Στο ιστορικό σεργιάνι του βιβλίου, ο κ. Παρασκευόπουλος μας ξεναγεί στους σταθμούς που διαμόρφωσαν και καθόρισαν την πορεία του Ελληνισμού. Ο συγγραφέας, πέραν των ιστορικών γνώσεων, παραθέτει τοποθετήσεις από εμβληματικές προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών, αναδεικνύοντας την οξυδερκή, πολύπειρη συγγραφή και δημοσιογραφική πένα του, που φαίνεται να είναι βουτηγμένη στο μελάνι της Ιστορίας και στους προβληματισμούς του σύγχρονου πολίτη.
«Η καλή δημοσιογραφία σε εξοικειώνει με το ενδιαφέρον, την αναζήτηση, την ανάλυση, την αμφισβήτηση, την ανάγκη έκφρασης – στοιχεία απαραίτητα για τη συγγραφή τουλάχιστον ενός βιβλίου Ιστορίας», λέει ο Στέλιος Παρασκευόπουλος στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, έχοντας θητεύσει σχεδόν τέσσερις δεκαετίες στη δημοσιογραφία χαρίζοντας στους αναγνώστες δυνατά και ενδιαφέροντα ρεπορτάζ. Στις σελίδες του ιστορικού βιβλίου παρακολουθούμε, μέσω των γνωστών όσο και άγνωστων έως σήμερα στοιχείων τις εξελίξεις, τόσο της χώρας μας όσο και της Ευρώπης, μέσα από το τρίπτυχο: πολιτική, κοινωνία και οικονομία. Το «Μνήμα Βαθύ» συνδυάζει την Ιστορία και τη λογοτεχνία με το σήμερα προκαλώντας τον αναγνώστη να αναρωτηθεί για το μέλλον…
Οταν ξεκινήσατε τη σταδιοδρομία σας στη δημοσιογραφία, τη δεκαετία του ’80, περιμένατε ότι σχεδόν σαράντα χρόνια μετά θα γράφατε ένα ιστορικό βιβλίο -πανόραμα της πορείας του Ελληνισμού- την 6η κατά σειρά συγγραφική αναμέτρηση;
Νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, όχι μόνο εμείς που βρισκόμαστε στον χώρο της δημοσιογραφίας, το τι θα κάνει και πού θα βρίσκεται ύστερα από τρεις – τέσσερις δεκαετίες. Ολα στη ζωή έρχονται σιγά σιγά, ίσως και από μόνα τους, φυσικά και με πολλή προσπάθεια. Στη δική μου περίπτωση νομίζω ότι η συγγραφή προέκυψε από τη βιβλιοφιλία μου και από μια διαρκή εσωτερική ανάγκη να εκφράζομαι.
Τι σας κινητοποίησε για το «Μνήμα Βαθύ»;
Οι θυσίες του λαού. Ως χώρα και ως λαός, είμαστε ένα σύνολο αντιφατικών ιδιαιτεροτήτων. Είμαστε ικανοί και για τα καλύτερα και για τα χειρότερα. Στα καλύτερά μας βρίσκεται η «μεγάλη εικόνα» -την οποία δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει. Ποια είναι αυτή; Το αίμα των προγόνων μας. Από δεκαέξι φυλές κατακτήθηκε ο Ελληνισμός – και για να είναι σήμερα ελεύθερος σημαίνει πως χιλιάδες Ελληνες θυσίασαν τη ζωή τους. Αυτή η θυσία, αυτοί οι αμέτρητοι χαμοί, εννοιοδοτούν το «Μνήμα Βαθύ».
Μέσα από την έρευνα και τη μελέτη σας, τελικά, πώς και προς τα πού πορεύεται ο Ελληνισμός;
Ο Ελληνισμός θα πορεύεται με τα πάθη και τις αρετές του. Ετσι πορευόταν ανέκαθεν. Δεν αλλάζει αυτό. Ωστόσο, έχω την αίσθηση -και εύχομαι να κάνω λάθος- ότι βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία. Η απαρχή βρίσκεται στη Μικρασιατική Καταστροφή, στο 1922. Από τότε, το ελληνικό Αρχιπέλαγος έπαψε να είναι επίκεντρο Ανατολής-Δύσης και μετατράπηκε σε σύνορο, που και αυτό στις μέρες μας αμφισβητείται από τον αναθεωρητισμό του Ερντογάν.
«Ορθοδοξία, γλώσσα, Ιστορία είναι η ταυτότητα του Ελληνισμού», αναφέρετε στο βιβλίο σας. Γιατί πιστεύετε ότι η Ορθοδοξία και η γλώσσα έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη του Ελληνισμού;
Επιγραμματικά: Ο Χριστιανισμός, στην έξοδό του από τη χώρα όπου γεννήθηκε, την πρώτη γλώσσα που συνάντησε ήταν τα ελληνικά. Από την άλλη, η ελληνική ήταν η γλώσσα που πρώτη υποδέχτηκε μια πανανθρώπινη θρησκεία. Ας μη μας διαφεύγει ότι τα ευαγγέλια γράφτηκαν στην ελληνική γλώσσα. Αυτή, λοιπόν, η ώσμωση του Χριστιανισμού με την ελληνική γλώσσα δημιούργησε τον λεγόμενο ελληνορθόδοξο πολιτισμό, όπου πολιτισμός δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια πρόταση βίου. Αυτή η πρόταση, προϊόντος του χρόνου, έγινε υπόδειγμα, το οποίο επεκτάθηκε σε ολόκληρη την ανθρωπότητα – κυρίως, μέσω του Βυζαντίου. Ιδού, επομένως, ο μεγάλος ρόλος που έπαιξαν η ελληνική γλώσσα και η Ορθοδοξία (η αρχική αποδοχή και εκδοχή της διδασκαλίας του Χριστού) για την ανάπτυξη του Ελληνισμού – Ελληνοορθοδοξίας. Εάν δεν υπήρχαν αυτά τα «εργαλεία», της γλώσσας και της Ορθοδοξίας, δεν θα μιλάγαμε καν για Ελληνισμό και για έθνος των Ελλήνων.
Ωστόσο, υπάρχει ακόμα Ελληνισμός;
Θα εκπλήξω πολλούς. Οχι, δεν υπάρχει Ελληνισμός – τουλάχιστον όπως ήταν στην ακμή του, αυτό το λέω για να μετριάσω τις αντιδράσεις. Ο Ελληνισμός ήταν οικουμενική πρόταση ζωής. Βλέπετε τον σημερινό ελληνικό τρόπο ζωής να είναι πουθενά πρότυπο; Βλέπετε καμιά χώρα που να θέλει να μοιάσει στη δική μας; Ελληνισμός σήμαινε ότι οι πάντες, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Σήμερα, ακόμα και οι Ελληνες της Ομογένειας (τρίτης γενιάς) δεν μιλούν τα ελληνικά.
Κλείνετε το βιβλίο σας με τη φράση του Ανδρέα Εμπειρίκου: «Παρά τον θάνατον εις αιώνα τον άπαντα ακμάζομεν». Τι σηματοδοτεί για εσάς αυτή η φράση;
Το ανοιχτό παράθυρο αισιοδοξίας μέσα στις απαισιόδοξες σκέψεις μου. Δεν είναι όλα μαύρα.
Μέσα από την πολύχρονη πορεία σας σε εφημερίδες και περιοδικά και σήμερα από το εκδοτικό τιμόνι της μηνιαίας free press «Boulevard», πώς εκτιμάτε την επόμενη ημέρα στον χώρο των εφημερίδων και των βιβλίων;
Στον χώρο των εφημερίδων το τοπίο έχει ήδη αλλάξει. Οι κυκλοφορίες είναι δραματικά πτωτικές. Θα παραμείνουν μόνο οι σοβαρές εφημερίδες. Στον χώρο των βιβλίων ελάχιστα έχουν αλλάξει. Είναι παρηγορητικό αυτό.
Πιστεύετε ότι υπάρχει κοινό που αγαπά την Ιστορία;
Υπάρχει μεγάλη αγάπη για την Ιστορία μας, χωρίς να υπάρχει η αντίστοιχη δίψα για ανάγνωση.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Ενα μυθιστόρημα που θα το χαρακτήριζα ως «Υμνο στη φιλία».
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr