Γράφει ο Πάνος Αμυράς
Χθες στο σημείωμά μας είχαμε αναφερθεί στο ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων, εξηγώντας πώς μπορεί να χαμηλώσει ο πήχυς που έχει τεθεί χωρίς να «ανοίξει μύτη» με τους δανειστές. Επισημάναμε ότι η κυβέρνηση στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο 2019-2022 έχει δεσμευθεί για πλεονάσματα υψηλότερα του στόχου 3,5% (από 4% έως 5,19%), εις βάρος της ανάπτυξης, που εκτιμάται ότι δεν θα ξεπερνά το 2% ετησίως.
Επομένως, πρώτο βήμα για την επόμενη κυβέρνηση είναι να περιορίσει τα πλεονάσματα στα επίπεδα του στόχου 3,5% αξιοποιώντας το δημοσιονομικό χώρο για μείωση φόρων, που θα τονώσει την ανάπτυξη. Από εκεί και πέρα, κάθε επιπλέον μείωση του στόχου θα είναι κέρδος για την οικονομία εφόσον η δημοσιονομική πολιτική έχει πρώτη προτεραιότητα την υλοποίηση επενδύσεων για τη δημιουργία εισοδημάτων.
Χθες ο κ. Τσακαλώτος ρωτήθηκε από τη δημοσιογράφο του αμερικανικού δικτύου για το εάν συμφωνεί με την πρόθεση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας να μειώσει τα δημοσιονομικά πλεονάσματα και η απάντηση του υπουργού Οικονομικών ήταν πολύ προσεκτική:
«Υπάρχει ομοφωνία σε όλο το πολιτικό φάσμα για το ζήτημα αυτό. Εχω πει εδώ και πολύ καιρό ότι το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για πολύ χρονικό διάστημα είναι υπερβολικά υψηλό, ιδιαίτερα για μια χώρα που έχασε το 27% του ΑΕΠ. Δεν νομίζω πως αυτό είναι κάτι στο οποίο θα πρέπει να διαφωνήσουμε. Θα πρέπει να πάμε μαζί σε μια Ευρώπη που έχει πάρει το μάθημα από την άνοδο της Ακροδεξιάς και των λαϊκιστικών δυνάμεων, πως οι τόσο υψηλοί πρωτογενείς στόχοι απλώς τροφοδοτούν τη δυσαρέσκεια, όχι μόνο στα κόμματα, αλλά και στην ίδια την πολιτική διαδικασία».
Ο κ. Τσακαλώτος γνωρίζει από οικονομία και αντιλαμβάνεται ότι αυτά που υπέγραψε μαζί με τον πρωθυπουργό δεν είναι βιώσιμα. Κατήγγειλε για λόγους κομματικού καθήκοντος τη Ν.Δ. διότι στο δικό της μεσοπρόθεσμο προβλέπονταν πλεονάσματα 4% έως το 2018 με ρυθμό ανάπτυξης 3,5% του ΑΕΠ, όταν ο ίδιος «πέτυχε» πλεονάσματα 4,5% σε συνθήκες ύφεσης. Η αφαίμαξη της οικονομίας δεν είναι βιώσιμη λύση, γιατί κάποτε τελειώνει και το διαθέσιμο «αίμα» από την υπερφορολόγηση πολιτών και επιχειρήσεων.
Γι’ αυτό και τάσσεται υπέρ της μείωσης των πλεονασμάτων, όπως εδώ και πολύ καιρό έχει θέσει ως προσωπικό του στόχο ο κ. Μητσοτάκης. Δεν ισχύει το ίδιο για τον πρωθυπουργό. Πριν από δύο εβδομάδες ο επικεφαλής του ΕΛΚ για τις ευρωεκλογές, Μάνφρεντ Βέμπερ, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο χαλάρωσης των στόχων, και το Μέγαρο Μαξίμου μόνο που δεν τον κατήγγειλε ως «ανθέλληνα», υποστηρίζοντας ότι ο Γερμανός πολιτικός παίζει «επικοινωνιακά παιχνίδια στην πλάτη των φορολογουμένων». Ο δε Νίκος Παππάς το «τερμάτισε» δηλώνοντας ότι Μητσοτάκης και Βέμπερ θέλουν να εφαρμόσουν Μνημόνιο με δέλεαρ το ανύπαρκτο καρότο της μείωσης των πλεονασμάτων!
Η ηχηρή διαφοροποίηση του Τσακαλώτου έχει ήδη καταγραφεί και η κίνηση αυτή πρέπει να προβληματίζει το Μαξίμου. Η σκληρή γραμμή απέναντι στον Μητσοτάκη και η υιοθέτηση των τακτικών Πολάκη από τον πρωθυπουργό δεν ταιριάζουν στο προφίλ του κ. Τσακαλώτου και κυρίως δεν εξυπηρετούν τους στόχους της οικονομίας. Γιατί η μείωση των πλεονασμάτων είναι η βασικότερη προϋπόθεση για να μειωθούν οι φόροι και να αναπνεύσουν τα νοικοκυριά.
Ο Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου