Γράφει ο Μιχάλης Μαρδάς
Μαζί, όμως, με αυτούς πολέμησαν δίπλα τους ως ίσοι προς ίσους και κάποιοι άλλοι που μπορεί να μην μνημονεύονται με την ίδια συχνότητα, αλλά η δράση τους στον απελευθερωτικό αγώνα μόνο μικρή δεν ήταν. Το EtheMagazine του EleftherosTypos.gr γυρίζει τον χρόνο πίσω και σας παρουσιάζει μερικούς από τους άγνωστες ήρωες του 1821.
Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης (1791-1860)
Γεννήθηκε το 1791 στο Σοφικό Κορινθίας και γι’ αυτό πήρε το προσωνύμιο Σοφικίτης. Στα 18 του χρόνια έφυγε από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στη Μικρά Ασία όπου δημιούργησε τη δική του επιχείρηση βγάζοντας αρκετά χρήματα. Οταν η Επανάσταση ήταν στα σκαριά, μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία και αφιερώθηκε στον αγώνα του έθνους για την ελευθερία. Οταν ξεκίνησε η επανάσταση έφυγε από την Μικρά Ασία και ηγήθηκε των όπλων στο Σοφικό.
Σε επιστολή του την 1η Μαΐου του 1821, ανάφερε χαρακτηριστικά: «…άμα ήχησεν η γλυκεία φωνή εις τας ακουάς μου ότι το έθνος μου επαναστάτησε κατά του βαρβαρικού ζυγού παράτησα εις την Μαγνησία της μικράς Ασίας όλη την καταστασίν μου συνισταμένην εις σημανικότατην ποσότητα, και ήλθα είς την πατρίδαν μου , συμπαραλαβών τους πατριώτας μου και επί κεγαλής αυτών ώρμησα εις τα όπλα και μετά μεγίστης προθυμίας παρευρισκόμην με τους υπό την οδηγίαν μου όπου πόλεμος και όπως ή χρεία της πατρίδας μου το απαιτούσεν. Διατελών πολλάκις υπ’ ανωτέρων οπλαρχηγών, πλην πάντοτε δεν έλειψα από το να μην έχω υπό την οδηγία μου 500 και άλλοτε 1000 στρατιώτας, τους οποίους μην ευπορούν τότε το ταμείον ως γνωστόν τοίς πάσι, εξοικονομούσα έξ ίδιων μου και με μισθούς και με αλλά αναγκαία ως φαίνονται εις την σημειωσίν μου. ένεκα τούτου εδαπάνησα και την αναποληφθείσαν καταστασίν μου, χωρίς να θελήσω ποτέ να αισχροκερδήσω, ή να νομίσω ποτέ ότι χρεωστώ έν ταυτώ να προβλέψω και δια την μέλλουσαν εξοικονόμησιν της φαμελίας μου, διότι είχα σταθερίν πεποίθησιν ότι ελευθερωθείσης της πατρίδος έκ της τυραννίας, οι υπέρ αυτής παθόντες μένουν υπό την κηδεμονίαν της…»
Με δικά του χρήματα εξόπλισε τον στρατό του και κήρυξε την Επανάσταση στην Κορινθία στις 31 Μαρτίου 1821. Αναγνωρίζοντας τη γενναιότητά του, η κυβέρνηση τον όρισε χιλίαρχο και αργότερα στα 1825 οι Κορίνθιοι πρόκριτοι τον πρότειναν για αντιστράτηγο όπου και έγινε το 1825. Πέθανε φτωχός αλλά υπερήφανος που πολέμησε για την ελευθερία.
Λάμπρος Βέικος (1785-1827)
Γεννήθηκε περίπου το 1785 στο Σούλι και ήταν γιος του Βέικου Ζορμπά. Ηγήθηκε του στρατού των 3.000 Ρουμελιωτών που πήραν την απόφαση να ενισχύσουν τους Μεσολογγίτες. Η ηγετική φυσιογνωμία του τον έφερε ως έναν από τους μεγάλους πρωταγωνιστές των πολιορκημένων του Μεσολογγίου και ήταν αυτός στον οποίο απευθύνονταν ο Κιουταχής στις διαπραγματεύσεις που γίνονταν. Ο Κιουταχής τού ζήτησε να μεσολαβήσει για σύναψη συμφωνίας µε τους πολιορκημένους αλλά η απάντησή του ήταν αρνητική. Μετά την Έξοδο, συμμετείχε στις επιχειρήσεις της Αττικής και τελικά σκοτώθηκε στη μάχη του Αναλάτου το 1827. Το ελληνικό κράτος για να τιμήσει τη μνήμη του, έδωσε στην οικογένειά του εκτάσεις γης στην περιοχή του σημερινού Άλσους Βεΐκου στον αθηναϊκό δήμο του Γαλατσίου.
Ιωάννης Γκούρας (1791-1826)
Γεννήθηκε το 1791 στο Μαυρίλο. Λίγα χρόνια πριν την Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στον Οδυσσέα Ανδρούτσο, που τότε ήταν οπλαρχηγός στη Λιβαδειά. Μετά την πολιορκία της Λιβαδειάς από την Αλή Πασά κατέφυγε στον ξάδερφό του, τον Πανουργιά, στον οποίο οι Τούρκοι είχαν παραχωρήσει το αρματολίκι της επαρχίας της Άμφισσας. Με περίπου 400 που είχε συγκεντρώσει στα περίχωρα της Άμφισσας, όρμησε το πρωί της 27ης Μαρτίου 1821 κατά της πόλης. Μαζί του κινήθηκαν ο Πανουργιάς και οι οπλαρχηγοί Παπανδριάς και Μανίκας. Οι Έλληνες κατόρθωσαν να κυριεύσουν την πόλη και να κλείσουν τους Τούρκους στην ακρόπολη της πόλης. Έπειτα από πολιορκία δέκα ημερών οι Τούρκοι παραδόθηκαν. Το 1822 διορίστηκε φρούραρχος της Αθήνας και το 1825 γενικός οπλαρχηγός της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Στις 7 Απριλίου του 1825 συλλαμβάνει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον φυλακίζει στην Ακρόπολη. Σκοτώθηκε κατά την πολιορκία της Ακροπόλεως από τον Κιουταχή την 1η Οκτωβρίου 1826.
Αγγελής Γοβιός ή Γοβγίνας (1780-1822)
Το πραγματικό του όνομα ήταν Αγγελής Τζουτζάς και ήταν οπλαρχηγός της Εύβοιας. Πολέμησε με γενναιότητα στο Χάνι της Γραβιάς και στις 15 Ιουνίου 1821 αντιμετώπισε τον Ομέρ Βρυώνη στα Βρυσάκια και νίκησε αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί. Σκοτώθηκε σε ενέδρα των Τούρκων στις 28 Μαρτίου 1822, πλάι στον αδερφό του Αναγνώστη. Πάρα πολύ γνωστό είναι το δημοτικό τραγούδι που είναι αφιερωμένο σε αυτόν: «Για σένα, μωρ’ Αγγελή, κλαίει το Γριπονήσι / που χάθηκες κατακαμπής με όλο το γιουρούσι. / Εσύ δεν επολέμαγες μες στης Γραβιάς το χάνι / μ’ οχτώ χιλιάδες Γκέκηδες και βγήκες παλικάρι; / Μα οι Μπαλαλαίοι τα σκυλιά σούφαγαν το κεφάλι. / Σε κλαίει ούλ’ η Ρούμελη τ’ ήσουνα παλικάρι».
Ιωάννης Δυοβουνιώτης (1757-1831)
Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωάννης Ξήκης, αλλά έμεινε γνωστός ως Δυοβουνιώτης εξαιτίας της καταγωγής του από το Δυοβούνι Λοκρίδας. Έγινε γρήγορα ονομαστός για τη δράση και τις ικανότητές του, πραγματικό φόβητρο για τους Τούρκους, οι οποίοι του ανέθεσαν το αρματολίκι της Μπουστουνίτσας. Αργότερα, ο Αλή πασάς αναγκάστηκε να του δώσει το αρματολίκι του Ζητουνίου και των Σαλώνων. Στις 13 Απριλίου του 1821 απελευθέρωσε την Μπουδουνίτσα (13 Απριλίου 1821) και συνεργάστηκε κατόπιν µε τον Αθανάσιο Διάκο σε κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Δικής του έμπνευσης ήταν, εξάλλου, το σχέδιο άμυνας στη Μάχη των Βασιλικών (25 Αυγούστου 1821), που οδήγησε στην αναχαίτιση της στρατιάς του Μπεϊράν Πασά και την εμφατική νίκη των Ελλήνων. Ηταν από τους οπλαρχηγούς – φόβητρο για τους Τούρκους και στη Στερεά Ελλάδα ήταν ο φόβος και ο τρόμος γι’ αυτούς. Μετά τον πόλεμο, του απονεμήθηκε τιμητικά ο βαθμός του στρατηγού.
Tσάµης Καρατάσος (1798-1861)
Ο γιος του αρματολού της Μακεδονίας, Αναστάσιου Καρατάσου, έπιασε τα όπλα το 1822 δρώντας κατά την επανάσταση της Βέροιας. Ο σπουδαιότερος οπλαρχηγός της Μακεδονίας κατέφυγε μετά στην Εύβοια και τις Σποράδες, συνεχίζοντας τον πόλεμο της ανεξαρτησίας, πριν περάσει τον Αύγουστο του 1828 στην Ανατολική Στερεά αγωνιζόμενος για την αποκατάσταση της ελληνικής κυριαρχίας. Με την εγκαθίδρυση της βασιλείας, έγινε υπασπιστής του Όθωνα. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, ο Τσάμης Καρατάσος συνέχισε τις προσπάθειες για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, συμμετέχοντας στην επανάσταση της Χαλκιδικής, το 1854. Ήταν ένας από τους βασικούς εμπνευστές της επανάστασης, γνωστός με το προσωνύμιο “Γερο-Τσάμης”. Οι επαναστάσεις των Μακεδόνων είχαν την υποστήριξη του Όθωνα, που πίστευε ότι η απελευθέρωση της Μακεδονίας και άλλων περιοχών της Ελλάδας είναι δυνατή, ελπίζοντας σε ρωσική στήριξη. Η επανάσταση, όμως, απέτυχε δημιουργώντας εντάσεις στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις τα προσεχή χρόνια. Ο Καρατάσος ήταν πεπεισμένος ότι μόνο μια Ελληνοσερβική συμφωνία θα μπορούσε να επιταχύνει τη διαδικασία αποχώρησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα Βαλκάνια. Το 1859 άρχισε να δημοσιεύει τις προτάσεις του σε άρθρα εφημερίδας, ενώ προσπαθούσε να προσεγγίσει τους εκπροσώπους των Σερβικών κοινοτήτων στην Ελλάδα, προκειμένου να τον υποστηρίξουν και να τον βοηθήσουν στον σκοπό του. Ο Όθων ήταν θετικός και επικροτούσε αυτές τις επαφές. Έτσι, το 1861, μετέβη στο Βελιγράδι για να υπογράψει την πρώτη επίσημη συμφωνία ανάμεσα στις δύο χώρες. Κατά την παραμονή του εκεί πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες (πιθανόν από κάποια αρρώστια), ενώ σχεδίαζε κοινή εξέγερση Ελλήνων και Σέρβων.
Μιχάλης Κόρακας (1797-1882)
Ηταν ένας από τους σπουδαιότερους εκφραστές της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης. Ο «Γέρος», όπως ήταν το παρατσούκλι του, ξεκίνησε τη δράση του ως αρματολός. Οταν το 1825 φάνηκε ότι η επανάσταση στο νησί είχε καταπνιγεί, πέρασε στην ηπειρωτική Ελλάδα συνεχίζοντας τη μάχη στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, πολεμώντας δίπλα στον Καραϊσκάκη στη Μάχη της Ακρόπολης.
Μετά γύρισε στην Κρήτη για να συνεχίσει τον αγώνα του και ως πειρατής χτυπούσε τους Τούρκους στο Αιγαίο! Η ελληνική κυβέρνηση τού προσέφερε τιμητικά τον βαθμό του λοχαγού, όμως, εκείνος αρνήθηκε λέγοντας ότι δεν έδωσε μάχες για να πάρει ανταλλάγματα και συνέχισε να πολεμά μέχρι τα βαθιά γεράματα! Έλαβε μέρος σε δεκάδες μάχες σε όλη την ανατολική Κρήτη και συμμετείχε και στην επανάσταση του 1878, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη υπερβεί το 80ό έτος της ηλικίας του.
Μιχάλης Κουρµούλης (1765-1824)
Ο Χουσεΐν Αγάς, από μουσουλμάνος αξιωματικός μετατράπηκε σε παθιασμένο οπλαρχηγό και ονομάστηκε Μιχάλης Κουρμούλης. Τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του, είχαν μεριμνήσει για την προστασία των χριστιανών στη Δίκτη και στον Ψηλορείτη ενώ το 1814, με αφορμή την δολοφονία μερικών Οθωμανών ενόπλων, ο Κουρμούλης είχε κατηγορηθεί στις αρχές ως κρυπτοχριστιανός, επιτυγχάνοντας όμως την αθώωσή του. Συμμετείχε στην προετοιμασία της εξέγερσης στην Κρήτη, όντας μέλος της Φιλικής Εταιρείας, έχοντας μυηθεί από τον Γρηγόριο Καλλονά. Μάλιστα, κατά το Πάσχα του 1821 κι ενώ βρισκόταν στα Χανιά, φανέρωσε δημόσια τη χριστιανική του πίστη. Με την έναρξη της επανάστασης στην Κρήτη, τέθηκε επικεφαλής της οικογένειας των Κουρμούληδων και πραγματοποίησε μαζί με άλλους οπλαρχηγούς ενέδρες στις οθωμανικές δυνάμεις της περιοχής του Ρεθύμνου και αργότερα κατέφυγε προσωρινά στην Κάσο μαζί με άλλους επαναστάτες, για να επιστρέψει λίγο αργότερα στην Κρήτη. Διορίστηκε από τον Δημήτριο Υψηλάντη πεντακοσίαρχος και κατάφερε να νικήσει κατ’ επανάληψη τους Οθωμανούς στρατιωτικούς, Σερίφ και Χασάν πασά, ενώ ήταν ο πρώτος που συγκρότησε ελληνικό ιππικό. Μετά την κατάπνιξη της επανάστασης στο νησί από τους Αιγυπτίους, κατέφυγε τραυματισμένος στην Ύδρα όπου πέθανε το 1824.
Μητροπέτροβας (1745-1838)
Ο Μήτρος Πέτροβας, γνωστότερος ως Μητροπέτροβας, ήταν Μεσσήνιος οπλαρχηγός και ένας από τους ηγέτες των αντικυβερνητικών εξεγέρσεων κατά τη διάρκεια της βαυαρικής αντιβασιλείας. Ως οπλαρχηγός, προετοίμασε την επανάσταση στη Μεσσηνία, τασσόμενος στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη του οποίου ήταν κηδεμόνας μετά τον θάνατο του πατέρα του, Κωνσταντίνου. Τον Μάιο του 1825 πήρε μέρος ως στρατηγός στις επιχειρήσεις εναντίον του Ιμπραήμ. Καταδικάστηκε σε θάνατο για την εξέγερση κατά της βαυαρικής αντιβασιλείας, ποινή που δεν εκτελέστηκε ωστόσο λόγω της συνεισφοράς του στην ελληνική επανάσταση.
Αντώνης Οικονόµου (1785-1821)
Κατάγονταν από την Ύδρα και ήταν ένας έμπορος που δρούσε στην Πόλη. Την νύχτα της 27ης Μαρτίου 1821, κήρυξε την επανάσταση στο νησί αιφνιδιάζοντας τους πάντες και αναλαμβάνοντας την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση της Ύδρας. Οι πρόκριτοι που είχαν παραγκωνιστεί από τον Οικονόμου, οργάνωσαν συνωμοσία εναντίον του η οποία εκδηλώθηκε στις 22 Μαΐου του 1821. Οι υποστηρικτές του, κατά κύριο λόγο ναύτες, είχαν μπαρκάρει με τα πλοία, με αποτέλεσμα ο Οικονόμου να βρεθεί απροστάτευτος. Αφού συνελήφθη, του απαγγέλθηκαν κατηγορίες. Οι συγγενείς του, όμως, κατάφεραν να τον φυγαδεύσουν στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στο Κρανίδι. Από εκεί αυτοεξορίστηκε στις Κλουκίνες Καλαβρύτων, στο μοναστήρι της Αγίας Βαρβάρας. Μαζί με 12 άνδρες του κατευθύνθηκε προς το Άργος για να παρουσιαστεί στην εθνοσυνέλευση που γινόταν εκεί, γεγονός που ανησύχησε τους προκρίτους της Ύδρας, οι οποίοι και έστειλαν στρατιωτικό σώμα να τον σκοτώσει. Ο Κολοκοτρώνης, γνωρίζοντας τα σχέδια των προκρίτων, έστειλε τον οπλαρχηγό Τσωκρή με 200 παλικάρια να τον προστατεύσουν. Ο Τσωκρής, όμως, δεν κατάφερε να τον προλάβει πριν τον δολοφονήσουν οι μισθοφόροι των προκρίτων της Ύδρας κοντά στο Άργος, στις 16 Δεκεμβρίου 1821.
Γιαννάκης Ράγκος (1790-1870)
Ο Ιωάννης Ράγκος ξεκίνησε τη δράση του ως αρματολός, πρωτοστατώντας στις πρώτες φάσεις της επανάστασης (1821-1825) σε σωρεία µαχών στην Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο, αλλά και στην Πελοπόννησο εναντίον του Ιμπραήμ. Το 1822 ήταν αρχηγός στην εκστρατεία της Θεσσαλίας και συμπολεμιστής του Καραϊσκάκη, ενώ την επόμενη χρονιά ως στρατηγός ανέλαβε την καταδίωξη του αποστάτη πια Καραϊσκάκη για λογαριασμό της κυβέρνησης! Εσωσε το Μεσολόγγι το 1824 από τον Ομέρ Πασά, γι’ αυτό και του παραχωρήθηκε το πασαλίκι των Αγράφων.
Χριστόδουλος Χατζηπέτρου (1799-1869)
Κατάγονταν από τα Τρίκαλα και έδρασε στη Θεσσαλία και τη Στερεά. Ηταν μαθητής του Καραϊσκάκη. Το 1825 προσέφερε τις υπηρεσίες του στο Μεσολόγγι ως την ηρωική έξοδο. Ο Χατζηπέτρος προερχόταν από μια εύπορη οικογένεια προκρίτων εκτός Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας. Το σώμα των στρατιωτών που διοικούσε το συντηρούσε αποκλειστικά με δικές του οικονομικές θυσίες, που ανήλθαν σε περισσότερο από 1 εκατομμύριο γρόσια! Το 1854, ο Όθωνας του ανέθεσε την αρχηγία της εκστρατείας στη Θεσσαλία. Μετά την έξωση συνόδευσε τον Όθωνα στη Βαυαρία, επέστρεψε όμως στην Ελλάδα. Ο Βασιλιάς Γεώργιος τον διόρισε και πάλι επίτιμο υπασπιστή του. Πέθανε από αποπληξία στην Αθήνα στις 29 Οκτωβρίου 1869.