Γράφουν οι: Ιωάννης Γ. Σαρίδης και Διονύσιος Ε. Πάτρας
Έχει συμβεί σε όλους μας και συμβαίνει σε όλους μας. Να πούμε κάτι και μετά να σκεφτούμε τί ακριβώς είπαμε. Οι περισσότεροι αφού αντιληφθούμε πως τα λόγια μας ήταν παρά την θέληση μας προσβλητικά συνήθως νιώθουμε άσχημα και ζητάμε συγνώμη. Βέβαια από τότε που βγήκε η συγνώμη… έχασε ο γάιδαρος τη γνώμη! Η αξία της συγνώμης μας και η ειλικρίνεια της κρίνονται και αποδεικνύονται από την μετέπειτα συμπεριφορά μας. Από το αν θα το ξανακάνουμε, από το αν θα το ξαναπούμε…
Κάποιοι λίγοι αμετανόητοι όμως επιλέγουν -είτε από εγωισμό, είτε από αδυναμία να παραδεχτούν το λάθος τους- να επιμείνουν να υποστηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο εκφράστηκαν και αναζητούν μάλιστα στήριγμα σε έννοιες όπως είναι η ελευθερία έκφρασης, η χρήση σχημάτων λόγου, η λαϊκότητα και η εκλαΐκευση. Πρόκειται για κατακριτέα στάση την οποία οφείλουμε να καταδικάζουμε όλοι οι υπόλοιποι που έχουμε στο παρελθόν κάνει λάθη, τα έχουμε παραδεχτεί και κοιτάμε να τα διορθώσουμε.
Η δική μας ειλικρίνεια, η αξία της συγνώμης που εμείς οι ίδιοι ζητήσαμε κάποτε κρίνεται και από το πως αντιδρούμε κάθε φορά που κάποιος κάνει μπροστά μας τέτοια λάθη. Το τί θα πούμε τότε ή το αν θα το αφήσουμε να περάσει έτσι στον βρόντο αποδίδει βάρος στη συγνώμη που κάποτε και εμείς ζητήσαμε.
Έχουμε όλοι ανεξαιρέτως την ίδια ευθύνη, όταν ανοίγουμε το στόμα μας να προσέχουμε τί λέμε. Όταν όμως αυτά τα λάθη γίνονται από πολιτικούς, τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά.
Όταν ένας πολιτικός εκφέρει δημόσιο λόγο και δεν προσέχει αυτές τις λεπτές γραμμές κατά την επιλογή των λέξεων και των εκφράσεων του, τότε το πρόβλημα παίρνει άλλες διαστάσεις, πολύ πιο σοβαρές. Δυστυχώς, όταν είσαι εκλεγμένος εκπρόσωπος του ελληνικού λαού και δεν διορθώνεις τα «εκφραστικά» σου λάθη αλλά αντιθέτως τα επαναλαμβάνεις, τότε -ξαναλέω δυστυχώς- τα νομιμοποιείς.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Δίνεις πάτημα σε εκείνους που από εγωισμό ή αδυναμία δεν θέλουν να ζητήσουν συγνώμη να συνεχίσουν να αδιαφορούν για τον πόνο που μπορεί να προκαλέσουν με τα «λεκτικά μαργαριτάρια» τους. Είναι σαφές και αδιαμφισβήτητο -κατά τη γνώμη μου- πως αν ο πολίτης πρέπει να προσέχει μία φορά, ο πολιτικός πρέπει να προσέχει χίλιες. Σε κάθε περίπτωση, αν ένας πολίτης δεν ζητήσει συγνώμη είναι μικρό το κακό.
Αν όμως ένας πολιτικός, ένας βουλευτής, ένας αρχηγός κόμματος δεν μπορεί να καταλάβει ότι κάνει λάθος και συνεχίζει να το επαναλαμβάνει, τότε το κακό είναι… πολύ μεγαλύτερο.
Όταν για παράδειγμα ακούγονται δημόσια από επίσημα πολιτικά χείλη εκφράσεις που παρουσιάζουν τους τυφλούς ως ηλίθιους όπως: «Ακόμα και οι τυφλοί θα καταλάβουν ποιός είναι δημοκράτης και ποιός όχι, ποιός είναι πατριώτης και ποιός όχι!», «Ανάμεσα σε έναν κουτσό και σε έναν στραβό, αν σε έβαζαν, ποιόν θα διάλεγες να παντρευτείς;», «Ακόμα και οι τυφλοί που είναι χαμηλής αντίληψης θα καταλάβουν τί εστί Τσίπρας, τί εστί Μητσοτάκης», είμαστε υποχρεωμένοι να αντιδράσουμε, εκτός βέβαια και αν συμφωνούμε πως οι τυφλοί είναι ηλίθιοι.
Η δημόσια παρέμβαση μας δια του παρόντος άρθρου είχε δυστυχώς πολλές αφορμές. Έχει όμως μία πηγή έμπνευσης και έναν σκοπό. Πηγή έμπνευσης αποτέλεσαν τρία κορίτσια της δευτέρας δημοτικού που παρέλασαν πιασμένα χέρι-χέρι για να τιμήσουν την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Το ένα από αυτά έχει χάσει την όραση του.
Σκοπός των λεγομένων μας είναι να χτυπήσουμε την τυφλότητα εκείνων που έχουν την όραση τους. Την τυφλότητα των αμετανόητων λαϊκιστών.
Την επόμενη φορά που κάποιος πολιτικός επιλέξει να αναφερθεί απαξιωτικά στους τυφλούς συμπολίτες μας και τύχει να τον ακούσετε, να φέρετε στο μυαλό σας την εικόνα των τριών κοριτσιών που παρέλασαν στην Στυλίδα και να μην το αφήσετε να περάσει έτσι, στον βρόντο. Να αντιδράσετε ως να είχε προσβάλει εσάς τους ίδιους.
*Ο Ιωάννης Γ. Σαρίδης είναι βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με την Ένωση Κεντρώων και ο Διονύσιος Ε. Πάτρας είναι νομικός (εκ γενετής τυφλός)
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]