Το τριήμερο φεστιβάλ, που απέσπασε διεθνή αναγνώριση, έρχεται να εξερευνήσει τη μουσική των Βαλκανίων εμβαθύνοντας στις ρίζες και τα παρακλάδια της.
Λάτρης της χώρας μας, και ειδικά της Ηπείρου, ο εθνομουσικολόγος, συγγραφέας Κρίστοφερ Κινγκ έχει αφοσιωθεί τα τελευταία δώδεκα χρόνια στη μελέτη του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού και τη διάσωσή του. Το 2018 εξέδωσε το βιβλίο «Ηπειρώτικο μοιρολόι: Οδοιπορικό στην αρχαιότερη δημώδη μουσική της Ευρώπης». Πραγματοποιεί πολύπλευρη και πολύ σημαντική έρευνα, προσεγγίζοντας ανθρωποκεντρικά και διαπολιτισμικά την παράδοση του τόπου μας. Με αφορμή το φετινό «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά;», ο τόσο φιλικός και προσηνής Κρίστοφερ Κινγκ μίλησε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής. Ενας Ηπειρώτης από τη Βιρτζίνια, που μας εκπλήσσει ευχάριστα με την αγάπη του για την Ελλάδα και τις πρωτοβουλίες του.
Τι θα παρουσιάσετε φέτος στην Κόνιτσα; Ποια η διαφορά του φετινού φεστιβάλ από το περσινό;
Το φετινό «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά;» πηγαίνει όλο και πιο βαθιά και διευρύνει ακόμα περισσότερο στην έννοια της μουσικής προσαρμογής και αλλαγής. Δηλαδή λέμε ότι αν η μουσική έχει θεραπευτική λειτουργία, την οποία έχει, τότε εμείς ως ακροατές, χορευτές, τραγουδιστές και παίκτες πρέπει να αποδεχτούμε τη διαδικασία της προσαρμογής και της αλλαγής ως μέρος της παραδοσιακής διαδικασίας. Γιατί, όπως εμείς, αν η μουσική δεν μπορεί να προσαρμοστεί, δεν μπορεί να επιβιώσει. Επίσης, φέτος στην Κόνιτσα θα αναδείξουμε και θα γιορτάσουμε τη συμβολή των Ρομά στη δημιουργία της μουσικής που όλοι αγαπάμε. Για να τονιστεί η έννοια της μουσικής προσαρμογής και αλλαγής, όσοι έρθουν στην Κόνιτσα θα ακούσουν την υπέροχη φωνή και τις διασκευές των Alkyone, Adam Semijalac & Fige και Groupa Lab. Για να εκτιμήσουμε την εκπληκτική ιδιοφυΐα των Ρομά μουσικών, θα ακούσουμε τον Samir Kurtov, το Nova Prespa Band και τον Ηλία Κακαρούκα.
Ζείτε στην Κόνιτσα τα τελευταία χρόνια. Γιατί την επιλέγετε για τόπο του φεστιβάλ;
Νομίζω ότι κατά κάποιο τρόπο η Κόνιτσα, ως τοποθεσία, με επέλεξε και όχι το αντίστροφο. Είναι ένας τόπος που είναι όντως πνευματικό και γεωγραφικό κέντρο για τη μουσική των Νότιων Βαλκανίων. Οχι μόνο οι άνθρωποι εδώ είναι οι πιο «ειλικρινείς» και γνήσιοι, αλλά και το τοπίο και η αρχιτεκτονική είναι μια αληθινή αντανάκλαση του πώς νομίζω ότι η μουσική λειτουργεί για εμάς. Είναι, επίσης, πολύ σημαντικό για εμένα ότι η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, η διευθύντρια Πολιτισμού της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, έχει αγκαλιάσει την Κόνιτσα ως ένα τίμιο, όμορφο μέρος για να ασχοληθείς με την ιστορία, τον πολιτισμό και τη μουσική.
Σκέφτεστε αυτό το φεστιβάλ να συνεχιστεί και σε άλλους τόπους στην Ηπειρο ή θα παραμείνει στην Κόνιτσα;
Φυσικά, θα ήθελα πολύ αυτές οι εκδηλώσεις να συνεχιστούν στην Κόνιτσα. Βέβαια, δεν μπορώ να προβλέψω το μέλλον. Κανείς δεν μπορεί. Οπως λέτε εσείς οι Ελληνες: «Οταν κάνουμε σχέδια, ο Θεός γελάει…». Είμαι πολύ ανοιχτός στην ιδέα της αλλαγής και της προσαρμογής και θα ήθελα πολύ να δω αυτήν τη δημιουργία της Στέγης, καθώς κι εμένα, να ταξιδεύει σε άλλα μέρη και άλλες χώρες. Αλλά, αυτήν τη στιγμή, το μυαλό μου είναι μόνο στην Κόνιτσα και να κάνω το φεστιβάλ το πιο υπέροχο «Γιατί ’ναι τα μαύρα τα βουνά;» στην Κόνιτσα.
Θεατρικές Προτάσεις για τις Γιορτές
Γιατί αγαπάτε την Ηπειρο και τι την κάνει να ξεχωρίζει;
Τη λατρεύω γιατί είναι το σπίτι μου. Μου αρέσει γιατί κάτι μου μιλάει εδώ που δεν μου μιλάει πουθενά αλλού. Και μπορώ να ακούσω. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τα στοιχεία που την κάνουν τόσο ξεχωριστή για εμένα. Είναι σαν να προσπαθώ να ξεχωρίσω όλα αυτά που αγαπώ στη ζωή. Η Ηπειρος είναι ζωή.
Πόσο δημιουργική είναι η συνεργασία σας με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση;
Θα πρέπει να πω ότι αυτή ήταν μία από τις πιο δημιουργικές συνεργασίες που είχα ποτέ. Είναι σαν ένας τέλειος γάμος, αλλά αληθινός. Οχι μόνο υποστηρίζουν πλήρως το καλλιτεχνικό και πολιτιστικό μου όραμα, αλλά συχνά πιστεύω ότι έχουμε τους ίδιους στόχους. Με άλλα λόγια, δεν «παράγω» πολιτισμό ή τέχνη. Αντίθετα, είμαι «μαιευτήρας», ένας άνθρωπος που διευκολύνει τη δημιουργία όμορφων πραγμάτων. Ισως είναι κάτι που μοιράζομαι απόλυτα με τη Στέγη. Σίγουρα, ανοίγουν τη συζήτηση για το πώς να βοηθήσουμε να έρθει η ομορφιά και η τέχνη στον κόσμο. Και μεταφέρουν τη συζήτηση. Και οι δύο επικεντρωνόμαστε στο πώς να λειτουργήσουμε ως καταλύτης για την πολιτιστική αλλαγή και την αναζωογόνηση. Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου και ο Αντώνης Παπαδημητρίου μεταφέρουν με τιμή και αξιοπρέπεια το όραμα που κάνει τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση κορυφαίο κέντρο τεχνών και πολιτισμού στον κόσμο. Νομίζω ότι κάτι λέει πως τέτοιοι άνθρωποι και ένα τέτοιο Ιδρυμα υπάρχουν στην Ελλάδα και πουθενά αλλού.
Τελικά, «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά»;
Ενα μέρος της απάντησης είναι: «Είναι μαύρα γιατί είναι τυλιγμένα στα δάκρυα». Αλλά το άλλο μέρος της απάντησης είναι ένας δύσκολος γρίφος. Αυτό το τραγούδι, το «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά;», είναι ένα εξαιρετικά παλιό λυρικό ποίημα που έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου. Κανείς συγκεκριμένος δημιουργός δεν έγραψε το τραγούδι και κανένας δεν συνέθεσε τη μελωδία. Διαμορφώθηκε με την πάροδο του χρόνου και άλλαζε από χωριό σε χωριό, από περιοχή σε περιοχή, με βάση τις ανάγκες των κοινοτήτων. Το τραγούδι υπήρχε και υπάρχει μέσα σε έναν χώρο που μπορεί να ονομαστεί Νότια Βαλκάνια. Για να επιβιώσει και να ευδοκιμήσει αυτό το τραγούδι στο μέλλον, πρέπει να εξελιχθεί και να αλλάξει, νέα κείμενα, νέοι στίχοι, νέες μελωδίες πρέπει να προστεθούν, διαφορετικά το ίδιο το τραγούδι γίνεται μουσειακό αντικείμενο, λείψανο. Κάτι νεκρό και όχι ζωντανό. Αυτό είναι μέρος του γρίφου: η παράδοση πρέπει να αλλάζει και να εξελίσσεται. Διαφορετικά, παύει να είναι ζωντανή και να μας αφορά. Η παράδοση είναι μια διαδικασία όχι στατική, αλλά δυναμική.
Η τοπική κοινωνία της Κόνιτσας συμμετέχει στο φεστιβάλ;
Πάρα πολύ! Πρακτικά, όλοι όσοι γνωρίζω στην Κόνιτσα θα έρθουν στις εκδηλώσεις, θα ακούσουν, θα χορέψουν, θα συμμετάσχουν. Κάποιοι από τους μαθητές είναι εθελοντές, ο φίλος μου ο Γιάννης, που είναι καθηγητής χορού, θα φέρει τους μαθητές του να χορέψουν. Οι χωρικοί και οι επισκέπτες θα εγγραφούν στα εργαστήρια φωνητικής και θα διδαχθούν φέτος για το παραδοσιακό τραγούδι της Κροατίας από τη χορωδία Fige. Οι Κονιτσιώτες ανοίγουν την καρδιά και το μυαλό τους στη μουσική, στους επισκέπτες, στην όλη διαδικασία.
Πόσο συμβάλλει η Στέγη στην υλοποίηση του φεστιβάλ;
Συμβάλλει ολοκληρωτικά και καταλυτικά. Χωρίς τη Στέγη, τέτοιες εκδηλώσεις όπως το «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά» θα ήταν αδύνατο να διοργανωθούν. Ως επιμελητής, σχεδιάζω τα θέματα και στη συνέχεια αναζητώ τους μουσικούς και τις ταινίες πάνω στις οποίες θα στοχασθούν και θα αφηγηθούν τα θέματα. Αλλά ως προς την πραγματοποίηση, συμβάλλει περισσότερο η Στέγη. Σε συνεργασία με τον Δήμο Κόνιτσας και τους φίλους μου στην Κόνιτσα, δημιουργούμε μαζί μια μαγική διοργάνωση.
Πιστεύω ότι όχι μόνο για το «Γιατί ’ναι μαύρα τα βουνά», αλλά γενικότερα οι παραστάσεις και τα έργα που παράγει η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση αποτελούν ουσιαστικά κομμάτια του σύγχρονου πολιτισμού και των τεχνών μας στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και το εξωτερικό.
Πότε ήρθατε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και πώς σας φάνηκε; Τι σας συνδέει σήμερα με την Ελλάδα;
Ξεκίνησα να επισκέπτομαι την Ηπειρο πριν από δεκατέσσερα χρόνια. Πήρα την απόφαση να μετακομίσω το 2020. Νιώθω ότι όλα συνδέονται μαζί μου εδώ.
Νιώθετε Ελληνας, μιας και σας έχει αποδοθεί τιμητικά και η ελληνική ιθαγένεια;
Η ελληνική μου υπηκοότητα, που ήταν εξαιρετική τιμή για εμένα, δεν μπορεί ποτέ να μεταμορφώσει την εσωτερική μου ψυχή. Πάντα θα διστάζω λίγο να ταυτιστώ απόλυτα με ένα έθνος. Στην Αμερική, για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου, δεν προσδιοριζόμουν ως Αμερικανός. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι η Ελλάδα και η Ηπειρος είναι το σπίτι μου.
Η ζωή σας στην Κόνιτσα πώς είναι; Σας λείπει κάτι;
Η ζωή μου στην Κόνιτσα είναι ενεργή, δραστήρια, ζωντανή. Μου αρέσει να βλέπω την κόρη μου να μεγαλώνει και να προσαρμόζεται στη ζωή εδώ. Τα μόνα πράγματα που μου λείπουν είναι τα καλά καταστήματα μεταχειρισμένων βιβλίων και τα καταστήματα μεταχειρισμένων ρούχων στην Αμερική. Αλλά η συλλογή μου και η βιβλιοθήκη μου είναι εδώ, οπότε έχω έναν τρόπο να χαλαρώνω όταν είμαι μόνος.
Επόμενα σχέδιά σας;
Ασχολούμαι πάντα με πολλά ταυτόχρονα. Ετοιμάζω ένα βιβλίο με συζητήσεις για τη διαδικασία της λαϊκής μουσικής, καθώς και μια συλλογή εθνομουσικολογικών κειμένων. Εργάζομαι, επίσης, σε διάφορες νουβέλες, μυθιστορήματα. Στο πολύ κοντινό μέλλον έχω στο μυαλό μου συνεργασίες με τη Στέγη, καθώς και μια σειρά από «υβριδικές εκδηλώσεις» στην Αμερική και την Ελλάδα. Αλλά, αυτήν τη στιγμή, θέλω απλώς να απολαύσω τη ζωή μου στην Κόνιτσα.