Η διάκριση του καταρράκτη μπορεί να βασίζεται στην αιτία, στην ηλικία εμφάνισης, στη βαρύτητα της θόλωσης ή στην εντόπιση και το είδος της θόλωσης του φακού. Η επικρατέστερη διαίρεση των καταρρακτών είναι αυτή που τους χωρίζει – ανάλογα με την ηλικία εμφάνισης – σε συγγενείς, κληρονομικούς και επίκτητους.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι καταρράκτης μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και με τη γέννηση (συγγενής ή κληρονομικός καταρράκτης), ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών αφορά σε καταρράκτη που «αποκτήθηκε» μετά τη γέννηση και σχετίζεται με οφθαλμική πάθηση, τραύμα, συστηματική νόσο ή την πρόοδο της ηλικίας (γεροντικός καταρράκτης). Ο καταρράκτης αυτού του τύπου μπορεί, μάλιστα, να εμφανιστεί και σε σχετικά νεαρή ηλικία (προγεροντικός).
Η πιο συχνή αιτία μείωσης της όρασης
Ο σχετιζόμενος με την ηλικία καταρράκτης είναι πολυπαραγοντική ασθένεια στην οποία γενετικοί, περιβαλλοντικοί, κοινωνικοοικονομικοί και βιοχημικοί παράγοντες δρουν συνεργικά. Ενδεικτικά αναφέρονται: η ηλικία, η νεφρική ανεπάρκεια, προηγούμενη επέμβαση για γλαύκωμα, σακχαρώδης διαβήτης, λήψη κορτικοστερεοειδών, υπεριώδης ακτινοβολία είναι δυνατό να ενέχονται στην εμφάνιση καταρράκτη. Σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας η παρουσία καταρράκτη αποτελεί το συχνότερο αίτιο μείωσης της όρασης παγκοσμίως.
Επίκτητος καταρράκτης
Επίκτητος είναι ο καταρράκτης που εμφανίζεται σποραδικά, ως αποτέλεσμα δράσης τοξινών, συστηματικών παθήσεων, τραύματος, ενδοφθάλμιας φλεγμονής και γήρανσης.
Πολλοί αιτιολογικοί παράγοντες προκαλούν χαρακτηριστικές μορφολογικές διαταραχές. Το κύριο σύμπτωμα της ανάπτυξης του καταρράκτη είναι η προοδευτικά επιδεινούμενη ανώδυνη μείωση της όρασης. Τα περισσότερο σημαντικά κλινικά σημεία που πρέπει να ελέγχουμε είναι:
- Το ποσοστό μείωσης της οπτικής οξύτητας
- Η πιθανότητα αποκατάστασης της όρασης μετά την αφαίρεση του καταρρακτικού φακού
- Η παρουσία συστηματικής πάθησης και εάν αυτή σχετίζεται με την ανάπτυξη του καταρράκτη
- Παθήσεις του οφθαλμού που σχετίζονται με την ανάπτυξη του καταρράκτη σε απουσία συστηματικής πάθησης.
Αιτιολογικά, ο επίκτητος καταρράκτης ταξινομείται ως εξής:
- Γεροντικός
- Δευτεροπαθής
- Τραυματικός
Γεροντικός καταρράκτης
Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει την εμφάνιση του καταρράκτη σε άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 50 ετών, όπου δεν μπορεί να αναγνωριστεί υπεύθυνος αιτιολογικός παράγοντας για την πρόκλησή του. Ο καταρράκτης, ανάλογα με την εντόπιση της αρχικής θόλωσης, μπορεί να είναι φλοιώδης, πυρηνικός ή υποκαψικός. Οι θολώσεις αυτές μπορούν να συνυπάρχουν, αλλά πιθανώς εμπλέκονται διαφορετικοί μηχανισμοί σε διαφορετικά τμήματα του φακού.
Ο καταρράκτης χαρακτηρίζεται από υπερβολική πύκνωση του φακού, κατά τη φυσιολογική διαδικασία ωρίμανσής του. Εμφανίζεται γύρω στα 50 έτη και εξελίσσεται αργά μέχρι να θολώσει όλος ο φακός. Συχνά, η πρωιμότερη μεταβολή είναι η αύξηση του δείκτη διάθλασης με αποτέλεσμα την μεταβολή του οφθαλμού σε μυωπικό. Η εμφάνιση της μυωπίας οδηγεί συχνά στην αντιρρόπηση της πρεσβυωπίας και στη λεγόμενη «δεύτερη όραση». Όσο η θόλωση του φακού προχωράει, τα πιο συχνά συμπτώματα είναι η δυσκολία κατά την οδήγηση τη νύχτα, με παρουσία έντονων αντανακλάσεων, η έντονη ευαισθησία στο φως και η ανάγκη για περισσότερο φως για διάβασμα. Τελικά παρατηρούμε μείωση της όρασης για μακριά και για κοντά, η οποία δε διορθώνεται με γυαλιά.
Δευτεροπαθής καταρράκτης
Ο δευτεροπαθής καταρράκτης μπορεί να οφείλεται σε:
- Παθήσεις των οφθαλμών. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για συγγενείς και κληρονομικές ανωμαλίες, διάφορες οφθαλμικές παθήσεις όπως φλεγμονές και γλαύκωμα.
- Συστηματικές παθήσεις. Συνήθως πρόκειται για μεταβολικά νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης ή η γαλακτοζαιμία.
- Νευρολογικές παθήσεις, όπως η Νόσος Wilson
- Μυοπάθειες, όπως η μυοτονική δυστροφία.
- Χρήση φαρμάκων. Συνήθως αναφέρονται τα κορτικοστεροειδή και η λήψη χλωροπρομαζίνης.
Τραυματικός καταρράκτης
Ο τραυματικός καταρράκτης προκαλείται από την επίδραση πάνω στο φακό πολλών βλαπτικών φυσικών παραγόντων. Ο τραυματισμός μπορεί να είναι άμεσος, όπως σε διατιτραίνον ή διαμπερές τραύμα όπου μπορεί να προκληθεί καταρράκτης μέσα σε λίγες ώρες ή έμμεσος όπως σε πλήξη του βολβού, οπότε τα αποτελέσματα μπορεί να γίνουν εμφανή μετά τη πάροδο εβδομάδων ή ετών.
Η θεραπεία του καταρράκτη είναι αποκλειστικά χειρουργική
Η κύρια ένδειξη για την εγχείρηση του καταρράκτη είναι η μείωση της οπτικής οξύτητας. Ο χρόνος όμως της επέμβασης είναι υποκειμενικός και βασίζεται στις προσωπικές ανάγκες του ασθενούς. Η επέμβαση εκλογής για το καταρράκτη είναι η μέθοδος της φακοθρυψίας η οποία απαιτεί μόνο τοπική αναισθησία με τη χρήση οφθαλμικών σταγόνων. Συνίσταται στον τεμαχισμό με υπερήχους και στην αναρρόφηση του πυρήνα του φακού μέσω μικρής τομής κάτω των 3mm. Στη συνέχεια ο χειρουργός προχωρά στην ένθεση τεχνητού ενδοφακού, ενώ η επέμβαση ολοκληρώνεται χωρίς τη χρήση ραμμάτων και εντός μερικών ωρών ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι του.