Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Η ανεύθυνη στάση της κυβέρνησης, να προχωρά στις διαπραγματεύσεις ερήμην των πολιτικών αρχηγών και χωρίς ενιαία θέση μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, οξύνει το κλίμα και δίνει λαβές στους ακραίους κύκλους, ανάμεσά τους η Χρυσή Αυγή, αλλά και σε νέους σχηματισμούς πέριξ αυτής, να επιδίδονται σε μια κινδυνολογική προπαγάνδα για να κεφαλαιοποιήσουν την οργή του κόσμου.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Το είδαμε να επιχειρείται στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης με ομάδες εθνικιστών να καπελώνουν την ειρηνική διαμαρτυρία εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, επιχειρώντας να εμφανίσουν όλο αυτόν τον κόσμο ως «δικό τους». Αυτήν ακριβώς τη στιγμή, θα πρέπει η φιλελεύθερη παράταξη να βγει πρώτη μπροστά και με τη στάση της να δώσει στον κόσμο, όχι αυτό που ζητάει, αλλά αυτό που πρέπει να έχει: εθνική περηφάνια και αυτοπεποίθηση, απαλλαγμένη από αλυτρωτισμούς, σκοταδισμό και από το φόβο ότι το σύστημα θα προδώσει την Ιστορία.
Πρόκειται για μια μεγάλη πρόκληση αλλά και για μια ακόμα μεγαλύτερη ευκαιρία για τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η πρόκληση συνίσταται στο να μπορέσει να απομονώσει τους ακροδεξιούς και τους φασίστες, όχι απορροφώντας τους ούτε συγκαλύπτοντάς τους κάτω από τη στέγη ενός μεγάλου κόμματος εξουσίας, αλλά ακυρώνοντας τους λόγους ύπαρξής τους. Η ευκαιρία συνίσταται στο να μπορέσει να απενοχοποιήσει έννοιες και λέξεις όπως πατριωτισμός, που έχουν κακοποιηθεί και διαστρεβλωθεί τόσο, ώστε να φοβάται κάποιος να πει πως είναι πατριώτης. Το πακέτο του Σκοπιανού, από την ονομασία του κράτους μέχρι το Σύνταγμά του, αποτελεί εθνικό ζήτημα και απαιτεί καθαρές και νηφάλιες θέσεις, μακριά από διχασμούς και εφήμερα συνθήματα. Ο διχασμός ήταν πάντα ο μεγάλος εχθρός της Ελλάδας, μεγαλύτερος ακόμα και από τους πιο οργισμένους γείτονές μας. Οποιο και αν ήταν το όνομά τους.
Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]