Το απόσπασμα αυτό από το άρθρο του διευθύνοντος συμβούλου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ που δημοσιεύθηκε χθες στην «Καθημερινή» αρκεί για να προσγειώσει το πανηγυρικό κλίμα που θέλει να στήσει το Μαξίμου με αφορμή τη λήξη του τρίτου χρηματοδοτικού προγράμματος.
Επισήμως από αύριο τελειώνει το Μνημόνιο, στην πράξη όμως τα μέτρα συνεχίζονται και μάλιστα κλιμακώνονται στη διετία 2019-2020 με τις μειώσεις στις συντάξεις και την αύξηση των φόρων για τους μισθωτούς που λαμβάνουν πάνω από 550 ευρώ μηνιαίως.
Το 2015 κανείς στην Ευρώπη δεν μιλούσε για τρίτο πρόγραμμα, όμως η διαπραγμάτευση Τσίπρα-Βαρουφάκη ήταν μοιραία για την οικονομία και καταστροφική για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, που θα πληρώνουν για μακρύ ακόμη χρονικό διάστημα έναν αχρείαστο αλλά και βαρύ λογαριασμό.
Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝ.ΕΛ. η Ελλάδα έμεινε πίσω σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και δεν αξιοποίησε τις αναπτυξιακές δυνατότητες που έδιναν τα προγράμματα φθηνού χρήματος από την ΕΚΤ αλλά και η θετική συγκυρία με τις τιμές των καυσίμων στα 30 δολάρια.
Τώρα οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Οι ανησυχίες που υπάρχουν για την οικονομία της Ιταλίας σε συνδυασμό με την κατάρρευση της τουρκικής λίρας προκαλούν άνοδο των επιτοκίων και κρατούν τους επενδυτές μακριά από την υλοποίηση των σχεδίων τους.
Η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες δεν έχει καμία σχέση με την προπαγάνδα που καλλιεργεί το Μαξίμου. Το Μνημόνιο τελείωσε κατά βάση για τους δανειστές, αλλά τα μέτρα μένουν και οι δυσκολίες είναι μεγάλες ακόμη και για τη χρηματοδότηση της χώρας. Οι υποσχέσεις του Τσίπρα για «τέλος της λιτότητας» είχαν δοθεί και το 2015. Η επανάληψή τους τώρα από τα κυβερνητικά στελέχη δεν πείθει πλέον κανέναν…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]