αναλυτικό πρόγραμμα για το μεταναστευτικό, ενώ στο παρελθόν δεν υπήρξε η παραμικρή πρόοδος. Τάσσεται υπέρ της αποσυμφόρησης των νησιών, όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άφησε παραπάνω από 100 θέσεις στην ενδοχώρα προκειμένου να γίνουν οι αναγκαίες προωθήσεις.
Παράλληλα, όπως αποκάλυψε ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιώργος Κουμουτσάκος, πάνω από 75.000 αιτήσεις ασύλου βρίσκονται σε εκκρεμότητα τα τελευταία χρόνια!
Ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζει άθλιες τις συνθήκες σε Μόρια και Σάμο λες και το πρόβλημα δημιουργήθηκε τον Ιούλιο και όταν η σημερινή κυβέρνηση προσπαθεί να αποσυμφορήσει τα κέντρα των νησιών με νέα κέντρα στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Οι λύσεις για το μεταναστευτικό δεν είναι εύκολες όταν μάλιστα η Τουρκία έχει τους δικούς της ανεξέλεγκτους σχεδιασμούς. Το πρώτο βήμα είναι να αλλάξει το δυσλειτουργικό σύστημα παροχής ασύλου ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες επιστροφής στις χώρες τους όσων δεν είναι πρόσφυγες. Σε κάθε περίπτωση όμως το να εγκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ την κυβέρνηση για το μεταναστευτικό είναι μάλλον η επιτομή του πολιτικού θράσους.
Από την έντυπη έκδοση