Βοηθάει βλέπετε στην “αποτελεσματικότητα” μας, ενισχύει τις προσπάθειες μας για “επίτευξη των στόχων” μας, “απλοποιεί τη διαδικασία” με την οποία εκφράζουμε πολιτικές θέσεις, απόψεις και γνώμες ενώ ταυτόχρονα μας επιτρέπει να είμαστε επαρκώς σαφείς, όταν καλούμαστε να… αποσαφηνίσουμε την πολιτική μας ταυτότητα.
Γράφει ο Ιωάννης Γεωργίου Σαρίδης*
Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά βάσει των οποίων κόβουμε την ελληνική κοινωνία σε κομμάτια για να μπορέσουμε να απευθυνθούμε σε αυτή καθορίζουν -δυστυχώς ή ευτυχώς- την ποιότητα της πολιτικής που υπηρετούμε. Αν για παράδειγμα επιλέγεις να κοιτάς την ελληνική κοινωνία και να βλέπεις δύο κατηγορίες πολιτών, από τη μία τους οπαδούς της ομάδας σου στο ποδόσφαιρο και από την άλλη όλους τους υπόλοιπους, τότε δεν πειράζει… ας καεί και η Βουλή.
Αν κοιτάς την ελληνική κοινωνία μέσα από τα ψηλά παράθυρα της Βουλής και νιώθεις πως εσύ είσαι στους “μέσα στο κόλπο” και όλοι οι υπόλοιποι έξω από αυτό, αν δηλαδή ως βουλευτής πιστεύεις πως είσαι κάτι διαφορετικό, πως δεν είσαι απλά ένα ακόμα μέλος της, τότε το “κάθε κοριτσάκι στο ταμείο” θα πρέπει να σε φοβάται…
Οι διαχωριστικές γραμμές που βάζει ο κάθε πολιτικός για να ορίσει την ταυτότητα του καθορίζουν ταυτόχρονα την συμπεριφορά του και εντός της Βουλής και εκτός αυτής. Προσωπικά δεν ένιωσα την ανάγκη να βρω νέες περισσότερες κόκκινες γραμμές που να κόβουν την Ελλάδα μας στη μέση. Μου αρκούν αυτές που μας έχουν επιβληθεί.
Μέσα σε αυτές τις κόκκινες γραμμές που άλλοι φορέσαν στην πατρίδα μου συνεχίζω να ψάχνω να βρω την πολιτική μου ταυτότητα. Για την ακρίβεια η αναζήτηση μου με έχει φέρει εδώ και καιρό μπροστά, στην πρώτη γραμμή, εκεί που αντιστέκονται όσοι αρνούνται να φύγουν νύχτα. Εκεί που τα “πολιτικά λάθη” της Ευρώπης, οι “λανθασμένες εκτιμήσεις” του ΔΝΤ και οι αστοχίες στην μετάφραση και οι ασάφειες στους νόμους… κοστίζουν ζωές.
Η πιο κόκκινη από τις κόκκινες γραμμές είναι εκείνη που απέναντι της εγώ αποφάσισα και διάλεξα να πάω να στήσω ένα πολιτικό μετερίζι. Πολλοί το λένε: “το Όριο της Φτώχειας”. Εγώ και όσες/όσοι βρίσκονται δίπλα μου το λέμε διαφορετικά. Εδώ οι μόνες ταμπέλες που μπορεί να δει κανείς στα κούτελα των ανθρώπων δεν είναι εκείνες του δεξιού ή του αριστερού, του κόκκινου ή του μπλε/πράσινου αλλά αυτές που γράφουν με μεγάλα γράμματα “μελλοθάνατος” ή “το επόμενο θύμα της φτώχειας”.
Η Πολιτεία έχει την ευθύνη να προστατεύει τους πολίτες της. Το ποιούς αποφασίζει να βοηθήσει και ποιούς να αφήσει να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους εξαρτάται κατά καιρούς από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες. Για παράδειγμα στη σημερινή Ελλάδα δεν αμφισβητεί κανένα πολιτικό κόμμα πως οφείλουμε να “στεκόμαστε δίπλα στους φτωχούς συμπολίτες μας, σε αυτούς που χτυπήθηκαν από την φτώχεια.” Αυτή η ομοφωνία είναι παραπλανητική, αποκοιμίζει και καταφέρνει να κρύψει μια βασική διαφωνία ανάμεσα στα κόμματα η οποία είναι -κατά τη γνώμη μου- κεφαλαιώδους σημασίας.
Η διαφωνία λοιπόν εντοπίζεται στο τί εννοεί ο καθένας όταν χρησιμοποιεί τη λέξη “φτώχεια”. Όλοι συμφωνούν στο να βοηθήσουμε τον φτωχό. Ρωτήστε τους όμως ποιόν θεωρούν φτωχό και τότε οι διαφορές ανάμεσα τους αναδύονται με επιβλητικό τρόπο.
Έπειτα από τρία χρόνια βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης είναι η πρώτη φορά που καταφέρνω να καταθέσω -ως νομοθέτης- μια πρόταση νόμου στην κρίση των συναδέλφων μου. Η πρόταση μου αυτή δεν είναι δική μου μόνο. Είναι μια πρόταση την οποία “συνυπογράφουν” χιλιάδες συμπολίτες μου. Είναι μια πρόταση που γεννήθηκε στο μέτωπο του αγώνα κατά της φτώχειας.
Μια πρόταση που “μεγάλωσε” στα χέρια εθελοντών, στα χέρια ενεργών πολιτών που κατάφεραν εκτός από το να την κρατήσουν ζωντανή και να την μεγαλώσουν, να της δώσουν φώτιση και δύναμη να βρει τον δρόμο της μέχρι την Βουλή των Ελλήνων. Είναι μια πρόταση που θαρραλέα θέτει το ερώτημα: “-Τελικά, τί εννοούμε όταν λέμε φτώχεια σε αυτή την χώρα; Πως ορίζεται ο “φτωχός”;”
Αυτό το ερώτημα λοιπόν είναι η δική μου γραμμή, η δική μου οριοθέτηση της δικιάς μου πολιτικής ταυτότητας. Και έτσι -όπως συμβαίνει και στους υπόλοιπους- αυτή η γραμμή καθόρισε και θα συνεχίσει να καθορίζει και τη δική μου συμπεριφορά στην Βουλή.
Δικός μου σκοπός βάση του αυτοπροσδιορισμού μου στον πολιτικό χώρο είναι να κάνω τα αδύνατα δυνατά, ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, να προσπαθήσω να ξεπεράσω τον εαυτό μου ώστε να καταφέρω να πείσω τους συναδέλφους μου πως επείγει, πως πρέπει να επαναξιολογήσουμε αμέσως τώρα τα κριτήρια με τα οποία ορίζουμε τη φτώχεια για να μπορέσουμε να αλλάξουμε προς το καλύτερο τους τρόπους με τους οποίους την αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Μέχρι σήμερα αν σε κυνηγάνε οι τράπεζες (αυτές που ανακεφαλαιοποίησε ο ελληνικός λαός πολλάκις) και είσαι φτωχός και δεν έχεις καν τα λεφτά για να βρεις έναν δικηγόρο, (κάποιον να στηριχθείς για να τα βγάλεις πέρα με το χάος) τελικά καταλήγεις μπροστά σε έναν Δικαστή ο οποίος (υποχρεωμένος από όσα του επιβάλλει ο Νόμος να εφαρμόζει) βγάζει μια απόφαση για το αν είσαι …φτωχός ή όχι! Και άρα για το αν δικαιούσαι να σου προσφέρει η Ελληνική Δημοκρατία δωρεάν νομική βοήθεια, καλύπτοντας το κόστος του δικηγόρου.
Η πρόταση Νόμου την οποία κατέθεσα και προσεύχομαι να μου δοθεί η ευκαιρία να υπερασπισθώ ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων προβλέπει την αλλαγή ακριβώς αυτών των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία καλούνται οι Δικαστές μας να αποφασίζουν αν για τα μάτια του κράτους είναι κανείς φτωχός ή όχι, ώστε να μπορούν να τύχουν της προστασίας της Ελληνικής Δημοκρατίας περισσότεροι συμπολίτες μας.
Το Σύνταγμα προβλέπει πως όταν κάνεις μια πρόταση πρέπει να την έχεις και κοστολογημένη. Και όχι με δικά σου τεφτέρια ή εκείνα των δελτίων ειδήσεων αλλά από τους ανθρώπους του Λογιστηρίου του Κράτους. Στον δρόμο λοιπόν για την Ολομέλεια η πρόταση των δανειοληπτών κρατάει πλέον εδώ και λίγες μέρες στα χέρια της ένα πολύ σημαντικό χαρτί.
Την Έκθεση του Λογιστηρίου του Κράτους με αριθμό πρωτοκόλλου 2/66465/0021. Η έκθεση αυτή ευελπιστώ να παίξει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της ψήφου των συναδέφων μου. Η έκθεση αυτή λέει πως η πρόταση των δανειοληπτών είναι αδύνατον να κοστολογηθεί γιατί δεν ξέρουμε πόσοι είναι οι φτωχοί δανειολήπτες που τους κυνηγάνε οι τράπεζες και δεν έχουν καν τα χρήματα για δικηγόρο. Απλά δεν ξέρουμε ως κράτος πόσοι συνάνθρωποι μας βρίσκονται σε αυτό το σημείο, σε αυτή την κατάσταση, πόσοι ζουν αυτό το μαρτύριο.
Η δουλειά μου από το βήμα της Ολομέλειας μοιάζει λίγο ευκολότερη έχοντας σε χαρτί αυτή τη δήλωση κρατικής άγνοιας της πραγματικότητας που επικρατεί “κοντά στο όριο της φτώχειας”. Το ερώτημα που θα μοιραστώ με τους συναδέλφους μου γίνεται πολύ απλό: “πιστεύετε πως πρέπει να ξέρουμε ακριβώς πόσοι πνίγονται για να στείλουμε μια βάρκα να βοηθήσει; Δεν σας αρκούν οι φωνές αυτών που πνίγονται;”
Εδώ μπορείτε να βρείτε την πρόταση νόμου: https://www.hellenicparliament.gr/Nomothetiko-Ergo/Katatethenta-Nomosxedia?law_id=0421dec7-93cb-4ae4-9d2f-a95400c74908
*Ο Ιωάννης Γεωργίου Σαρίδης είναι βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με την Ένωση Κεντρώων