Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
ΤΟ ακόμα μεγαλύτερο σκάνδαλο είναι πως αυτή την πρακτική χρησιμοποιούν σε όλο τον κόσμο και στη χώρα μας -σχεδόν- όλες οι φαρμακευτικές εταιρίες. Και γι’ αυτό πρέπει τόσο το υπουργείο Υγείας όσο και η Δικαιοσύνη να τρέξουν τις έρευνες ώστε να αποδοθούν οι ποινικές ευθύνες χωρίς να χρειαστεί να περάσουν χρόνια και χρόνια. Οι φαρμακευτικές κάνουν, δυστυχώς, ό,τι και βιομηχανίες όπλων, εταιρίες τεχνολογίας – τηλεπικοινωνιών και κατασκευαστικοί όμιλοι. Δωροδοκούν μεσάζοντες και ανθρώπους που λαμβάνουν τις αποφάσεις για να πάρουν τις δουλειές. Εννοείται πως για αυτό το πάρτι που γίνεται εδώ και δεκαετίες υπάρχουν και πολιτικές ευθύνες. Και αυτές τις ευθύνες τις έχουν πάντοτε οι κυβερνώντες. Τώρα αν υπάρχουν πολιτικοί που χρηματίστηκαν, οπότε προκύπτουν και ποινικές ευθύνες γι’ αυτούς, αυτό μένει ακόμα να αποδειχθεί.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Σκευωρία. Υπάρχει κυβερνητική σκευωρία στο σκάνδαλο Novartis; Και αυτοί οι ισχυρισμοί μένουν να αποδειχθούν. Αυτό που σίγουρα αποδεικνύεται εύκολα είναι πως υπάρχει «σπρώξιμο» της υπόθεσης, παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και πολιτική εκμετάλλευση του θέματος. Γιατί πρόκειται για ένα θέμα που «πουλάει». Η κυβέρνηση μπορεί και να αδιαφορεί για τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης των δέκα πολιτικών που παραπέμφθηκαν στην Προκαταρκτική. Για την κυβέρνηση είναι αρκετό να δημιουργήσει στην κοινωνία την άποψη πως «δεν μπορεί να μην τα πήραν». Ασχετα αν θα αποδειχθεί ή όχι στο μέλλον. Είναι αρκετό, όμως, το να υπάρχουν «ύποπτοι» σε μια προεκλογική περίοδο. Γιατί στα «λαϊκά δικαστήρια» δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ υπόπτου και ενόχου.
Παρωδία. Ηταν αυτό που παρακολουθήσαμε προχθές στο Κοινοβούλιο. Λίγο πριν η πλειοψηφία των βουλευτών στείλει σε Προκαταρκτική -ουσιαστικά κατηγορούμενους ως δωροδοκηθένντες- δύο πρώην πρωθυπουργούς και οκτώ πρώην υπουργούς, ο Αλέξης Τσίπρας έκανε άλλη μια μεγαλοπρεπέστατη κωλοτούμπα. Εξάλλου έχει μεγάλη εμπειρία σε αυτές. Εκεί που όλη χώρα περίμενε να τον ακούσει να μιλάει για μίζες, εκείνος έκανε πίσω και αναζήτησε πολιτικές ευθύνες όχι μόνο για την τιμολόγηση των φαρμάκων, αλλά και για τη χρεοκοπία της χώρας. Αυτή η οπισθοχώρηση μπορεί εύκολα να εκληφθεί ως αδυναμία και προδίδει πως -τουλάχιστον έως τώρα- δεν υπάρχουν ουσιαστικές αποδείξεις εμπλοκής πολιτικών προσώπων.
ΚΑΙ πώς να υπάρχουν στοιχεία, όταν έως τώρα οι καταθέσεις θυμίζουν το «Ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο» του Αλέκου Σακελλάριου. Σε στιλ «εγώ κοιτούσα τη Γιαδικιάρογλου, που πρόσεχε την Πετροπούλου, που μιλούσε με την Πετροβασίλη». Γιατί είναι αστείο το «ξέρω ότι ο τάδε έδινε χρήματα στον δείνα για να δωροδοκήσει τον υπουργό», δεν στέκει. Δεν θα έχει καμία σημασία αν οι μάρτυρες αποκαλύψουν την ταυτότητά τους ή παραμείνουν προστατευόμενοι αν δεν εισφέρουν στην έρευνα πραγματικά στοιχεία. Αν υπάρξουν αποδείξεις, τότε οι ένοχοι να καταδικαστούν. Εως τότε η κυβέρνηση θα παίζει το προεκλογικό παιχνίδι «βρόμικοι – καθαροί» για να ανατάξει τα ποσοστά της. Αν δεν υπάρξουν, όμως, αποδείξεις, τότε οι σημερινοί κατήγοροι θα βρεθούν υπόλογοι στο λαό.
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]