Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
Η αντιπολίτευση θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτική και να μην καταφεύγει σε εύκολη κριτική χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα. Από την άλλη, πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τον κυβερνητικό σανό και να δούμε ποια είναι η πραγματικότητα πίσω από την αύξηση του κατώτατου μισθού και τα «φιλολαϊκά» μέτρα που ετοιμάζεται να νομοθετήσει η κυβέρνηση.
ΤΟ Μαξίμου θέλει να στήσει ένα σκηνικό εικονικής πραγματικότητας καθώς οι κάλπες πλησιάζουν. Κάτι μεταξύ του «Τσοβόλα, δώστα όλα» και του «λεφτά υπάρχουν». Γι’ αυτό και αφού για τέσσερα χρόνια εφάρμοσε τα πιο επώδυνα μνημονιακά μέτρα, τώρα ξαφνικά δίνει «μερίσματα» και υπόσχεται ακόμα περισσότερα για το μέλλον.
Η αλήθεια είναι πως οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα -ιδιαίτερα οι χαμηλόμισθοι- επιβαρύνθηκαν όσο κανείς άλλος από την τωρινή κυβέρνηση. Η δραματική αύξηση όλων των έμμεσων φόρων και η θεσμοθέτηση νέων ειδικών τελών αποτέλεσαν το πιο άδικο μέτρο της υποτιθέμενης ταξικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, στα χρόνια του Αλέξη Τσίπρα σημειώθηκε ένα μοναδικό ρεκόρ: σχεδόν το 60% των νέων προσλήψεων, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, αφορούν σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης με μισθούς που κυμαίνονται γύρω στα 300 ευρώ. Συγχρόνως, η επιβάρυνση των επιχειρήσεων με υπέρμετρες αυξήσεις φόρων και εισφορών ανέκοψε κάθε προσπάθεια ανάταξης της ιδιωτικής οικονομίας.
ΣΕ όλα αυτά πρέπει να συνυπολογίσει κανείς ότι η κυβέρνηση έχει ήδη προνομοθετήσει τη μείωση του αφορολογήτου από το 2020, κάτι που θα επιβαρύνει όλους όσοι έχουν εισόδημα άνω των 5.685 ευρώ με ένα ετήσιο χαράτσι ύψους 650 ευρώ ετησίως. Εκτός, βέβαια, κι αν η τρόικα υποχωρήσει και το μέτρο ακυρωθεί.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
ΕΤΣΙ κι αλλιώς, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ απεχθάνεται την ιδιωτική πρωτοβουλία. Στην τετραετία, το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου αυξήθηκε κατά 2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι εξαγγελίες για ακόμα δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις θυμίζουν έντονα τη δεκαετία του ’80.
Η φιλοσοφία Καρανίκα, με σύνθημα «στα τσακίδια οι επενδυτές», αποτελεί βασικό συστατικό της πολιτικής του Μαξίμου. Γι’ αυτό, παρά την υποτιθέμενη επιστροφή στην κανονικότητα την οποία διαλαλεί ο Αλέξης Τσίπρας, οι ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν είτε την αποεπένδυση είτε τη φυγή στο εξωτερικό, ενώ οι ξένοι επενδυτές φοβούνται να μπλέξουν σε ένα μπαχαλοποιημένο κράτος βλέποντας τη μαρτυρική πορεία μεγάλων πρότζεκτ όπως το Ελληνικό, οι Σκουριές, το Academy Gardens, η Αφάντου κ.ά.
ΟΙ μισθοί των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα πρέπει να αυξηθούν. Και μάλιστα πολύ περισσότερο από ό,τι προβλέπει η κυβερνητική απόφαση. Αλλά οι αυξήσεις πρέπει να είναι πραγματικές, να οδηγούν σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Παράλληλα, ο στόχος πρέπει να είναι να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας με καλούς μισθούς. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Με δραστική μείωση άμεσων – έμμεσων φόρων και εισφορών -που θα καλύπτεται από ισοδύναμη μείωση των δημοσίων δαπανών- και δημιουργία φιλικού προς τις επενδύσεις περιβάλλοντος η πραγματική οικονομία θα ανασάνει. Μόνο που οι παραπάνω εξαιρετικά απλές και συγχρόνως δύσκολες παρεμβάσεις δεν μπορούν ούτε να σχεδιαστούν ούτε να υλοποιηθούν από τον ιδεοληπτικό ΣΥΡΙΖΑ, που τάσσεται αναφανδόν υπέρ του κρατισμού.
ΟΙ εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα γνωρίζουν ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να έχουν πραγματική αύξηση εισοδημάτων. Γι’ αυτό και η αξιωματική αντιπολίτευση αντί να γκρινιάζει απλά για να γκρινιάξει θα πρέπει να προτάξει αυτό το σχέδιο, που έτσι κι αλλιώς περιλαμβάνεται στο πρόγραμμά της.
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]