Οταν ήταν 15 ετών, ήταν γραμματέας στον κομμουνιστικό οργανισμό νεολαίας KISZ. Το 1989 έλαβε υποτροφία από το Ιδρυμα Σόρος και σπούδασε 4 μήνες στην Οξφόρδη. Επέστρεψε για να ασχοληθεί με την πολιτική στη χώρα του, αλλά αρκετά αλλαγμένος.
Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Σε μια ομιλία του, την οποία οι συμπατριώτες του θυμούνται ακόμα, απαίτησε την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από την Ουγγαρία. Οταν ανέλαβε την ηγεσία του συντηρητικού Φιντές, έστρεψε το κόμμα δεξιότερα της Δεξιάς. Ετσι, ο Βίκτορ Ορμπαν απομακρύνθηκε από τον κομμουνισμό, απέρριψε το φιλελευθερισμό, στράφηκε εναντίον του Σόρος που τον «σπούδασε» και τώρα απομακρύνεται και από την ευρωπαϊκή οικογένεια. Τι εκπροσωπεί, τελικά, ο Ούγγρος πρωθυπουργός;
Ενα συνονθύλευμα προσωπικών πολιτικών και αυταρχικής διακυβέρνησης, το οποίο περιέγραψαν εύστοχα οι «Νew York Times»: «Μια περίεργη αυτοκρατορία που συνδυάζει τον καπιταλισμό των αδέσποτων και την ακροδεξιά ρητορική με μια μονοκομματική πολιτική κουλτούρα». Εμείς θα προσθέσουμε ότι ο Ορμπαν είναι και κάτι άλλο: Η απόδειξη ότι τα σημεία του ορίζοντα παραμένουν τέσσερα, το ίδιο και τα κομμάτια της ενωμένης Ευρώπης. Βόρειοι VS Νoτίων και (πρώην) Ανατολικοί VS Δυτικών.
Η περίπτωση Ορμπαν δεν είναι απλή. Σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή στην Ευρώπη, επειδή πρόκειται για το πρώτο κράτος-μέλος εναντίον του οποίου κινείται η διαδικασία σοβαρών πολιτικών κυρώσεων, όχι επειδή δεν συμμορφώθηκε για το ύψος των τουαλετών αλλά για καταπάτηση του κράτους δικαίου. Είναι μια απόδειξη ότι η Ευρώπη, εκτός από όργανα, έχει ακόμα και καρδιά που πάλλεται. Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας κατηγορείται για περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου, διαφθορά, καταπάτηση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και των προσφύγων και προσπάθεια χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Η ενεργοποίηση του άρθρου 7 ήταν μια πολιτική απόφαση των ευρωβουλευτών, η οποία τώρα θα πρέπει να επικυρωθεί από την ομόφωνη απόφαση των ηγετών. Οπως και να εξελιχθεί, όμως, η αρχή έγινε.
Ο απερχόμενος Γιούνκερ είχε καταλάβει εδώ και καιρό αυτό που έρχεται. Είχε αντιληφθεί τον κίνδυνο από την άνοδο των ακραίων φωνών στην Ευρώπη, από τους αντιευρωπαϊστές μέχρι τους ακροδεξιούς, οι οποίοι, όλως τυχαίως, εμφανίζονται αρχικά ως «αντισυστημικοί». Μετά παίρνουν το σύστημα στα χέρια τους και του αλλάζουν τα φώτα…
Οι πολιτικές λιτότητας, το μεταναστευτικό και η άκρατη γραφειοκρατία των Βρυξελλών δρέπουν τώρα τους καρπούς τους. Τον Ορμπαν, τον Σαλβίνι, τη Λεπέν, το Brexit και έπεται συνέχεια. Οι ευρωεκλογές του Μαΐου θα είναι ένα crash test Δημοκρατίας και αντοχής, με εκατομμύρια Ευρωπαίους πολίτες να καλούνται να καταλάβουν τις διαφορές μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού. Η κρίση Ορμπαν αναπόφευκτα γίνεται και εσωτερική κρίση αντοχής για κάθε χώρα ξεχωριστά.
Στην Ελλάδα, με τη Χρυσή Αυγή κολλημένη στην τρίτη θέση, δεν έχουμε και πολλούς λόγους να αισθανόμαστε ότι δεν μας αφορά. Δεδομένης δε της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης και του μεγάλου βάρους του μεταναστευτικού που σηκώνουμε στις πλάτες των νησιών μας, θα λέγαμε πως μας αφορά ακόμα περισσότερο. Εδώ είναι που ορμπανοποιείται η πολιτική ζωή του τόπου αλλά με το λάθος τρόπο. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει το δρόμο της πόλωσης, επιχειρώντας να ταυτίσει την αξιωματική αντιπολίτευση με την Ευρώπη της Ακροδεξιάς. Το κάνει με πλήρη συνείδηση, αδιαφορώντας για την παραπλάνηση των πολιτών.
Το «τσουβάλιασμα» του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με τους εθνικιστές και ακροδεξιούς ή της Νέας Δημοκρατίας με τη Χρυσή Αυγή είναι σαφές ότι ευνοεί τους δεύτερους, αφού τους τοποθετεί εντός του δημοκρατικού τόξου. Ομως, όπως ακριβώς είπε ο Γιούνκερ στον Ορμπαν ότι δεν υπάρχει αλληλεγγύη αλά καρτ, το ίδιο συμβαίνει και με τη Δημοκρατία. Δεν την τεμαχίζεις ανάλογα με τις ορέξεις σου…
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]