Πολλές φορές στο παρελθόν αθλητές και ομάδες που είχαν μεγάλες επιτυχίες ως έφηβοι, νέοι και ελπίδες χάθηκαν στην… πορεία και δεν τους δόθηκαν οι ευκαιρίες να αποδείξουν μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν. Αλλες φορές οι ευθύνες ήταν των ίδιων των αθλητών, που δεν εκμεταλλεύτηκαν το ταλέντο τους.
Το ελληνικό μπάσκετ, πάντως, από την αναδρομή που θα ακολουθήσει, φαίνεται ότι έχει πάρει μαθήματα από το παρελθόν και βελτιώνεται στον τομέα της αξιοποίησης των ταλέντων. Το ελληνικό μπάσκετ, άλλωστε, στην πάροδο των ετών έχει εξελίξει την τεχνογνωσία του, ενώ οι Ελληνες προπονητές έχουν φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο και γι’ αυτό έχουν ζήτηση από το εξωτερικό.
Οκτώ χρόνια μετά το Ευρωμπάσκετ του 1987, τον Ιούλιο του 1995 η Εθνική Εφήβων κατακτούσε τον Παγκόσμιο τίτλο στο κατάμεστο ΟΑΚΑ, ύστερα από θριαμβευτική και αήττητη πορεία. Ακόμη και σήμερα είναι ο μοναδικός παγκόσμιος τίτλος στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ.
Οι προσδοκίες ήταν μεγάλες, αλλά οι περισσότεροι παίκτες δεν ανταποκρίθηκαν. Ένα χρόνο αργότερα, το 1996 άρχισε η εφαρμογή της απόφασης Μπόσμαν και οι ελληνικές ομάδες γέμισαν κοινοτικούς παίκτες, ενώ τα περισσότερα παιδιά εκείνης της Εθνικής Εφήβων πολύ γρήγορα υπέγραψαν συμβόλαια πολλών εκατομμυρίων δραχμών και αρκετά επαναπαύτηκαν.
Από τις «εξαιρέσεις» του κανόνα ήταν ο Μιχάλης Κακιούζης που ήταν αρχηγός της Εθνικής ομάδας που κατέκτησε το Ευρωμπάσκετ του 2005 στο Βελιγράδι και ένα χρόνο αργότερα νίκησε την «Dream Τeam» των ΗΠΑ στον ημιτελικό του Παγκοσμίου της Ιαπωνίας.
Ο Μιχάλης Κακιούζης
Ο Ευθύμης Ρεντζιάς έπαιξε στο NBA (για μια σεζόν στους Σίξερς) και την Μπαρτσελόνα, αλλά δεν έφτασε στο σημείο που υποσχόταν το ταλέντο του (είχε αναδειχθεί MVP του Παγκοσμίου) λόγω και προβλημάτων τραυματισμού που τον ανάγκασαν να σταματήσει το μπάσκετ σε ηλικία μόλις 30 ετών.
Ο Ευθύμης Ρεντζιάς
Ο Δημήτρης Παπανικολάου παραμένει ο μοναδικός Ελληνας παίκτης που κατέκτησε δύο «τριπλ κράουν» με δύο διαφορετικές ομάδες (με τον Ολυμπιακό το 1997 και τον Παναθηναϊκό το 2007), αλλά και εκείνος δεν έφτασε στο επίπεδο που προδιέγραφε η παρουσία του στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Εθνική Εφήβων.
Ο Δημήτρης Παπανικολάου
Ο Νίκος Χατζής έγινε ρέκορντμαν συμμετοχών και πόντων στην Basket League, κατέκτησε όπως και ο Μ. Κακιούζης Πρωτάθλημα Ελλάδας με την ΑΕΚ (2002), όμως δεν καθιερώθηκε στην Εθνική ομάδα. Καριέρα σε υψηλό επίπεδο, επίσης, έκανε ο Γιώργος Καλαϊτζής.
Ο Νίκος Χατζής
Αντίθετα οι Θοδωρής Παπαλουκάς (γεννημένος το 1977), Δημήτρης Διαμαντίδης (γεννημένος το 1980), που είχαν αγνοηθεί από τις «μικρές» Εθνικές μέχρι να κληθούν στην Εθνική Νέων, εξελίχθηκαν σε δύο από τους κορυφαίους γκαρντ της Ευρώπης και ήταν βασικά στελέχη της πρωταθλήτριας Ευρώπης Εθνικής Ανδρών του 2005 και της φιναλίστ του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 2006.
Καλύτερη ήταν η πορεία της γενιάς των γεννημένων το 1982-1983, που κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο Παίδων το 1999, το χάλκινο στο Ευρωμπάσκετ Εφήβων του 2000 και τον τίτλο του Ευρωμπάσκετ Νέων Ανδρών το 2002.
Ο Βασίλης Σπανούλης
Από εκείνη τη «φουρνιά» αναδείχθηκε ο Βασίλης Σπανούλης, ένας από τους κορυφαίους γκαρντ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ο, επίσης, πολύ σπουδαίος Νίκος Ζήσης και ο Γιάννης Μπουρούσης, που εξακολουθεί να αγωνίζεται στην Εθνική Ανδρών. Αξιόλογη καριέρα κάνει, επίσης, ο Κώστας Καϊμακόγλου, ο οποίος ήταν παίκτης του Παναθηναϊκού το 2011 που κατέκτησε την Ευρωλίγκα και τα τελευταία πέντε χρόνια αγωνίζεται στην ρωσική Ούνιξ Καζάν.
Ο Γιάννης Μπουρούσης
Ο Κώστας Καϊμακόγλου
Ο Νίκος Ζήσης
Η τελευταία σπουδαία γενιά του ελληνικού μπάσκετ πριν από τη σύγχρονη, ήταν εκείνη των γεννημένων το 1990 και το 1991. Κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ Εφήβων του 2007 (με την προσθήκη του γεννημένου το 1989 Κώστα Κουφού) και στο Παγκόσμιο της Αυστραλίας το 2009 και στο Ευρωμπάσκετ Νέων Ανδρών της ίδιας χρονιάς, 2009, που έγινε στη Ρόδο, το χρυσό μετάλλιο, με προπονητή το σημερινό κόουτς της «επίσημης αγαπημένης» Κώστα Μίσσα.
Από εκείνη την ομάδα αναδείχθηκαν οι Βαγγέλης Μάντζαρης, Κώστας Σλούκας και Κώστας Παπανικολάου, που κατέκτησαν δύο σερί τίτλους Ευρωλίγκας με τον Ολυμπιακό, ενώ ο Σλούκας πήρε ακόμη έναν με τη Φενέρμπαχτσε την τελευταία αγωνιστική περίοδο, οι σημερινοί διεθνείς Νίκος Παππάς, Γιώργος Μπόγρης και ο Βλάντο Γιάνκοβιτς, ο οποίος συνεχίζει την καριέρα του στην ACB Λίγκα στην Ανδόρα.
Ο Νίκος Παππάς
Ο Κώστας Παπανικολάου
Ο Κώστας Σλούκας
Ο Βαγγέλης Μάντζαρης
Σε σωματειακό επίπεδο η γενιά αυτή τα έχει περίφημα, εκείνο που της λείπει είναι η διάκριση με την Εθνική Ανδρών και οι Μάντζαρης, Σλούκας, Παπανικολάου, Παππάς και Μπόγρης έχουν την ευκαιρία με κόουτς τον Μίσσα να την πετύχουν στο φετινό Ευρωμπάσκετ (31 Αυγούστου-17 Σεπτεμβρίου).
Ο χειρότερος «εχθρός» για τους νεαρούς παίκτες είναι ο πάγκος
Η φετινή Εθνική Νέων Ανδρών που… διαδέχθηκε εκείνη του 2009 στην κορυφή της Ευρώπης έχει πλούσιο ταλέντο. Από μόνο του, όμως, το ταλέντο δεν εξασφαλίζει λαμπρή καριέρα. Χρειάζεται πολλή δουλειά, προσήλωση στο στόχο και σωστή νοοτροπία από τα παιδιά. Η περίπτωση του Δημήτρη Διαμαντίδη είναι χαρακτηριστική. Ο πρώτος προπονητής του, στην Καστοριά, Γιάννης Δημητριάδης έχει αποκαλύψει ότι σε ηλικία 16 ετών τον Διαμαντίδη δεν τον καλούσαν ούτε στην Μικτή της Τοπικής Ενωσης.
Ο Κώστας Πιλαφίδης, ο προπονητής που τον πήγε από την Καστοριά στον Ηρακλή, έχει ομολογήσει ότι η αρχική σκέψη του για τον Δ. Διαμαντίδη ήταν να εξελιχθεί ουσιαστικά σε ρολίστα παίκτη επιπέδου Α1. Ο «Τρισδιάστατος», ωστόσο, με τη σκληρή δουλειά κατάφερε να ξεπεράσει κάθε προσδοκία.
Είχε, όμως, και τις ευκαιρίες να αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο, στην Α1, με τον Ηρακλή, που εκείνη την περίοδο, αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Απέκτησε εμπειρίες, πήρε ευθύνες, έκανε λάθη και μέσα από το χρόνο συμμετοχής με το «Γηραιό» διαμόρφωσε χαρακτήρα. Οταν το 2004 πήρε μεταγραφή για τον Παναθηναϊκό, ήταν έτοιμος να παίξει και να πρωταγωνιστήσει αμέσως.
Οπως επισήμανε ο προπονητής της Εθνικής Νέων Ανδρών Ηλίας Παπαθεοδώρου, οι παίκτες στις ηλικίες από 18 έως 21 ετών πρέπει να παίζουν στο επίπεδο που αντιστοιχεί στην ηλικία τους και στις δυνατότητές τους. Ο χειρότερος «εχθρός» για τους νεαρούς παίκτες είναι ο πάγκος. Περίτρανο παράδειγμα ο Αντώνης Κόνιαρης. Επέστρεψε το περασμένο καλοκαίρι στον ΠΑΟΚ, μετά από δύο χρόνια στον Παναθηναϊκό όπου αγωνίστηκε ελάχιστα, ενώ είχε και σοβαρούς τραυματισμούς. Μέσα από τη συμμετοχή του στους αγώνες του «Δικέφαλου του Βορρά» σε Ελλάδα και Ευρώπη… έχτισε αυτοπεποίθηση, η εξέλιξή του ήταν ραγδαία και στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα ήταν μέλος της καλύτερης πεντάδας μαζί με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο.
Αντίθετα, ο Χαραλαμπόπουλος δεν έχει βρει το ρόλο του στον Παναθηναϊκό και αυτό είναι φυσιολογικό. Οι «πράσινοι» είναι ομάδα υψηλών απαιτήσεων και στόχων και δεν μπορούν να δώσουν τις ευκαιρίες σε νέους παίκτες να εξελιχθούν. Συνεπώς οι δύο «αιώνιοι αντίπαλοι» Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός πρέπει να παραχωρούν ως «δανεικούς» τους νεαρούς παίκτες τους σε ομάδες χαμηλότερου επιπέδου, ώστε να αποκτούν εμπειρίες και να δημιουργούν χαρακτήρα. Στο παρελθόν οι Γιώργος Πρίντεζης, Κώστας Σλούκας επέστρεψαν στον Ολυμπιακό «μεταμορφωμένοι» ύστερα από το… αγροτικό τους σε Ολύμπια Λάρισας και Αρη, αντίστοιχα.
Εκτός από τους Χαραλαμπόπουλο, Κόνιαρη, η Εθνική Νέων έχει και άλλα παιδιά με προοπτικές, όπως οι Βασίλης Χρηστίδης, Θοδωρής Καρράς, Μιχάλης Λούντζης και Βασίλης Μουράτος, τον οποίο, επίσης, ωφέλησε ότι την περασμένη σεζόν ο Ολυμπιακός τον παραχώρησε με τη μορφή δανεισμού στο Ψυχικό, στην Α2.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής