Γράφει ο Γιώργος Κύρτσος*
Εάν κρίνουμε από τις δηλώσεις του πρωθυπουργού, το «υπερόπλο» της Πολεμικής Αεροπορίας μας είναι η ψυχή των ιπταμένων, τους οποίους βέβαια η κυβέρνηση έχει υποβάλει σε μία ισοπεδωτική εισοδηματική και φορολογική μεταχείριση.
Εάν κρίνουμε, πάντως, από το κλίμα που δημιουργεί σκόπιμα η κυβέρνηση και τις δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων, στο επίσημο ταξίδι του κ. Αλέξη Τσίπρα στις ΗΠΑ δεν θα έχουμε «ποταμό» αμερικανικών επενδύσεων προς την Ελλάδα αλλά τη δαπάνη ενός εξαιρετικά σημαντικού ποσού από το υπερχρεωμένο Ελληνικό Δημόσιο για τον εκσυγχρονισμό μιας εκατοντάδας F-16 και την προετοιμασία μιας παραγγελίας του μαχητικού της επόμενης γενιάς, F-35. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο εκσυγχρονισμός των F-16 θα μας κοστίσει όσο τα ετήσια έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ (κάτι παραπάνω από 2,6 δισ. ευρώ), ενώ η παραγγελία των F-35, εάν τελικά προγραμματιστεί, μπορεί να δεσμεύσει ένα ανάλογο ποσό σε βάθος χρόνου.
Κακό προηγούμενο
Η κυβερνητική συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. ξεκίνησε με μία εντελώς άχρηστη δαπάνη της τάξης των 500 εκατομμυρίων δολαρίων για τον εκσυγχρονισμό παμπάλαιων αμερικανικών αεροσκαφών με ρόλο στην ηλεκτρονική παρακολούθηση στο Αιγαίο.
Είχε προκαλέσει εντύπωση η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα, ο οποίος υπέγραψε ένα τσεκ 500 εκατομμυρίων δολαρίων με εντελώς άδειο το δημόσιο ταμείο και σε μία περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση προετοίμαζε τη μεγάλη ρήξη με την ευρωζώνη.
Το λεπτό σημείο στις προμήθειες οπλικών συστημάτων είναι η εθνική ευαισθησία των Ελλήνων. Την αξιοποίησε με εντυπωσιακό τρόπο ο τότε υπουργός Εθνικής Αμυνας, κ. Ακης Τσοχατζόπουλος, στο κλίμα που είχε δημιουργηθεί μετά την κρίση στα Υμια. Υπέγραψε προμήθειες οπλικών συστημάτων αξίας δεκάδων εκατομμύριων ευρώ επιταχύνοντας την πορεία του Ελληνικού Δημοσίου προς τη χρεοκοπία και εξασφαλίζοντας για τον εαυτό του και τους συνεργάτες του μίζες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Η υπόθεση των γερμανικών υποβρυχίων ακόμη βασανίζει τους Ελληνες φορολογουμένους εάν κρίνουμε από την απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου με την οποία επιδικάστηκαν πάνω από 200 εκατομμύρια ευρώ στον ιδιοκτήτη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, κ. Σάφα, για μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει απέναντί του το Ελληνικό Δημόσιο.
Με υπογραφή Τσοχατζόπουλου πληρώσαμε προκαταβολικά το 80% του τιμήματος των γερμανικών υποβρυχίων πριν από 15 χρόνια στο όνομα των κατεπειγόντων αναγκών της Εθνικής Αμυνας. Μέσα από ένα απίθανο πολιτικό σίριαλ έχουμε φτάσει στο σημείο τα τέσσερα γερμανικά υποβρύχια να μην είναι ακόμα πλήρως λειτουργικά, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά να έχουν αλλάξει ιδιοκτησία δύο φορές με στόχο την ολοκλήρωση του προγράμματος κατασκευής των υποβρυχίων και να έχει ακόμη την υποχρέωση το Δημόσιο να καταβάλει επιπλέον χρήματα για την ολοκλήρωση του προγράμματος που περιλαμβάνει τον εκσυγχρονισμό και την κατασκευή και άλλων υποβρυχίων.
Εάν είχαμε στη διάθεσή μας τα αρχικά τρία δισ. ευρώ που πληρώθηκαν προκαταβολικά με υπογραφή Τσοχατζόπουλου, θα μπορούσαμε να οργανώσουμε μια πιο ανώδυνη έξοδο της Ελλάδας από την οικονομική κρίση και να ενισχύσουμε τη διεθνή θέση της χώρας πολύ περισσότερο από ό,τι την ενίσχυσε η καθυστερημένη παραλαβή των τεσσάρων γερμανικών υποβρυχίων.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Εμείς και η Τουρκία
Το μεγαλύτερο εθνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα δεν είναι η αλλαγή του συσχετισμού των στρατιωτικών δυνάμεων με την Τουρκία αλλά η συρρίκνωση της εθνικής οικονομίας σε μια περίοδο κατά την οποία αναπτύσσεται δυναμικά η τουρκική οικονομία σε συνδυασμό με τη μείωση και τη γήρανση του ελληνικού πληθυσμού. Η Τουρκία έχει πληθυσμό που πλησιάζει τα 80 εκατομμύρια και είναι εξαιρετικά νεανικός, ενώ εμείς είμαστε έτοιμοι να πέσουμε κάτω από το όριο των 10 εκατομμυρίων και να βαδίσουμε την επόμενη 20ετία προς τα 8,5 εκατομμύρια με ολοένα αυξανόμενο μέσο όρο ηλικίας.
Δεν είναι η ώρα, λοιπόν, να δεσμεύσουμε κονδύλια που αναλογούν στα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ για ένα έως δύο χρόνια σε εξοπλιστικά προγράμματα που ούτως ή άλλως δεν μπορούν να συγκριθούν με τα πολλαπλάσιας αξίας προγράμματα της Τουρκίας με τις ίδιες αμερικανικές πολιτικές και τα ίδια οπλικά συστήματα. Είναι η ώρα να βρούμε τους αναγκαίους πόρους για την αναπτυξιακή «απογείωση» της ελληνικής οικονομίας και την άσκηση μιας φιλόδοξης οικογενειακής πολιτικής, η οποία θα αντιστρέψει την τάση συρρίκνωσης του πληθυσμού της χώρας.
Λάθος μήνυμα
Η δέσμευση 2,5 έως 5 δισ. ευρώ από την κυβέρνηση Τσίπρα υπέρ της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας θα στείλει και το λάθος μήνυμα στην Ε.Ε.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει σοβαρές εγγυήσεις από το ΝΑΤΟ, στο οποίο δεσπόζει με την παρουσία της η Τουρκία, αλλά θα μπορούσε να τις διεκδικήσει σε βάθος χρόνου από την Ε.Ε. εφαρμόζοντας την κατάλληλη στρατηγική.
Η ανάπτυξη της κοινής ευρωπαϊκής Αμυνας, η ευρωπαϊκή φύλαξη και η προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένων των συνόρων της Ελλάδας με την Τουρκία, και η διακοπή της ενταξιακής διαπραγμάτευσης μεταξύ της Τουρκίας και της Ε.Ε., με βάση και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρέπει να είναι οι εθνικοί και οι ευρωπαϊκοί μας στόχοι.
Για να υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή Αμυνα θα πρέπει, μεταξύ των άλλων, να αναπτυχθεί ενιαία ευρωπαϊκή πολεμική βιομηχανία στη βάση της αύξησης των αμυντικών δαπανών και κοινών παραγγελιών από ευρωπαϊκές πολυεθνικές του κλάδου.
Κατά συνέπεια, τα τσεκ δισεκατομμυρίων που ετοιμάζεται να υπογράψει ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας στις ΗΠΑ υπονομεύουν τη μόνη ρεαλιστική στρατηγική, η οποία μπορεί, σε βάθος χρόνου, να αναδείξει τον ευρωπαϊκό ρόλο της Ελλάδας στον τομέα της Αμυνας και να εγγυηθεί τα σύνορά μας με την Τουρκία, η οποία δεν είναι ούτε πρόκειται να γίνει κράτος-μέλος της Ε.Ε.
Η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έπρεπε να δεσμεύσει τα πρώτα 500 εκατομμύρια δολάρια στον εντελώς άχρηστο εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών ηλεκτρονικής παρακολούθησης και θα έπρεπε να περιορίσει τον εκσυγχρονισμό των F-16 στα εντελώς απαραίτητα με την προοπτική να βγούμε από την οικονομική στασιμότητα, να επανέλθουμε σε περίοδο δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης, να στηρίξουμε μία φιλόδοξη δημογραφική πολιτική και στη συνέχεια να επιχειρήσουμε τη μεγάλη στροφή υπέρ της κοινής ευρωπαϊκής Αμυνας, εφόσον οι δισταγμοί των ΗΠΑ σε σχέση με το ΝΑΤΟ και η δεσπόζουσα θέση της Τουρκίας σε αυτό περιορίζουν τις δυνατότητες και τις επιλογές μας.
Δεν πρέπει, άλλωστε, να ξεχνάμε ότι οι μεγάλες οικονομικές αποφάσεις που θα προσδιορίσουν την αναδιάρθρωση του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου και την πορεία της ελληνικής οικονομίας έχουν όλες ευρωπαϊκές υπογραφές. Οι ΗΠΑ δεν συμμετέχουν στη χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους σε ζητήματα που δεν έχουν σχέση με την προμήθεια αμερικανικών οπλικών συστημάτων.
*Ο Γιώργος Κύρτσος είναι Ευρωβουλευτής της ΝΔ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής