Γράφει ο Γιώργος Σερφιώτης
Οι συγκρίσεις μεταξύ του προηγούμενου και του επόμενου, αναπόφευκτες. Ο πρώην Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, πάντα με προσεγμένη εμφάνιση, με συγκεκριμένες χειρονομίες και τοποθετήσεις, «έδενε» επικοινωνιακά το λόγο του με την παρουσία του συνολικά, υποβοηθώντας στην εκπλήρωση των στόχων του. Ο νυν Πρόεδρος, δείχνει είτε να μην κατανοεί την αξία του να «χορεύει μπαλέτο» ανάμεσα σε άλλους παίκτες των διεθνών σχέσεων, είτε να έχει μια τελείως στρεβλή αίσθηση του τι είναι προβολή ισχύος.
Αφορμή το χαρακτηριστικό πλέον βίντεο της πρόσφατης συνόδου του ΝΑΤΟ όπου ο Τραμπ «μέριασε» τον Πρωθυπουργό του Μαυροβουνίου με μια λαβή, ώστε να βρεθεί μπροστά από όλους και κυρίως να έχει πλάνο για τις κάμερες. Ύφος, εκνευρισμός και αγαρμποσύνη που δεν προσπάθησε καν να διασκεδάσει με κάποια ατάκα, παραμένοντας αμίλητος.
Το ερώτημα που τέθηκε από δημοσιογράφους και αναλυτές διεθνώς ήταν εάν η κίνηση αυτή ήταν μια «κακή στιγμή» λόγω απειρίας ανάλογων παραστάσεων του νέου Προέδρου ή εάν ήταν αποκαλυπτική του χαρακτήρα και της προσέγγισης που έχει για τα πράγματα. Η απάντηση στο ερώτημα μπορεί να δοθεί εντοπίζοντας, τόσο προσωπικές κινήσεις και επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ, όσο και τις κινήσεις των ΗΠΑ σε διεθνές επίπεδο.
Ο διάχυτος εκνευρισμός
Αυτό που ξεκίνησε ως μέρος της προεκλογικής του στρατηγικής για τη διεκδίκηση του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων και κορυφώθηκε στη διαδικασία των προεδρικών εκλογών, φαίνεται να τον ακολουθεί πλέον σε κάθε τοποθέτηση και κίνησή του. Ο «θυμός» του, που πλασαρίστηκε επικοινωνιακά ως «αυθόρμητη εκδήλωση υπέρ των δικαίων του αμερικανικού λαού», πλέον γυρνά και τον κατασπαράζει επικοινωνιακά σε κάθε του εμφάνιση.
Είτε πρόκειται για συμμετοχή του σε κάποια σύνοδο, όπως αυτή του ΝΑΤΟ, είτε για κατ’ ιδίαν συνάντηση με κάποιον άλλο ηγέτη, ο Τραμπ δείχνει να μην μπορεί να προβάλλει κάτι διαφορετικό, ούτε να αντιμετωπίσει με χιούμορ ή με χρήση επικοινωνιακού τεχνάσματος την όποια δυσκολία στην πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία.
Οι χειραψίες
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι περίφημες πλέον χειραψίες του, με τις οποίες ούτε λίγο ούτε πολύ, προσπαθεί να αποδείξει κυρίως στον συνομιλητή του ότι εκείνος έχει το «πάνω χέρι» κυριολεκτικά και μεταφορικά. Άγαρμπα τραβήγματα, στριφογυρίσματα του καρπού λες και «βιδώνει» κάτι, σφιχτές στα όρια τραυματισμού και με διάρκεια, θα μπορούσε να τις περιγράψει κανείς με λίγα λόγια. Αλλά πλέον και σε αυτό βρήκε το δάσκαλό του, στο πρόσωπο ενός άλλου νεοεκλεγέντα Προέδρου, αυτού της Γαλλίας.
Ο Εμμανουέλ Μακρόν, ήταν προετοιμασμένος και το παραδέχθηκε με έμφαση σε μετέπειτα συνεντεύξεις. Έσφιξε καλύτερα το χέρι του συνομιλητή του, αναγκάζοντας τον Αμερικανό Πρόεδρο να προσπαθήσει να απεμπλακεί από τη λαβή δύο φορές, εμφανώς εκνευρισμένος. Το παγωμένο χαμόγελο του Τραμπ, ήταν η μόνη αντίδραση που κατάφερε ο ίδιος να έχει.
Ο νέος Γάλλος Πρόεδρος, είχε προετοιμαστεί βλέποντας τα αποσπάσματα βίντεο από άλλους «παθόντες», καθώς και το περιστατικό με την επίσημη επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ, Καγκελαρίου της Γερμανίας στην Ουάσιγκτον. Εκεί, στην παραδοσιακή χειραψία μεταξύ των ηγετών, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε μια αδιανόητα απρεπή συμπεριφορά, αδιαφορώντας πλήρως στις ερωτήσεις που του έκανε η Μέρκελ και την προσπάθεια να σφίξουν τα χέρια ενώπιων των δημοσιογράφων, παραβλέποντας κάθε πρωτόκολλο οικοδεσπότη.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Άτσαλα διεθνή φάλτσα
Μπορεί οι «επικοινωνιακές σημειολογικές αψιμαχίες» μεταξύ του Τραμπ και άλλων ηγετών να συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης, όμως, το πραγματικό ενδιαφέρον βρίσκεται στις αποφάσεις που λαμβάνει ο Αμερικανός Πρόεδρος σε επίπεδο διεθνών σχέσεων.
Από τη μια επιλέγει ως πρώτο διεθνή προορισμό για διπλωματικές επαφές τη Σαουδική Αραβία και μάλιστα συμφωνώντας μια αγοραπωλησία όπλων μαμούθ, που φτάνει τα 100 δις δολάρια. Από την άλλη, στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, δημόσια και με τις κάμερες στραμμένες επάνω του, «κατσαδιάζει» τους συμμάχους πως δεν δίνουν το 2% του ΑΕΠ τους για την άμυνα και κατ’ επέκταση τη συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ. Ανακοινώνοντας έτσι, εμμέσως, πως η ΗΠΑ θα πάψουν να συνδράμουν το ΝΑΤΟ και δη τους υπόλοιπους συμμάχους εάν εκείνοι δεν «βάλουν το χέρι στη τσέπη» και μάλιστα βαθιά …
Με άλλα λόγια στην πρώτη διεθνή κίνηση, αποφασίζει να εξοπλίσει σημαντικότατα μια χώρα με μη δημοκρατικό καθεστώς, από την οποία αποδεδειγμένα έχει εξαχθεί φανατικός ισλαμικός εξτρεμισμός και που συμμετέχει εδώ και δύο χρόνια σε έναν εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη, ενώ παράλληλα ζητά από τους πραγματικούς συμμάχους «τα ρέστα» δημοσίως.
Παράλληλα, μετά τη διαφοροποίηση κατά τη διάρκεια της Συνόδου των G7, ανακοίνωσε τελικώς πως οι ΗΠΑ θα αποχωρήσουν από τη Συνθήκη του Παρισίου για το Περιβάλλον. Εξέλιξη που σημαίνει πως θα έχουν απέναντι τους το σύνολο των κρατών διεθνώς, εκτός από τη Νικαράγουα και τη Συρία. Δύσκολα μπορεί να πειστεί ο οιοσδήποτε, πως μια τέτοια εξέλιξη θα φέρει τις ΗΠΑ σε καλύτερο διαπραγματευτικό σημείο διεθνώς.
Κύμα αντιδράσεων
«Που θα φτάσει όλο αυτό; Πόση ζημιά θα γίνει;» Αυτά τα ερωτήματα έχουν αρχίσει και απασχολούν πλέον την πλειοψηφία των αναλυτών και των πολιτικών στελεχών στις ΗΠΑ. Οι εντυπώσεις που αφήνει ο Τραμπ εκπροσωπώντας τη χώρα του και κυρίως οι αντιδράσεις που επακολουθούν μετά από κάθε νέο «επεισόδιο» δείχνουν να απομονώνουν την υπερδύναμη, στα πλαίσια του μεγέθους της βέβαια.
Και μπορεί οι αντιδράσεις των ηγετών, των αναλυτών και των ΜΜΕ σε διεθνές επίπεδο να ήταν αναμενόμενες, καθώς είναι οι άμεσοι αποδέκτες της ασεβούς και περιφρονητικής συμπεριφοράς του πολυεκατομμυριούχου Προέδρου, όμως το εσωτερικό μέτωπο και δη από Ρεπουμπλικάνους δεν ήταν καθόλου δεδομένο.
Η κριτική των Δημοκρατικών ήταν έντονη από την πρώτη στιγμή της προεδρίας Τραμπ, με το πλέον ριζοσπαστικό κομμάτι τους να εναντιώνεται ηχηρά σε κάθε κίνηση του νέου Προέδρου. Καθώς περνά ο καιρός και οι συγκρίσεις είναι εμφανείς για όλους, όμως, σχεδόν σύσσωμο το Δημοκρατικό Κόμμα και τα στελέχη του ασκούν δριμύτατη κριτική προς τον νικητή των εκλογών, με αποκορύφωμα βεβαίως τη μεθοδική συγκέντρωση στοιχείων και από μεριάς τους, για το σκάνδαλο που αφορά την επικοινωνία του επιτελείου Τραμπ με Ρώσσους πριν και μετά τις εκλογές. Σκάνδαλο που αν επαληθευτεί από τα στοιχεία που συγκεντρώνουν οι ανεξάρτητες δικαστικές αρχές, είναι βέβαιο πως θα φέρει τον Ντόναλντ Τραμπ πολύ κοντά στο ενδεχόμενο εξόδου από την προεδρία των ΗΠΑ, μιας και οι προεκτάσεις του είναι σαφώς σοβαρότερες από την περίπτωση του Watergate με τον Πρόεδρο Νίξον.
Φίλια πυρά
Το σημείο που πλέον συγκεντρώνει το ενδιαφέρον στην κριτική εναντίον του είναι πως πλέον συμμετέχουν ενεργά και αρκετά πολιτικά ή τεχνοκρατικά στελέχη των Ρεπουμπλικάνων. Οι πρόσφατες ανώνυμες διαρροές αξιωματούχων που σχολίαζαν το πρώτο διεθνές ταξίδι επαφών του Αμερικανού Προέδρου είναι ενδεικτικές του κακού κλίματος που πλέον δείχνει να παγιώνεται απέναντι στο πρόσωπό του.
Το γεγονός πως είδαν το φως της δημοσιότητας και μάλιστα εντός ΗΠΑ, σχόλια που λένε πως ο Ντόναλντ Τραμπ χειρίζεται τη διεθνή στρατηγική των ΗΠΑ «σαν αρχάριος ανάμεσα σε ειδήμονες», δεν ξεπερνιούνται εύκολα. Η επιμονή να φέρνει μπροστά σε κάθε διεθνή επαφή μόνο τα θέματα που πιστεύει πως αφορούν τις ΗΠΑ, έχει ανάποδο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο.
H διπλωματία δεν χωρά συνθήματα
Στη διεθνή διπλωματία, το να αγνοείς επιδεικτικά τα ζητήματα που απασχολούν τους συνομιλητές σου, που συνήθως είναι και σύμμαχοι σου, είναι καταστροφικό. Η αδιαφορία του Τραμπ και κυρίως οι έντονες δημόσιες επικρίσεις του απέναντι στο σύνολο σχεδόν των ηγετών που συνάντησε, οδηγούν αναπόφευκτα σε σχόλια όπως αυτό της Άνγκελα Μέρκελ, που εμμέσως πλην σαφώς δήλωσε, πως η εμπειρία της από τον Τραμπ την αναγκάζει να σκεφτεί μια Ευρώπη δίχως καμία στήριξη από τις ΗΠΑ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, λοιπόν, όπως και κάθε ηγέτης που καταφεύγει στη διπλωματία μόνο όταν ζητάει κάτι, πιθανώς κάνει μέγα στρατηγικό σφάλμα. Διότι, οι διεθνείς σχέσεις χτίζονται μέσα από διαρκή ανταλλαγή στρατηγικών συμφερόντων μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, επ’ ωφελεία όλων και όχι προτάσσοντας το δικό σου θέλω, κατά το σύνθημα «America First».