«Μάνα πατρίδα, κακιά μητριά» εκδόσεις Καστανιώτη! Ένας τίτλος μαχαίρι στην καρδιά πως προέκυψε;
Απ: Όταν δουλεύω ένα βιβλίο ο τίτλος μου αντιπροσωπεύει ένα πρόβλημα που θα πρέπει να το λύσω καθώς πλησιάζω προς το τέλος. Επεξεργαζόμουν το κεφάλαιο για τη διαδήλωση στο Χρηματιστήριο το καλοκαίρι του 1923, όταν σκέφτηκα ότι το « 365 μέρες στα ερείπια» συνοψίζει το περιεχόμενο και το πνεύμα του βιβλίου. Η ιδέα για το «Μάνα πατρίδα, κακιά μητριά» ανήκει εξολοκλήρου στον Δημήτρη Ποσάντζη ο οποίος διαβάζοντας το χειρόγραφο εντόπισε μία σχετική διατύπωση που υπάρχει στο βιβλίο.
Οι κεντρικοί ήρωες του βιβλίου είναι τρείς έμπειροι ξένοι δημοσιογράφοι που αναμετρώνται με «αλήθειες» των ισχυρών, μπορούν να ερευνούν, να ανακαλύπτουν, να κρίνουν, να συγκρίνουν και να αποκαλύπτουν την αλήθεια. Τα κατάφεραν;
Απ: Και οι τρείς κατάφεραν να κατασκευάσουν τις «αλήθειες» τους. Τώρα αν αυτές ταυτίζονται με την «πραγματικότητα» είναι μία διαφορετική υπόθεση . Προσπαθώντας να ανασυνθέσω την εικόνα εκείνων των ημερών, συνειδητοποίησα ότι ακόμα και σήμερα, το ψηφιδωτό που αναπαριστά την πραγματικότητα της εποχής δεν έχει πλήρως αποκατασταθεί καθώς οι περισσότεροι εξακολουθούμε να βασιζόμαστε σε φιλτραρισμένη γνώση. Σίγουρα οι πείσμονες σκαπανείς της ιστορικής έρευνας δεν έχουν σταματήσει να προσπαθούν να ρίξουν φως σε πτυχές που παραμένουν σκοτεινές αλλά το έργο τους είναι δύσκολο, αφού εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση στο σύνολο των πληροφοριών. Γι’ αυτό πιστεύω ότι αν και έχει περάσει ένας αιώνας συνεχίζουμε να υποψιαζόμαστε και να εικάζουμε.
Το 1912-1922 ολοκληρώθηκε με την καταστροφή του ελληνισμού των παράλιων της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Τι σημαίνει αυτή η απώλεια για τον ελληνισμό;
Απ: Θα χρησιμοποιήσω την άποψη που διατύπωσε ο Κονδύλης στο βιβλίο του «Η Θεωρία του Πολέμου»: «…Η αποδεδειγμένη ανικανότητα του ελληνικού κράτους να υπερασπίσει το ελληνικό έθνος -δηλαδή να επιτελέσει την κατ΄ εξοχήν αποστολή του-συνιστά οιωνό για το μέλλον…»
Η ενσωμάτωση των προσφύγων έγινε κάτω από αντίξοες συνθήκες και υπό το πρίσμα μιας μόνιμης καχυποψίας των ντόπιων απέναντι στους «ξένους». Ποιες ήταν οι βαθύτερες αιτίες και τι ισχύει σήμερα;
Απ: Το ρήμα «ενσωματώνω» εκφράζει την ένταξη ενός τμήματος σε άλλο έτσι ώστε να αποτελούν ένα ενιαίο σώμα. Η διαδικασία ενσωμάτωσης των προσφύγων δεν ήταν ούτε ενιαία ούτε ομοιογενής. Όσοι από αυτούς δεν είχαν στον ήλιο μοίρα, χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες για να απαλλαγούν από τη λέξη «πρόσφυγας» αφού το ελληνικό κράτος, οι μεγιστάνες , οι μεσαίοι και μικροί επιχειρηματίες αλλά και πολλοί απλοί άνθρωποι, τους αντιμετώπισαν ως «χρυσοτόκο όρνιθα». Αντίθετα όσοι κατάφεραν να διασώσουν τον πλούτο τους, έγιναν αμέσως αποδεκτοί καθώς οι πλούσιοι Έλληνες τους αποδέχθηκαν ως ισότιμους και οι φτωχοί ως ανώτερους. Στο «Μάνα Πατρίδα Κακιά Μητριά» αποκαλύπτονται πτυχές της εκμετάλλευσης που υπέστησαν οι εξαθλιωμένοι πρόσφυγες : Σωματεμπορία, απροκάλυπτη κερδοσκοπία , φούσκες σε συνάλλαγμα που τροφοδοτούσε την ακρίβεια , κομπίνες με τα προγράμματα που χρηματοδοτήθηκαν από λεφτά του προσφυγικού δανείου , μεροκάματα της ντροπής, χρήση της πείνας για να ενταχθούν σε απεργοσπαστικούς στρατούς, αρπαγές της βοήθειας, … Μπορεί να υπάρξει ενσωμάτωση αν κάποιοι αντιμετωπίζουν κάποιους άλλους ως υποδεέστερους και πρόσφορους για εκμετάλλευση;
H εκμετάλλευση, η απόρριψη, η περιθωριοποίηση, η κερδοσκοπία, η απληστία πως αντιμετωπίστηκε ποιοι ήταν οι πολιτικοί χειρισμοί;
Απ: Το πολιτικό σύστημα αρχικά δεν έκανε πολλά για να αντιμετωπίσει την εκμετάλλευση, στη συνέχεια εφάρμοσε προσχηματικές πολιτικές για να κατευνάσει την οργή της εξαθλίωσης και στο τέλος όταν η κοινωνική έκρηξη απειλούσε τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, έγινε απροκάλυπτα εχθρικό. Ακολούθησε δηλαδή την πολιτική του Θιέρσου, σύμφωνα με την οποία μία κρίση αντιμετωπίζεται στην αρχή με μετριοπάθεια και στη συνέχεια με ανελέητη καταστολή.
Πιστεύετε ότι καταφέρατε να φωτίσετε πτυχές της εξαθλιωμένης καθημερινότητας των μεροκαματιάρηδων της «παλιάς Ελλάδας» με την ακρίβεια, την ανεργία, τη φτώχεια και τις κάθε μορφής στερήσεις;
Απ: Προσπάθησα. Αλλά όπως σας είπα και προηγουμένως, αν κατάφερα κάτι αυτό είναι να ανασυνθέσω -ως ένα βαθμό-τη θλιβερή καθημερινότητα της εποχής, στην οποία η δυστυχία των ενδεών κατοίκων της μητροπολιτικής Ελλάδας και των εξαθλιωμένων προσφύγων, δεν οφείλονται στη μοίρα αλλά σε επιλογές που υπαγορεύονται από συμφέροντα. Και όταν μιλώ για συμφέροντα, αναφέρομαι σε μία πυραμίδα που οι Μεγάλες Δυνάμεις βρίσκονται στην κορυφή, λίγο πιο κάτω το εγχώριο πολιτικό σύστημα με τους ολιγάρχες και στη βάση όλοι εκείνοι που κερδοσκόπησαν με τη δυστυχία. Αν το κατάφερα, θα το κρίνουν οι αναγνώστες.
Με τι κόστος; από που αντλήσατε υλικό;
Απ: Ατελείωτες ώρες έρευνας σε αρχεία εφημερίδων , σε υλικό από τα αρχεία της Βουλής , σε κείμενα εποχής, σε ιδιωτικά αρχεία ανθρώπων που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαχείριση του προσφυγικού. Ύστερα διασταύρωση και ταξινόμηση των πληροφοριών . Και μετά γράψιμο , αλλαγές, διορθώσεις και αγωνία για την τύχη μίας προσπάθειας που κράτησε τέσσερα χρόνια.
«Μάνα πατρίδα, κακιά μητριά» μέσα από αυτό το βιβλίο διακρίνω τις διαχρονικές ομοιότητες που χαρακτηρίζουν τον αγώνα για μία καλύτερη ζωή και την προσπάθεια των ισχυρών να διευρύνουν περισσότερο την εξουσία τους. Άραγε θα ξημερώσει επιτέλους ξαστεριά; Ή θα παραμείνουμε στο κακιά μητριά;
Απ: Αν θα ξημερώσει ξαστεριά; Ανάλογα σε ποια πλευρά του ποταμού στέκεσαι. Αν βρίσκεσαι στη λάθος όχθη, τότε πιθανότατα δεν πρόκειται να απαλλαγείς από την κακιά μητριά που μπορεί να αλλάζει φτιασιδώματα αλλά παραμένει άπονη και μικρόψυχη.
Εκατό χρόνια μετά, η Μικρασιατική Καταστροφή ακόμα μάς αφορά ή είμαστε πιο κοντά στην εικόνα του Ευρωπαίου πολίτη;
Απ: Είμαστε εκεί που ήμασταν πάντα: Στην εσχατιά της Ευρώπης. Το ζήτημα είναι αν και σε ποιο βαθμό έχουμε ξεπεράσει αυτό που γράφω στο βιβλίο: «…τα ανακάτωσαν και έφτιαξαν μία […] ευνούχο που υποδύεται την αριστοκράτισσά για να κρύψει τον επαρχιωτισμό της και φορά το παρελθόν της για να κρύψει τη γύμνια της».