Η ημικρανία είναι μία εξαιρετικά συχνή μορφή πονοκεφάλου, η οποία συνήθως περιορίζεται σε κάποιο τμήμα του κρανίου και αναγκάζει τον ασθενή να αποσυρθεί από την όποια ενασχόληση του.
Χαρακτηρίζεται ως χρόνια πάθηση και έχει οργανικό υπόστρωμα. Από το ιστορικό του ασθενή προκύπτει κεφαλαλγία με δυσανεξία στον ήχο ή/και στο φως, ενώ ενδέχεται να συνυπάρχει και τάση για έμετο. Στατιστικά, το 12% του γενικού πληθυσμού της Ελλάδας, υποφέρει από ημικρανίες. Σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, η ημικρανία κατέχει την 6η θέση παγκοσμίως, όσον αφορά στη μείωση της λειτουργικότητας του πάσχοντος, ενώ παράλληλα αποτελεί και την 3η αιτία αναπηρίας στο κόσμο.
Ένα χρόνιο μαρτύριο πολλαπλής αιτιολογίας
Η ημικρανία πολλές φορές μένει δυστυχώς αδιάγνωστη και χωρίς θεραπεία. Συνήθως ένας στους τέσσερις ασθενείς αναζητούν ιατρική βοήθεια, ενώ οι πάσχοντες αναγκάζονται να ζουν με χούφτες από παυσίπονα φάρμακα, συχνά όμως χωρίς αποτέλεσμα. Οι περισσότεροι ασθενείς με χρόνιο πρόβλημα ημικρανιών έχουν υποβληθεί σε αρκετές και, πολλές φορές, περιττές εξετάσεις, ενώ κάποιοι ασθενείς αναφέρουν ότι δεν γίνονται πιστευτοί – ακόμη και από γιατρούς- ως προς την χρονιότητα ή την βαρύτητα του πόνου που αισθάνονται, παρότι τα συμπτώματα τους είναι αντικειμενικά. Το άγχος, η κληρονομικότητα και γυναίκες σε ηλικία εμμηνορρυσίας (λόγω διακύμανσης των οιστρογόνων), αποτελούν τα πλέον συχνά αίτια ημικρανίας.
Ένας «άχρηστος» πόνος που προκαλεί ανικανότητα
Τόσο η αίσθηση, όσο και η αντίληψη του πόνου, είναι μια φυσιολογική και απαραίτητη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού, καθώς δρα ως αρωγός στην αποφυγή περαιτέρω βλάβης. Ο πόνος, όμως, της ημικρανίας δεν βοηθά σε κάτι, καθώς δεν «υποδεικνύει» κάποια σοβαρή οργανική βλάβη, αλλά ταλαιπωρεί και προκαλεί ανικανότητα στον ασθενή. Υπάρχουν αρκετές θεωρίες που αφορούν στο μηχανισμό δημιουργίας της ημικρανίας. Η επικρατέστερη υποστηρίζει ότι, υπάρχει μια διαδικασία κατά την οποία ο εγκέφαλος δίνει μια εντολή στα αγγεία του, ώστε αυτά να μεταβληθούν σε διάμετρο. Η διαδικασία αυτή είναι “χημική” και εφαρμόζεται μέσω ενδοκυττάριων ουσιών, οι οποίες απελευθερώνονται κι ενεργούν στα τοιχώματα των αγγείων. Έρευνες έχουν δείξει ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης, υπάρχει, στην περιοχή που εμφανίζεται η ημικρανία, απορύθμιση των επιπέδων διαφόρων ενδοκυττάριων ουσιών και νευροπεπτιδίων. Αυτό το γεγονός οδηγεί σε απότομη μεταβολή της διαμέτρου των αγγείων, η οποία προκαλεί τοπικό ερεθισμό των μηνίγγων του εγκεφάλου και κατά συνέπεια πόνο. Παραμένει ασαφές, ωστόσο, γιατί αυτή η χημική απορρύθμιση συμβαίνει σε χρόνια βάση σε ορισμένα άτομα.
Ο ρόλος του βελονισμού στην προσπάθεια για αντιμετώπιση της ημικρανίας
Ο βελονισμός εφαρμόζεται στην σύγχρονη ιατρική πράξη και αποτελεί μία θεραπευτική τεχνική, η οποία έχει τις ρίζες της στην αρχαία Κίνα. Σήμερα, διδάσκεται σε τουλάχιστον 70 πανεπιστήμια των ΗΠΑ, είναι αναγνωρισμένος από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και εφαρμόζεται σε μία ευρεία γκάμα παθήσεων. Μία από αυτές είναι και η ημικρανία, στη αντιμετώπιση της οποίας ο ιατρικός βελονισμός συμβάλει κυρίως προληπτικά, τόσο στη φάση της πρόδρομων και σχετικά ήπιων συμπτωμάτων της όσο και στη φάση που τα συμπτώματα πληθαίνουν (δυσανεξία σε φως, ήχους, κ.λπ), ενώ δύναται και να ανακουφίσει τον έντονο πόνο κατά τη διάρκεια της κρίσης. Όσον αφορά στον μηχανισμό με τον οποίο γίνεται αυτό εφικτό (όπως αναφέρεται σύμφωνα με διεθνείς μελέτες), η εφαρμογή του βελονισμού βοηθά στην σωστή εξωκρανιακή και ενδοκρανιακή ροή του αίματος, μέσω κατάλληλης ρύθμισης των επιπέδων των ενδοκυττάριων ουσιών και νευροπεπτιδίων που ευθύνονται για την εμφάνιση ημικρανίας.
Ενεργοποίηση των «παυσίπονων» ουσιών που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός μας
Επιπρόσθετα, από τη πρώτη κιόλας συνεδρία, παρατηρείται αύξηση των ενδορφινών (που είναι ενδογενή οπιοειδή του υποθαλάμου και της υπόφυσης), προκαλώντας απελευθέρωση τους στην κυκλοφορία του αίματος. Οι ενδορφίνες λειτουργούν ως παυσίπονα και συμβάλουν στην καθυστέρηση εμφάνισης της ημικρανίας. Επίσης βοηθούν στην ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος, προσφέροντας ευφορία και αναλγησία.
Πρόληψη της ημικρανίας και αντιμετώπιση οξέων επεισοδίων
Μετά τη λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού από τον ασθενή, σκιαγραφείται η πάσχουσα περιοχή και καταγράφεται το είδος του πόνου. Ακολουθεί η τοποθέτηση του, σε αναπαυτική θέση και η χρησιμοποίηση ειδικών βελονών μιας χρήσεως, οι οποίες μπαίνουν σε κατάλληλα σημεία της κεφαλής, του αυχένα και των άνω άκρων. Ο βελονισμός είναι κατά γενική ομολογία, μια ανώδυνη θεραπεία. Ο αριθμός των ιατρικών συνεδρίων, ανέρχεται σε 10-12, και με διάρκεια 20-45 λεπτά για την κάθε μία. Παρενέργειες δεν υπάρχουν, ενώ αντένδειξη υπάρχει μόνο εάν στο ιστορικό αναφέρεται εγκυμοσύνη ή η ύπαρξη βηματοδότη. Με τη λήξη των συνεδρίων, οι ασθενείς παρουσιάζουν μείωση της έντασης, της διάρκειας, της συχνότητας των κρίσεων της ημικρανίας, καθώς και της λήψης αναλγητικών, σε ποσοστά που κυμαίνονται έως και 80%.