Η απάντηση είναι καταφατική
Η διάγνωση της οστεοπόρωσης μπορεί να γίνει στο προκαταγματικό στάδιο με μέτρηση της οστικής πυκνότητας, εφόσον τηρούνται οι ενδείξεις για τη χρησιμοποίηση αυτής της διαγνωστικής μεθόδου.
Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης πριν από την ηλικία των 60 ετών ή στο άνω άκρο του μηριαίου οστού στην ηλικία των 60 ετών και πάνω. Για τη μέτρηση αυτή η πιο χρήσιμη και αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της απορρόφησης διπλοενεργειακών φωτονίων, που είναι γνωστή ως DEXA από το Dual Energy X-ray absorptiometry.
Μέτρηση της οστικής πυκνότητας θα πρέπει να γίνεται:
- Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας μικρότερης των 65 ετών που έχουν επιπλέον της εμμηνόπαυσης έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση.
- Σε όλες τις γυναίκες ηλικίας 65 ετών και πάνω ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου.
- Σε γυναίκες και άνδρες που παίρνουν ή προβλέπεται να πάρουν κορτιζόνη για μεγάλο χρονικό διάστημα (ημερήσια δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης για 3 μήνες ή περισσότερο).
- Σε γυναίκες και άνδρες με ακτινολογική παραμόρφωση σπονδύλων.
- Σε γυναίκες και άνδρες που έχουν υποστεί κάταγμα μετά από ελαφρό τραύμα.
- Σε γυναίκες και άνδρες που βρίσκονται σε θεραπεία για οστεοπόρωση προκειμένου να γίνεται περιοδικά αξιολόγηση του αποτελέσματος της εφαρμοζόμενης θεραπευτικής αγωγής.
Η μέθοδος στηρίζεται στην χρήση των ακτίνων Χ πολύ χαμηλής ενέργειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η δόση που λαμβάνει ο εξεταζόμενος είναι παρόμοια με την ημερήσια δόση ακτινοβολίας που ακούσια λαμβάνει κάθε άτομο από το περιβάλλον και μικρότερη από το 1/10 της δόσης που λαμβάνει κανείς από μία ακτινογραφία θώρακος.
Ερμηνεία αποτελεσμάτων
Τα αποτελέσματα της μέτρησης εκφράζονται σε τιμές T-score. Η τιμή T-score είναι ένδειξη για το πόσο ψηλότερη ή χαμηλότερη είναι η οστική πυκνότητα του εξεταζομένου συγκριτικά με την οστική πυκνότητα ενός υγιούς 30χρονου ενήλικα. Έτσι οι ασθενείς κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες με βάση την τιμή οστικής πυκνότητας:
ΕΟΔΥ - κορονοϊός: 531 νέες εισαγωγές, 7 διασωληνώσεις και 27 θάνατοι την τελευταία εβδομάδα
- Φυσιολογική μέτρηση – 1 ≤T-Score
- Οστεοπενία -2,5 ≤ Τ-Score ≤ – 1
- Οστεοπόρωση T-Score ≤ -2,5
- Σοβαρή οστεοπόρωση T-Score ≤ -2,5 και ένα τουλάχιστον κάταγμα.
Είναι, όμως, η Μέτρηση Οστικής Πυκνότητας, αρκετή για την έναρξη ή όχι θεραπείας;
Η απάντηση είναι αρνητική
«H απάντηση είναι κατηγορηματικά ΟΧΙ», υπογραμμίζει ο κ. Ιωάννης Χιώτης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός, Διδάκτωρ Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου. Και εξηγεί:
«Η μέτρηση οστικής πυκνότητας δεν θα πρέπει να είναι η μόνη εξέταση που πραγματοποιεί ένας υποψήφιος ασθενής για τους παρακάτω λόγους:
- Στην αγορά κυκλοφορούν διάφορα μηχανήματα μέτρησης οστικής πυκνότητας όπου χρησιμοποιούν διαφορετικές παραμέτρους για το αποτέλεσμα της μέτρησης. Η μέθοδος που έχει αποδειχθεί με το πιο έγκυρο αποτέλεσμα είναι η DEXA (dual energy Xray Absoppthometry) και το μηχάνημα το οποίο μας δίνει τις περισσότερες παραμέτρους είναι το LUNAR. Είναι πολύ βασικό ο ασθενής να πραγματοποιεί την εξέταση DEXA από έτος σε έτος στο ίδιο μηχάνημα (το μηχάνημα να έχει το ίδιο software), ώστε να είναι εφικτή η σύγκριση των τιμών.
- Αφού λοιπόν αποφασίσουμε σε ποιό μηχάνημα θα κάνουμε την πρώτη μέτρηση οστικής πυκνότητας ή την επανάληψή της, θα πρέπει ο γιατρός να αποφασίσει σε ποιο σημείο του σώματος θα πρέπει να γίνει η εξέταση. Για την πλήρη κάλυψη κάθε ενδεχόμενου η μέτρηση θα πρέπει να γίνεται στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και στο δεξί και αριστερό ισχίο. Στην περίπτωση που η σπονδυλική στήλη υποφέρει από βαριά σκολίωση και εκφυλιστική σπονδυλοαρθρίτιδα η μέτρηση θα οδηγήσει σε πλάνη. Επίσης, από τα δύο ισχία προτιμάμε να μετρήσουμε το μη επικρατές (για δεξιόχειρες το αριστερό ισχίο και για αριστερόχειρες το δεξί ισχίο, αν και εφόσον στην εκεί περιοχή δεν έχει γίνει κάποια χειρουργική επέμβαση στο οστό).
- Με την επιστημονική κοινότητα να αναγνωρίζει πως η μέτρηση οστικής πυκνότητας δεν μπορεί να είναι η μόνη εξέταση για την ανίχνευση της οστεοπόρωσης, η αναζήτηση της εξέλιξης οδήγησε σε μια νέα εξέταση η οποία ονομάζεται Trabecular Bone Score (TBS) και δίνει περισσότερα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μικροαρχιτεκτονικής του οστού. Είναι μια μέθοδος μη επεμβατική, χρησιμοποιώντας τα ευρέως διαθέσιμα μηχανήματα DXA και αποδίδει ποιοτικότερη συσχέτιση των αποτελεσμάτων της εξέτασης με τον κίνδυνο κατάγματος της επόμενης 10ετίας. Επίσης μπορεί να διευκρινίσει διαφορές μεταξύ πρωτοπαθούς και δευτεροπαθούς οστεοπόρωσης.
Τέλος, είναι απαραίτητο να υποσημειώσουμε ότι μόνο η TBS ή η προγενέστερη και ευρέως διαδεδομένη μέτρηση οστικής πυκνότητας δεν μπορεί από μόνη της να οδηγήσει σε θεραπεία για την οστεοπόρωση», καταλήγει ο κ. Χιώτης.
Βιοχημικές εξετάσεις και ιστορικό ασθενούς
Ο εξειδικευμένος ιατρός θα πρέπει να διενεργήσει και ειδικό βιοχημικό έλεγχο (αίματος και ούρων) καθώς και να λάβει υπ’ όψιν του συγκεκριμένα στοιχεία από το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό του ασθενούς. Η συναξιολόγηση όλων των προαναφερόμενων στοιχείων (τα οποία έχουν μοριοδοτηθεί από επιστημονικές μελέτες) είναι ικανή να αποδώσει στον ασθενή την κατάλληλη θεραπεία, η οποία μπορεί να είναι και μη φαρμακευτική.