Το βιβλίο αυτό αναδεικνύει τις ικανότητες του συγγραφέα να δημιουργεί ατμόσφαιρα στις ιστορίες του και να αναπαριστά την πραγματικότητα. Είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα που περιγράφει τους έξι σημαντικότερους και πιο επεισοδιακούς μήνες της ζωής του Μίνγκερ, που είναι το νησί – μαργαριτάρι της ανατολικής Μεσογείου. Στην αφήγησή του ο Ορχάν Παμούκ ενέταξε και ιστορικές πληροφορίες μύθους και θρύλους αυτής της χώρας που αγαπά ανυπόκριτα…Όλα ξεκίνησαν όταν έπεσαν στα χέρια του κάποιες επιστολές των οποίων τον ανεκτίμητο πλούτο προσπάθησε να μεταφέρει στο βιβλίο αυτό.. Η μαεστρία του όμως έγκειται στο ότι διηγείται τα συμβάντα με τρόπο που κάνει τον αναγνώστη να πιστέψει πως θα μπορούσαν όντως να έχουν συμβεί. Ξανα-τοποθετεί τον άνθρωπο στο κέντρο της ιστορίας του όπως πάντα. Έχει βαθιά ιστορική γνώση, πολιτικές αιχμές, κοινωνικές ανησυχίες. Ξεφεύγει από την επικρατούσα αντίληψη της σημερινής Τουρκίας. Και όλα αυτά ενώνονται σε ένα μυθιστόρημα. Έτσι, η αναζήτηση ανάμεσα στις κοινωνικές συγκρούσεις και στην ελευθερία παίρνει στην πορεία εντελώς απρόβλεπτες διαστάσεις και μετατρέπεται σ’ ένα ταξίδι αυτογνωσίας και ανακάλυψης του εαυτού μέσ’ από σύνθετες πνευματικές ατραπούς εσωτερικής διερεύνησης. Στο μεταξύ έχουμε κι εμείς την εμπειρία της πανδημίας και νιώθουμε πώς αντιδρά μια κοινωνία, όταν βρίσκεται σε παρόμοια θέση.
Στο βιβλίο υπάρχει και η φιγούρα αυτού που θα γεφυρώσει τον διχασμό της κοινωνίας. Είναι ο ταγματάρχης Καμίλ που αυθόρμητα παραπέμπει στον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας Κεμάλ Ατατούρκ. Ο ταγματάρχης είναι λάτρης του Ναπολέοντα και θέλει να ενώσει Χριστιανούς, Μουσουλμάνους και Εβραίους με μια κοινή γλώσσα και κοινή εθνική συνείδηση. Το ίδιο δεν έκανε και ο Κεμάλ Ατατούρκ; η φωτογραφία του οποίου δεσπόζει μέχρι σήμερα σε πολλά δημόσια κτήρια της Τουρκίας;
Οι Νύχτες πανούκλας πρωτο-κυκλοφόρησαν στην Τουρκία τον Μάρτιο του 2021, τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ασκήθηκε δίωξη κατά του συγγραφέα µε την κατηγορία της προσβολής του Κεµάλ Ατατούρκ και της τουρκικής σημαίας.
Τώρα, το αν η ιστορία αυτή είναι όντως φόρος τιμής ή κριτικό σχόλιο στον Ατατούρκ, αυτό μπορεί να το γνωρίζει μόνο ο συγγραφέας ή ο καλός γνώστης των βιβλίων του Ορχάν Παμούκ.. Μέσα στον ζόφο και την αγωνία ενός ασταθούς κόσμου που συνεχώς αυτοκαταστρέφεται, η γραφή γίνεται το ιδανικό καταφύγιο και η μοναδική παρηγοριά. Το βέβαιο είναι ότι αξίζει να διαβαστεί γιατί ο συγγραφέας του είναι ένας μάγος και κανείς δεν μπορεί να τον φιμώσει!
Από το οπισθόφυλλο
Άνοιξη του 1901, στο –φανταστικό– νησί Μίνγκερ, μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Στο νησί ξεσπά επιδημία πανούκλας και επιβάλλεται καραντίνα. Για να αναχαιτιστεί η επιδημία, ο σουλτάνος Αµπντουλχαµίτ Β΄ στέλνει στο Μίνγκερ τον αρχιεπιθεωρητή υγείας Μπονκόφσκι πασά, σύντομα όμως εκείνος δολοφονείται. Ο σουλτάνος αναθέτει τότε στον νεαρό γιατρό Νουρί το καθήκον να αναλάβει δράση. Αλλά το κακό έχει ριζώσει, η πανούκλα εξαπλώνεται ταχύτατα παρά τα αυστηρά μέτρα, δημιουργώντας επιπλέον εντάσεις ανάμεσα στους μουσουλμάνους και στους χριστιανούς κατοίκους του νησιού. Η ανικανότητα της τοπικής διοίκησης και η άρνηση του λαού να σεβαστεί τις απαγορεύσεις καταδικάζουν το εγχείρημα σε αποτυχία, ενώ κυριαρχούν ο παραλογισμός του φόβου, οι ίντριγκες και οι εθνικιστικές προκαταλήψεις. Αντιμέτωπος µε τον κίνδυνο της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της επιδημίας, ο σουλτάνος υποκύπτει στις διεθνείς πιέσεις και αποφασίζει τον αποκλεισμό του νησιού. Οι κάτοικοι του Μίνγκερ πρέπει πια να βρουν µόνοι τους τρόπο να νικήσουν την πανούκλα…
«Το πανόραµα ενός άλλοτε ειδυλλιακού µικρόκοσµου, που κινδυνεύει να βυθιστεί στο χάος. Ο Παµούκ συνδυάζει αριστοτεχνικά ιστορικά γεγονότα και φανταστικά συµβάντα, συµπάσχει µε τους νοσούντες, συµµερίζεται τα αισθήµατα των ερωτευµένων, διασκεδάζει µε την αλαζονεία και τις υπεκφυγές των ισχυρών». Frankfurter Allgemeine Zeitung
Μεσσήνη – Επίθεση με υδροχλωρικό οξύ: Κινδυνεύει να χάσει το μάτι της η 49χρονη
Κορονοϊός – Πλεύρης: Από Οκτώβριο και σε δύο φάσεις τα επικαιροποιημένα εμβόλια
Αρπαγή βρέφους στο Αιγάλεω: Στο Βόλο αναζητάει η Αστυνομία τον πατέρα του
Σκιάθος: Η χαμηλότερη προσγείωση αεροπλάνου – «Σήκωνες το χέρι και το ακουμπάς»