Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Οι φόβοι για παγκόσμια ύφεση είναι υπαρκτοί, ήδη η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, οι ακροβατισμοί γύρω από το Brexit συνεχίζονται, ενώ και η κυρία Μέρκελ έχει μπροστά της δύσκολες εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία ομόσπονδα κρατίδια, όπου αμφισβητείται η κυριαρχία των Χριστιανοδημοκρατών.
Επομένως, ο κ. Μητσοτάκης σε αυτή τη φάση δεν μπορεί να προσδοκά «χάρες» από τη Μέρκελ, στο γραφείο της οποίας, άλλωστε, δεσπόζουν τα χαρτιά με τις υπογραφές του Αλέξη Τσίπρα. Η γερμανική πολιτική σκηνή αξιοποίησε πλήρως τους τυχοδιωκτισμούς του πρώτου εξαμήνου και επέβαλε την πολιτική της.
Ο κ. Τσίπρας δέσμευσε την Ελλάδα με πολυετή λιτότητα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. ψήφισε την υποχρέωση για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι και το 2022 (και μάλιστα δύο φορές, γιατί οι δανειστές είχαν κρίνει ότι η πρώτη διάταξη δεν ήταν απολύτως σαφής για το εάν κάλυπτε και τον προϋπολογισμό του 2022). Το Βερολίνο διαθέτει ως μέσο πίεσης το Υπερταμείο, που επίσης δέχθηκε ο κ. Τσίπρας, εκχωρώντας την κρατική περιουσία για 99 έτη σε ένα φορέα, στη διοίκηση του οποίου αποφασιστικό ρόλο έχουν οι δανειστές.
Ο Μητσοτάκης διαπραγματεύεται τη μείωση των πλεονασμάτων, αλλά ξέρει ότι, εάν επιμείνει τώρα, θα πέσει σε «τοίχο». Γι’ αυτό προτάσσει τις δικές του μεταρρυθμίσεις, όπως είναι ο νέος αναπτυξιακός νόμος και οι αποκρατικοποιήσεις σε ΕΛ.ΠΕ., ΔΕΔΔΗΕ και Ελληνικό. Δίνει έμφαση στη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, και μάλιστα από τη φετινή χρήση, ώστε να πάψει η «μετανάστευση» παραγωγικών μονάδων σε γειτονικές χώρες για φορολογικούς λόγους και, επιπλέον, να αρχίσει να κινείται η αγορά. Σύμφωνα με έρευνα της Marc για τη ΓΣΕΒΕΕ, οι προσδοκίες των μικρομεσαίων για την πορεία των επιχειρήσεών τους καταγράφουν ιστορικό ρεκόρ δεκαετίας, ενώ για πρώτη φορά έχουν θετικό πρόσημο οι δείκτες για κύκλο εργασιών, παραγγελίες και απασχόληση.
Η αγορά αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι η οικονομία μπορεί να πάει καλύτερα κι αυτό είναι σημαντικό στοιχείο για τις επενδύσεις.
Για την τιμή της Δικαιοσύνης…
Το αίτημα για τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους Ευρωπαίους έως τα μέσα του 2020 εφόσον δουν σημάδια ισχυροποίησης της ανάπτυξης και υλοποίηση των μεγάλων μεταρρυθμίσεων.
Η μείωση των στόχων είναι εφικτή μέσω του συνυπολογισμού των κερδών που έχουν αποκομίσει οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης από τα ελληνικά ομόλογα και τα οποία εκτιμάται ότι ανέρχονται σε 0,7% του ΑΕΠ, κατεβάζοντας τον πήχυ του πλεονάσματος από το 3,5% στο 2,8%.
Αλλά είπαμε, η Μέρκελ στη συζήτηση που θα έχει με τον κ. Μητσοτάκη θα ανεμίζει τα χαρτιά με τις δεσμεύσεις που έχει υπογράψει ο κ. Τσίπρας…
Η επιστροφή των επιστημόνων του εξωτερικού
Η επιχείρηση «αποκομματικοποίησης» του κράτους είναι ήδη εμφανής με τις επιλογές που έγιναν για τις διοικήσεις στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και στην Αρχή Διαφάνειας.
Η κυβέρνηση τοποθέτησε πρόσωπα υψηλού κύρους, καταξιωμένους επιστήμονες σε Ελλάδα και εξωτερικό, στους οποίους κανείς δεν μπορεί να καταλογίσει «κομματικά ένσημα». Είναι ένα πρώτο βήμα προκειμένου οι κρίσιμοι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους να πάψουν να λειτουργούν ως το «μακρύ χέρι του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος» και να εκτελούν τα καθήκοντά τους με βάση μόνο το συμφέρον του πολίτη.
Το ενδιαφέρον είναι ότι καταξιωμένα στελέχη που δραστηριοποιούνταν στο εξωτερικό όπως ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού κ. Λιανός ή ο επικεφαλής της νεοσύστατης Εθνικής Αρχής Δημόσιας Διαφάνειας κ. Αγγελος Μπίνης εγκατέλειψαν τις θέσεις τους στο εξωτερικό και θέλησαν να συμβάλουν στην προσπάθεια για την αναγκαία θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας. Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει με τη διοίκηση των ελληνικών πανεπιστημίων, όταν με βάση το νόμο Διαμαντοπούλου είχαν έρθει διαπρεπείς καθηγητές από το εξωτερικό και οι οποίοι «εκδιώχθηκαν» από την κυβέρνηση Σύριζα. Ας ελπίσουμε ότι τώρα οι συνθήκες είναι διαφορετικές και η επιστροφή κορυφαίων επιστημόνων στην Ελλάδα δεν θα είναι «φωτοβολίδα» αλλά θα μετατραπεί σε «ρεύμα».
Από την έντυπη έκδοση
Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου