Η έντονη αντίδραση της Κομισιόν και το μειωτικό σχόλιο για την ικανότητα προβλέψεων του ΔΝΤ δείχνουν τη δυσφορία και τον εκνευρισμό του επιτελείου του αρμόδιου επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος σε καθημερινή βάση μιλάει για ένα succes story στην Ελλάδα μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, το οποίο, όμως, δεν μπορεί να τεκμηριώσει. Το ΔΝΤ λέει στους Ευρωπαίους ό,τι δεν πήγαν όσο μακριά θα έπρεπε στην ελάφρυνση του χρέους γιατί δεν δεσμεύθηκαν σε συγκεκριμένα μέτρα που θα διασφάλιζαν και μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητά του. Η δήλωση του Εurogroup ότι θα επανέλθει το 2032 και αν χρειαστεί θα λάβει κι άλλα μέτρα δεν δίνει την ασφάλεια που ζητούν οι αγορές. Εάν μια χώρα δεν θέλει, ποιος θα την υποχρεώσει να συμφωνήσει σε νέα ελάφρυνση του χρέους το 2032; Ο καθορισμός ημερομηνίας για συζήτηση της πιθανότητας νέας ελάφρυνσης είναι απλώς ένα ραντεβού, γιατί είναι άλλο πράγμα η συζήτηση και άλλο οι αποφάσεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μετά από κάποια χρόνια και όσο πλησιάζει το 2032 οι αγορές, λόγω αβεβαιότητας, θα ζητούν όλο και μεγαλύτερο πριμ κινδύνου από την Ελλάδα αυξάνοντας το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με τη θέση του ΔΝΤ στην έκθεση ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2,2% του ΑΕΠ ετησίως από το 2023 μέχρι το 2060 υποθηκεύουν την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης; Οι Ευρωπαίοι διαφωνούν με την επισήμανση αυτή του Ταμείου, ωστόσο γνωρίζουν ότι αυτό που ζητούν από την Ελλάδα δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ σε καμία χώρα. Ακόμη και η επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων, δηλαδή τα ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022, δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη παρά τη σωρεία δημοσιονομικών μέτρων, μεταξύ των οποίων η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου. Κι αυτό γιατί η πορεία της ελληνικής οικονομίας επηρεάζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό και από το διεθνές περιβάλλον, το οποίο έχει αρχίσει και επιδεινώνεται.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Τα στοιχεία για την εξέλιξη του ΑΕΠ στην ευρωζώνη, που δημοσιοποίησε την Τρίτη η Εurostat, δείχνουν μια επιβράδυνση της ανάπτυξης για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο. Από την άλλη ο πληθωρισμός για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια ξεπέρασε το θεωρητικό ανώτατο αποδεκτό όριο του 2% που έχει θέσει διαχρονικά η ΕΚΤ, ενώ μια συνέχιση της ανόδου θα μπορούσε να αυξήσει τις πιέσεις στον Μάριο Ντράγκι για αύξηση των επιτοκίων, δηλαδή αύξηση του κόστους δανεισμού για όλους (ομόλογα και δάνεια).
Η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο εάν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υλοποιήσει τις απειλές του για γενίκευση της επιβολής πρόσθετων δασμών στους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Τα παραπάνω θα μπορούσαν να πλήξουν την παγκόσμια οικονομία, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα κυρίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, που θεωρούνται «αδύναμοι κρίκοι». Οσο κι αν ο επίτροπος Μοσκοβισί για τους δικούς του λόγους, που έχουν να κάνουν με το πολιτικό του μέλλον, προσπαθεί να επωφεληθεί από το δήθεν success story της Ελλάδας εμφανίζοντάς το και ως δικό του επίτευγμα, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Την υπενθύμισε η έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, υπογραμμίζοντας ότι τα μέτρα που λήφθηκαν δεν είναι επαρκή, ενώ αυτά που ζητήθηκαν από τη χώρα στο δημοσιονομικό τομέα και αποδέχθηκε η κυβέρνηση κάνουν ακόμη δυσκολότερη τη διαχείριση της επόμενης μέρας μετά την έξοδο από το πρόγραμμα.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]