Το κοινό καλωσόρισε στην έκθεση η διευθύντρια του Ιστορικού Αρχείου Μουσείου Ύδρας κ. Ντίνα Αδαμοπούλου, παρόντος του σεβασμιότατου Μητροπολίτη Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης κ. Εφραίμ, που απηύθυνε χαιρετισμό, καθώς και του δημάρχου του νησιού κ. Γιώργου Κουκουδάκη, που επίσης μίλησε για το πνεύμα της έκθεσης. Στα εγκαίνια παραβρέθηκαν επίσης πολλοί φιλότεχνοι, ανάμεσα στους οποίους και ο συλλέκτης κ. Χρήστος Μαργαρίτης, ο τραγουδιστής Δώρος Δημοσθένους, που ξεναγήθηκαν στα έργα της έκθεσης από τις δυο επιμελήτριες την κ. Ανδρομάχη Κατσελάκη, Δρ Αρχαιολογίας, ΜΑ Ιστορίας Τέχνης και κ. Μαρία Νάνου ΜΑ Ιστορίας Βυζαντινής Τέχνης. Με θερμά και συγκινητικά λόγια, ανασύροντας μνήμες, μίλησε και ο εγγονός του Φώτη Κόντογλου κ. Φώτης Μαρτίνος, στον οποίο αργότερα η διευθύντρια του Μουσείου δώρισε ένα αντίγραφο της ορειχάλκινης ρωσικής αυτοκρατορικής βούλας.
Πρόκειται για το πρώτο εκθεσιακό επετειακό αφιέρωμα μνήμης, που διοργανώνει το Μουσείο, το οποίο θα διαρκέσει κατά τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Όπως σημείωσε η διευθύντρια του Ιστορικού Αρχείου, Μουσείου Ύδρας «η μεγάλη αυτή αφιερωματική έκθεση με έργα των σπουδαίων νεοελλήνων ζωγράφων Σπύρου Παπαλουκά, Φώτη Κόντογλου και Σπύρου Βασιλείου στο πεδίο της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, πραγματοποιείται με αφετηρία πάντοτε τα τραγικά γεγονότα του Μεσοπολέμου που ώθησαν τους Έλληνες καλλιτέχνες σε πνευματικό αναστοχασμό και εξερεύνηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η κρίσιμη ιστορική καμπή του 1922, ο αιώνας που συμπληρώθηκε από τις ζοφερές ημέρες της καταστροφής των αγιασμένων, αλησμόνητων μικρασιατικών πατρίδων και η αναζήτηση της συνέχειας στη διαιώνιση της ελληνικής Παράδοσης μέσω της Τέχνης, με αφορμή και όχημα το έργο σπουδαίων καλλιτεχνών που έζησαν και δημιούργησαν εκείνη την περίοδο επηρεασμένοι βαθύτατα από τα γεγονότα της εποχής, ήταν τα βασικά κίνητρα της απόφασής μας για την παρουσίαση των έργων, κυρίως θρησκευτικού περιεχομένου, τριών από τους μεγάλους αυτούς καλλιτέχνες : Κόντογλου, Παπαλουκάς και Βασιλείου», σημείωσε η κ. Ντίνα Αδαμοπούλου και συνέχισε: «Πρόκειται για μια μοναδική εικαστική συνομιλία, με την οποία ξεκινάει ουσιαστικά η χορεία των εκθεσιακών αφιερωμάτων για την μεγάλη αυτή επετειακή εκατονταετηρίδα. Η βιωματική σχέση των δύο πρώτων με τα γεγονότα, και η μαθητεία του τρίτου κοντά τους, δίνουν αναμφίβολα στο έργο και των τριών μία βαθύτερη σημειολογική διάσταση, μία, επέκεινα της συνήθους τυπολογίας, εσωτερική ενότητα. Τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση αντανακλούν την ανάγκη των δημιουργών τους για μια άμεση και βαθιά επικοινωνία με το θείο χαρίζοντας στον προσεκτικό θεατή την εντύπωση μιας έντονης ψυχικής ανάτασης και μιας ολούθε διάχυτης θείας ευαισθησίας.
Ο Σπύρος Παπαλουκάς άλλωστε είχε κάποτε διατυπώσει πολύ χαρακτηριστικά την άποψη ότι « αν η φύση είναι το θαύμα του Θεού, η τέχνη είναι το θαύμα του ανθρώπου..» με την οποία αναμφίβολα και σιωπηρά θα συμφωνούσαν σήμερα τόσο ο Φώτης Κόντογλου όσο και ο Σπύρος Βασιλείου», επεσήμανε η κ. Ντίνα Αδαμοπούλου.
Μιλώντας για τον στόχο της έκθεσης οι δύο επιμελήτριες της Ανδρομάχη Κατσελάκη, Δρ Αρχαιολογίας, ΜΑ Ιστορίας Τέχνης και Μαρία Νάνου ΜΑ Ιστορίας Βυζαντινής Τέχνης, επισήμαναν ότι είναι:«Να αναδείξει ότι οι τρεις συγκεκριμένοι δημιουργοί, εμφορούμενοι από το πνεύμα του Μοντερνισμού, δουλεύοντας μέσα στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, παραδίδουν με καθαρά προσωπικό και συνάμα πρωτοπόρο εικαστικό τρόπο, παράλληλες και ταυτόχρονα διαφορετικές ο καθένας δυναμικές μορφοπλαστικές εκφάνσεις της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, αποδεικνύοντας εν τέλει ότι η πρόσληψη και η γόνιμη μετουσίωση των αισθητικών αξιών της βυζαντινής, μεταβυζαντινής και λαϊκής ζωγραφικής στο έργο τους αφενός υπηρετεί την ώσμωση της παράδοσης με τα νεωτερικά καλλιτεχνικά ρεύματα και αφετέρου αναδεικνύει τη βυζαντινή τέχνη σε τέχνη ευρωπαϊκή».
Ποια είναι η συμβολή του καθενός από τους τρεις στην τέχνη;
Στη μνημειακή ζωγραφική προηγείται ο Σπύρος Παπαλουκάς (1892-1957), ο οποίος στις εντυπωσιακές τοιχογραφίες του μητροπολιτικού ναού της Άμφισσας (1927-1932) συνταιριάζει με τόλμη και καλλιτεχνική δεξιότητα τα αξιώματα της Εσπερίας με τα διδάγματα και τις αρχές της βυζαντινής τέχνης, επιτυγχάνοντας να προσδώσει μια ανανεωτική πνοή στη θρησκευτική ζωγραφική του καιρού του. Ακολουθεί η εικαστική πρόταση του νέου τότε ζωγράφου Σπύρου Βασιλείου (1902-1985) για την αγιογράφηση του ναού του Αγίου Διονυσίου στην Αθήνα (1936-1939), η οποία αν και μένει πιστή στον τύπο και το πνεύμα της βυζαντινής και λαϊκής μας παράδοσης, αναδεικνύεται συγχρόνως καινοτόμα και ανανεωτική συμβάλλοντας στην καθιέρωση της «νεοβυζαντινής» τεχνοτροπίας.
Ωστόσο κύριος εκπρόσωπος και ένθερμος ιεραπόστολος του «νεοβυζαντινού» ύφους θα αναδειχθεί στα χρόνια που ακολουθούν ο Αϊβαλιώτης Φώτης Κόντογλου (1895/6-1965) ο οποίος θα εκπληρώσει το όραμα του «αναπροσανατολισμού» της εκκλησιαστικής μας ζωγραφικής στις βυζαντινές της ρίζες.»
Στην έκθεση έργα έχουν διαθέσει μεγάλα Ιδρύματα της χώρας (ΜΙΕΤ, Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη) και σημαντικοί Έλληνες Συλλέκτες.
Info: «1922 – 2022, Ιστορίες μνήμης και τέχνης:αναστοχασμοί στη θρησκευτική ζωγραφική των Σ. Παπαλουκά, Φ. Κόντογλου, Σ. Βασιλείου. Ιστορικό Αρχείο Μουσείο Ύδρας. Διάρκεια Έκθεσης:ως 27 Ιουλίου 2022. Ώρες επισκέψεων: 9.00 – 16.00 και 19.30 – 21.30.