Γράφει ο Στέφανος Τζανάκης
Μπορεί να υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις στο εύρος της απόστασης ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό ελάχιστη σημασία έχει αυτή τη στιγμή: το σημαντικό εύρημα – σε όλες τις έρευνες – είναι η μεγάλη αύξηση των προσδοκιών της ελληνικής κοινωνίας.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η Ελλάδα πήγε στις κάλπες της 7ης Ιουλίου με χαμηλές προσδοκίες: άλλωστε, τα κόμματα το είχαν αντιληφθεί – και προσάρμοσαν αναλόγως τις στρατηγικές τους. Ο μεν κ. Τσίπρας είχε ως βασικό σύνθημα να μην έλθει στην εξουσία η Δεξιά, ο δε κ. Μητσοτάκης προέβαλε την ανάγκη να φύγει από την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ. Ουδείς προέβαλε – μεγαλόφωνα, τουλάχιστον – κάτι θετικό για το μέλλον, παρά κάποιες αόριστες υποσχέσεις…
Και μετά ήλθε το εκλογικό αποτέλεσμα: οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη έδειξαν ότι υπήρχε μία σχετική προετοιμασία για τη διακυβέρνηση. Αυτό λειτούργησε ως μοχλός για την εκτίναξη των προσδοκιών σε ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, που άρχισε να αισιοδοξεί για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια Μνημονίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι μετρήσεις «φωτογραφίζουν» μία προσέγγιση με την κυβέρνηση που αφορά ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας – ακόμα και ένα τμήμα ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς να καταγράφονται δραματικές μεταστροφές ως προς την πρόθεση ψήφου, είναι φανερό ότι μεγάλες ομάδες
αρχίζουν να βλέπουν με θετικό μάτι τις κυβερνητικές πολιτικές, αλλά και τις προοπτικές της χώρας.
Βεβαίως, μία τέτοια εξέλιξη έχει δύο αναγνώσεις – αλλά μόνον η μία είναι η σωστή: μπορεί κάποιος να πει ότι ένα τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά τη φοβία που είχε καλλιεργηθεί για την «επιστροφή της Δεξιάς». Αποδίδει όμως μία τέτοια οπτική την ωμή πραγματικότητα;
Μάλλον όχι – άλλωστε, μπορεί κάποιος άλλος να πει ότι η κυβέρνηση κινδυνεύει να πέσει στην παγίδα των εντεινόμενων προσδοκιών – οι οποίες αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα μετριαστούν και για κάποιους θα ακυρωθούν…
Από την έντυπη έκδοση
*Ο Στέφανος Τζανάκης είναι διευθυντής έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου